Στο Συμβούλιο της Επικρατείας προσέφυγαν δυο σωφρονιστικοί υπάλληλοι ζητώντας την ανάκληση της απόφασης του διευθυντή της φυλακής όπου εργάζονται, να απομακρύνει από το γραφείο του διοικητή της εξωτερικής φρουράς το κιβώτιο όπου ασφάλιζαν τα όπλα τους την ώρα που εκτελούσαν τη βάρδια τους.
Όπως εξηγούν οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι, οι οποίοι στρέφονται κατά του διευθυντή της φυλακής και του υπουργού Δικαιοσύνης Μιχάλη Καλογήρου, αναγκάστηκαν να ζητήσουν άδεια οπλοφορίας καθώς, όπως λένε, δέχονται απειλές οι ίδιοι και οι οικογένειες τους από άτομα του αντιεξουσιαστικού χώρου. Το αίτημα τους έγινε δεκτό από τις αρμόδιες αρχές καθώς κρίθηκε ότι υφίσταται άμεσος, σταθερός και διαρκής κίνδυνος τόσο για τη ζωή τους όσο και των δικών τους ανθρώπων, ωστόσο, αναφέρουν, στερούνται του δικαιώματος τους να οπλοφορούν κατά την προσέλευση και την αποχώρησή τους από τη φυλακή μετά την αναιτιολόγητη, όπως τη χαρακτηρίζουν, απόφαση του διευθυντή να μην αφήνουν τον οπλισμό τους σε ασφαλές οπλοκιβώτιο που κλειδώνει.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, όπως υποστηρίζουν στην αίτηση τους, να μην μπορούν να φέρουν το όπλο τους, κατά τη μετάβαση και την αποχώρησή τους από το σωφρονιστικό κατάστημα παρότι έχουν άδεια οπλοφορίας, Η απόφαση του διευθυντή, τονίζουν στην προσφυγή τους, «δεν ελήφθη για λόγους δημοσίου συμφέροντος» που να συνδέονται με την τάξη και την ασφάλεια του καταστήματος κράτησης, ενώ «ουσιαστικά υπονομεύει την ατομική τους ασφάλεια, καθώς δεν έχουν πλέον τη δυνατότητα αυτοάμυνας» και δημιουργεί «αίσθημα ανασφάλειας και φόβου στην οικογένειά τους για τα μελλούμενα», παραβιάζοντας συνταγματικές αρχές όπως της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης, της αναλογικότητας, του δικαιώματος της προηγούμενης ακροάσεως, κ.λπ.
Οι δύο σωφρονιστικοί υπάλληλοι αναφέρουν πως έχουν στοχοποιηθεί, μετά από επεισόδιο που σημειώθηκε στη φυλακή το 2011, με αναφορά στο όνομά τους σε γνωστό ιστότοπο του αντιεξουσιαστικού χώρου.