«Η τήρηση της νομιμότητας και η εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών αποτελεί υποχρέωση και δεν εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια κανενός» αναφέρει σε ανακοίνωση της η Συντονιστική Επιτροπή της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος με αφορμή προβλήματα που αντιμετωπίζουν καθημερινά στην άσκηση των καθηκόντων τους οι δικηγόροι.
Όπως αναφέρουν η σταγόνα που «ξεχείλισε το ποτήρι» ήταν η ασάφεια της υπουργικής απόφασης την ημέρα της πρόσφατης κακοκαιρίας η οποία δημιούργησε τεράστια προβλήματα.
Η Συντονιστική Επιτροπή τις επόμενες ημέρες θα υποβάλλει στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου αναφορά κατά παντός υπευθύνου για την διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών ενώ καλεί τους Προέδρους των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας να «πράττουν ανάλογα σε κάθε περίπτωση που διαπιστώνουν τη μη τήρηση της κείμενης νομοθεσίας και τους συναδέλφους να ενημερώνουν τους οικείους Δικηγορικούς Συλλόγους για συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά παραβίασης του νόμου».
«Προκλητικές και μη σύννομες συμπεριφορές, από όπου και αν προέρχονται, δεν αρκεί να καταδικάζονται μόνο ρηματικά αλλά θα πρέπει να αντιμετωπίζονται έμπρακτα. Ιδίως, όταν οι υπαίτιοι δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη που τους αναλογεί.» σημειώνουν οι δικηγόροι.
Η ανακοίνωση των δικηγόρων
Ολόκληρη η ανακοίνωση έχει ως εξής: «Μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων κατά της πανδημίας, θα ανέμενε κανείς, όπως είναι φυσικό, την επάνοδο σε κανονικούς ρυθμούς της επαγγελματικής δραστηριότητας, με την τήρηση, βέβαια, των εκάστοτε προβλεπόμενων υγειονομικών μέτρων.
Δυστυχώς όμως, σε αρκετούς τομείς της δημόσιας διοίκησης, συμπεριλαμβανομένων και δικαστικών σχηματισμών, εκδηλώνονται συμπεριφορές διοικούντων, που δεν έχουν νόμιμο έρεισμα και δημιουργούν σημαντικά προβλήματα στην άσκηση των καθηκόντων των δικηγόρων και στην διεκπεραίωση των υποθέσεών τους.
Σε Υποθηκοφυλακεία και Κτηματολογικά Γραφεία, σε Διευθύνσεις Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, σε Δημόσιες Υπηρεσίες , στο Ειδικό Ληξιαρχείο Αθηνών, σε Υπηρεσίες του ΕΦΚΑ δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας και των σχετικών εγκυκλίων, ιδίως εκείνων που επιτρέπουν την εξυπηρέτηση των δικηγόρων καθ’ όλη τη διάρκεια του ωραρίου λειτουργίας τους ή ζητούνται ραντεβού για την διεκπεραίωση των υποθέσεών τους, κατά παράβαση της ισχύουσας ΚΥΑ ή είναι αδύνατη ή προβληματική η τηλεφωνική ή ηλεκτρονική επικοινωνία. Πέραν των δικηγόρων, το μεγάλο πρόβλημα είναι η κατά παράβαση της κείμενης νομοθεσίας μη διεκπεραίωση των υποθέσεων των πολιτών, που δημιουργεί σοβαρά προβλήματα ανασφάλειας δικαίου και βλάβη των προστατευτέων εννόμων συμφερόντων τους.
Η πρόσφατη κακοκαιρία ανέδειξε το πρόβλημα και στη λειτουργία της Δικαιοσύνης, όπου η συμπεριφορές διοικούντων, που δεν έχουν νόμιμο έρεισμα και δημιουργούν σημαντικά προβλήματα στην άσκηση των καθηκόντων των δικηγόρων και στην διεκπεραίωση των υποθέσεών τους.
Και η ανάγκη εξειδίκευσή της από τους δικαστικούς σχηματισμούς οδήγησε σε διαφορετική εφαρμογή της από Δικαστήριο σε Δικαστήριο και σε κίνδυνο απώλειας δικονομικών και ουσιαστικών δικαιωμάτων των διαδίκων. Τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν στο Πρωτοδικείο Αθηνών, το μεγαλύτερο Πρωτοδικείο της χώρας, όπου εκδικάζονται χιλιάδες υποθέσεις από συναδέλφους από όλη την Ελλάδα, αποτέλεσε τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της οργής και της αγανάκτησης του δικηγορικού σώματος. Ακόμη και σήμερα, μάλιστα, υπάρχει, αδικαιολόγητα, περιορισμός στην κατάθεση δικογράφων και παρατηρούνται ποικίλα εμπόδια στην άσκηση του δικηγορικού έργου.
Προκλητικές και μη σύννομες συμπεριφορές, από όπου και αν προέρχονται, δεν αρκεί να καταδικάζονται μόνο ρηματικά αλλά θα πρέπει να αντιμετωπίζονται έμπρακτα.Ιδίως, όταν οι υπαίτιοι δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη που τους αναλογεί.
Στα πλαίσια αυτά, η Συντονιστική Επιτροπή τις προσεχείς ημέρες θα υποβάλλει στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου αναφορά κατά παντός υπευθύνου για την διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών. Καλεί δε, τους Προέδρους των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας να πράττουν ανάλογα σε κάθε περίπτωση που διαπιστώνουν τη μη τήρηση της κείμενης νομοθεσίας και τους συναδέλφους να ενημερώνουν τους οικείους Δικηγορικούς Συλλόγους για συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά παραβίασης του νόμου.
Θα πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους ότι η τήρηση της νομιμότητας και η εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών αποτελεί υποχρέωση και δεν εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια κανενός».