Αρχιφύλακας που υπηρετούσε στην Δίωξη Αρχαιοκαπηλίας της Ασφάλειας Αττικής, 52χρονη ιδιοκτήτρια καταστήματος εμπορίας αρχαίων αντικειμένων, καθώς και ένας 70χρονος συλλέκτης και πρώην ιδιοκτήτης μεγάλου ξενοδοχείου στο κέντρο της Αθήνας, εμπλέκονται, σύμφωνα με την Αστυνομία, σε σοβαρή υπόθεση αρχαιοκαπηλίας και σε οργανωμένο κύκλωμα αρχαιοκαπήλων και διακινητών αρχαίων αντικειμένων, που, εκτός των άλλων, κατείχαν άγαλμα σάτυρου, αντίγραφο γλυπτού του μεγάλου γλύπτη της αρχαιότητας Πραξιτέλη, η αξία του οποίου εκτιμάται γύρω στο 1.000.000 ευρώ.
Η υπόθεση εξιχνιάστηκε μετά από έρευνες περίπου δύο μηνών, από τη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛΑΣ, σε συνεργασία με το Υπουργείο Πολιτισμού και συνελήφθησαν συνολικά εννέα άτομα, ηλικίας από 32 έως 70 ετών, (οκτώ Έλληνες και ένας υπήκοος Αλβανίας), ενώ αναζητούνται άλλα έξι μέλη του κυκλώματος, εκ των οποίων πέντε έχουν ήδη ταυτοποιηθεί.
Από το Υπουργείο Πολιτισμού και την ΕΛΑΣ, η εξιχνίαση της υπόθεσης χαρακτηρίζεται ως ένα καίριο χτύπημα στα κυκλώματα που ξεπουλούν την πολιτιστική κληρονομιά της χώρας, ενώ διασώθηκε από την πώληση το μεγάλης αξίας άγαλμα και πολλά ακόμα αρχαία αντικείμενα.
Λεπτομέρειες για την υπόθεση ανακοινώθηκαν σήμερα από τη γενική γραμματέα του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη και τον διευθυντή της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων, ταξίαρχο Παναγιώτη Στάθη, σε κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσαν, μαζί με τον εκπρόσωπο της Αστυνομίας Χρήστο Παρθένη και στελέχη του Υπουργείου Πολιτισμού, στο Αρχηγείο της ΕΛΑΣ.
Όπως είπε ο κ. Στάθης, το σπανιότατο άγαλμα σατύρου, που, σύμφωνα με τους ειδικούς, προέρχεται από την περιοχή της Αρκαδίας και χρονολογείται στην Ύστερη Ρωμαϊκή Εποχή και Πρώιμη Ελληνορωμαϊκή Εποχή (1ος πΧ αιώνας) βρέθηκε στη βίλα του 70χρονου πρώην μεγαλοξενοδόχου, στο Λαγονήσι, ο οποίος είναι νόμιμος συλλέκτης, αλλά δεν είχε δηλώσει το συγκεκριμένο αντικείμενο.
Στο σπίτι του βρέθηκαν επίσης και δόθηκαν για φύλαξη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών, πολλά άλλα αρχαία αντικείμενα.
Η διερεύνηση της υπόθεσης, η οποία πραγματοποιήθηκε υπό την εποπτεία του αρμόδιου εισαγγελέα, άρχισε μετά από καταγγελία του Υπουργείου Πολιτισμού, σύμφωνα με την οποία, ο 70χρονος συλλέκτης είχε στην κατοχή του το μεγάλης αξίας άγαλμα, το οποίο έκρυβε στο σπίτι του, ενώ πληροφορίες τον τελευταίο καιρό ανέφεραν ότι είχε ξεκινήσει μια προσπάθεια για την εκτίμηση της οικονομικής αξίας του συγκεκριμένου αντικειμένου.
Στο πλαίσιο της αστυνομικής έρευνας, χρησιμοποιήθηκε κάθε σύγχρονη τεχνολογία, ενώ έγινε και άρση απορρήτου για παρακολουθήσεις τηλεφωνικών συνομιλιών, οι οποίες «έδεσαν» τα στοιχεία που προέκυψαν.
Σύμφωνα με τον κ. Στάθη, κεντρικό ρόλο στο κύκλωμα, έπαιζε η 52χρονη ιδιοκτήτρια του παλαιοπωλείου στην Αθήνα, μέσω της οποίας προωθούνταν τα αρχαία αντικείμενα, ένας 50χρονος από την Κοζάνη, που φέρεται ως εκτιμητής των αρχαίων αντικειμένων, αλλά και ως οργανωτής της διακίνησής τους, καθώς και ο 49χρονος αρχιφύλακας, που φέρεται ως στενός συνεργάτης του τελευταίου και ενημέρωνε το κύκλωμα για τυχόν έρευνες από την Αστυνομία.
Επίσης, στην κατοχή των συλληφθέντων βρέθηκαν ειδικά μηχανήματα, που προορίζονταν για παράνομες εκσκαφές στην περιοχή της Πτολεμαΐδας, με διοργανωτή τον 50χρονο από την Κοζάνη.
Στο κατάστημα της 52χρονης στην Αθήνα, στο σπίτι της ίδιας αλλά και της κόρης της και στα σπίτια του 50χρονου και των άλλων πρωταγωνιστών της υπόθεσης, βρέθηκαν πολλά αρχαία αντικείμενα και νομίσματα, έγγραφα, φωτογραφίες, κατάλογοι και άλλα πειστήρια, που αποδεικνύουν τις παράνομες δραστηριότητες των μελών του κυκλώματος και σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα στοιχεία τον ρόλο του καθενός.
Η γγ του Υπουργείου Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, ευχαρίστησε την πολιτική και φυσική ηγεσία της ΕΛΑΣ και τον Παναγιώτη Στάθη για την επιτυχία αυτή και τόνισε ότι «θα ακολουθηθούν όλες οι διαδικασίες που επιβάλλουν οι νόμοι της ελληνικής Πολιτείας, προκειμένου οι άνθρωποι οι οποίοι χρησιμοποιούν παρανόμως και προς ίδιον όφελος τα πολιτιστικά αγαθά της χώρας – α οποία είναι η κληρονομιά της και αποτελούν τεκμήρια εθνικής σημασίας για αυτό τον τόπο- να παίρνουν το «μάθημα» το οποίο πρέπει να πάρουν».
Σε βάρος των εννέα συλληφθέντων σχηματίσθηκε ποινική δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα για τα -κατά περίπτωση- αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης, της υπεξαίρεσης μνημείων, της αποδοχής και διάθεσης μνημείων που αποτελούν προϊόντα εγκλήματος, καθώς επίσης και της νομοθεσίας για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς και της παράβασης των νόμων περί καταχραστών του Δημοσίου και περί όπλων.
Οι έξι αναζητούμενοι κατηγορούνται για τα αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης και της νομοθεσίας για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα, η δε έρευνα για την υπόθεση συνεχίζεται.