«Ήταν το πιο καλό άτομο που είχα γνωρίσει. Ήταν καλοκάγαθη και αθώα, δεν ήταν καχύποπτη…» Με τα λόγια αυτά φιλοτέχνησε το προφίλ της Ελένης Τοπαλούδη, καταθέτοντας στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, η επιστήθια φίλη της άτυχης φοιτήτριας.
Η νεαρή κοπέλα, η οποία στις πιέστηκες ερωτήσεις της εισαγγελέως κατέρρευσε βάζοντας τα κλάματα, ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που μίλησε με την Ελένη το μοιραίο βράδυ και αποδέκτης μηνύματος που εστάλη στη μια τη νύχτα και ενώ εκτιμάται ότι βρισκόταν στο σπίτι του κατηγορούμενου όπου έζησε τη φρίκη, με το οποίο της ζητούσε να την καλέσει μια ώρα αργότερα. Μόνο που το μήνυμα η μάρτυρας το είδε το επόμενο πρωί όταν ήταν ήδη αργά.
Το γεγονός αυτό στάθηκε αφορμή να δεχθεί η μάρτυρας τα πυρά της εισαγγελέως η οποία αμφισβήτησε την ειλικρίνεια της και στις μονολεκτικές απαντήσεις της αντέδρασε με «βροχή» ερωτήσεων.
«Την αγαπούσα πάρα πολύ»
«Πιστεύω ότι φοβάστε» είπε η εισαγγελέας στη μάρτυρα για να την ακούσει να απαντά : «Δεν φοβάμαι, αλήθεια λέω». Η νεαρή κοπέλα δικαιολόγησε τα πολλά «δεν θυμάμαι» που είπε στο δικαστήριο στο σοκ που έχει υποστεί λόγω της δολοφονίας της Ελένης.
Μάρτυρας: «Έπαθα μεγάλο σοκ και η μνήμη μου δεν είναι καλά. Έχουν διαγραφεί αρκετά πράγματα»
Εισαγγελέας: Επειδή λέτε συνεχώς ότι δεν θυμάστε, θέλω να σας πω ότι θα πρέπει να θυμηθείτε καλύτερα. Χάθηκε μια ζωή. Ήσασταν η καλύτερή της φίλη. Φοβάστε κάτι; Αισθάνεστε περίεργα;
Μάρτυρας: Όχι καλά είμαι
Εισαγγελέας: Πάντως στις αρχικές καταθέσεις δεν τα έχετε πει έτσι. Έχετε πει και άλλα πράγματα.
Μάρτυρας: Δε θυμάμαι
Εισαγγελέας: Καταλαβαίνω ότι δεν θέλετε να μιλήσετε Εξακολουθώ να πιστεύω ότι φοβάστε…
Μάρτυρας: Δεν φοβάμαι απλά με έχετε αγχώσει. Δεν είναι ότι δε θέλω να μιλήσω, σας απαντάω. (…)
Στο μπαράζ ερωτήσεων που δέχτηκε η μάρτυρας ξέσπασε σε κλάματα.
Εισαγγελέας: Θέλω να μου πείτε τα πάντα όλα για την Ελένη. Δεν καταλαβαίνω γιατί δεν μιλάτε.
Μάρτυρας: ….(ξεσπά σε κλάματα )
Πρόεδρος: Καταλαβαίνω ήταν φίλη σας, καταλαβαίνω την απώλεια
Μάρτυρας: Την αγαπούσα πάρα πολύ. Ήταν άτυχη. Ήταν καλό παιδί…
«Είστε προκλητικός»
Η μάρτυρας, η οποία εκείνη την περίοδο είχε ολοκληρώσει τις σπουδές της στη Ρόδο και είχε επιστρέψει στην Αθήνα, κατέθεσε πως ο βιασμός που είχε προηγηθεί είχε αλλάξει την Ελένη. «Ήταν πιο απόμακρη , την άκουγα αγχωμένη, φοβισμένη» τόνισε μιλώντας για την αίσθηση που αποκόμισε από τις τηλεφωνικές επικοινωνίες τους χωρίς , ωστόσο, να είναι σε θέση να εισφέρει περισσότερα στοιχεία για την ζωή της Ελένης εκείνη την περίοδο.
Η νεαρή κοπέλα αφηγήθηκε πως το μοιραίο βράδυ μιλούσε επί 1,5 ώρα στο τηλέφωνο με την Ελένη και το έκλεισαν όταν χτύπησε την πόρτα του διαμερίσματος της ο Αλβανικής καταγωγής κατηγορούμενος. Όπως της είχε πει η Ελένη τον είχε γνωρίσει πρόσφατα , είχαν συνευρεθεί ερωτικά μια φορά και της φαινόταν «καλό παιδί». Απαντώντας δε σε σχετικές ερωτήσεις απέρριψε τον ισχυρισμό των κατηγορουμένων ότι εκείνη είχε συναινέσει να βρεθεί ερωτικά μαζί τους.
«Δεν το πιστεύω γιατί δεν ήταν τέτοιο κορίτσι. Ήταν πολύ χαρούμενη , έδινε ενέργεια παντού. Ούτε ψέματα δεν μπορούσε να πει σαν και εμένα. Για αυτό είχαμε ταιριάξει πολύ…» ανέφερε χαρακτηριστικά ενώ όταν κλήθηκε από την εισαγγελέα να κοιτάξει τον Αλβανικής καταγωγής κατηγορούμενο, που όπως είπε δεν γνώριζε, δεν θέλησε να το κάνει.
Εισαγγελέας: Κοιτάξτε τον, φοβάστε να τον κοιτάξετε;
Μάρτυρας: Δεν θέλω να τον κοιτάξω… Δεν ξέρω τι μπορεί να μου είχε κρύψει η Ελένη. Είχε μια καλή γνώμη για εκείνον. Της φάνηκε καλός.
«Η αλήθεια είναι ότι όταν τον βλέπεις είναι καλός» σχολίασε η εισαγγελέας η οποία όταν είδε το χαμόγελο να σχηματίζεται στα χείλη του κατηγορούμενου απευθύνθηκε στον νεαρό και με έντονο ύφος του είπε: «Γελάτε κύριε , θα σας κοπεί το γέλιο. Είναι τραγικό αυτό που συμβαίνει , είστε προκλητικός. Σας έχουν απαθανατίσει όλα τα κανάλια να γελάτε».
Ακολούθησε η έκρηξη του πατέρα ο οποίος ξέσπασε: «Έτσι παρέσυρε και άλλα κοριτσάκια και τα πήγαινε στον άλλον…». Το εδώλιο δίπλα στον νεαρό κατηγορούμενο ήταν σήμερα κενό καθώς ο Ροδίτης συγκατηγορούμενος τους δεν θέλησε να παραστεί στη δίκη με το συνήγορο του να αναφέρει πως λαμβάνει βαριά φαρμακευτική αγωγή. Και «είναι σε καταστολή, κοιμάται 22 ώρες».
Τόσο η πρόεδρος όσο και η εισαγγελέας της έδρας ζήτησαν έγγραφη δήλωση από τους αρμοδίους των φυλακών που να βεβαιώνουν όσα υποστήριξε η υπεράσπιση του κατηγορουμένου.
Νέα στοιχεία αναζητεί το δικαστήριο μέσα από 300 φωτογραφίες
Στο μικροσκόπιο του δικαστηρίου έχουν μπει περίπου 300 φωτογραφίες από το διαμέρισμα , τον τόπο του εγκλήματος αλλά και το φορτηγάκι με το οποίο φέρεται να μεταφέρθηκε η άτυχη Ελένη.
Τα στοιχεία αυτά ,μετά από σχετική επικοινωνία, έφτασαν στο δικαστήριο σήμερα σε ένα CD
από τη Διεύθυνση Εγκληματικών Ερευνών και αναμένεται να γίνει χρήση τους από τους παράγοντες της δίκης οι οποίοι θα τα μελετήσουν τις επόμενες ημέρες. Για το λόγο αυτό εκτιμάται ότι θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η κατάθεση της ειδικού για το DNA η οποία θα κληθεί στην επόμενη συνεδρίαση να ρίξει φως στην υπόθεση αποκωδικοποιώντας τα στοιχεία.
«Το κορίτσι μου είχε αφήσει αναμμένο το πλυντήριο για να γυρίσει πίσω»
Στο δικαστήριο κατέθεσε, νωρίτερα, ο τελευταίος άνθρωπος που είδε τους δυο κατηγορούμενους με την Ελένη πριν γραφτεί το μοιραίο τέλος. Ο νεαρός περιέγραψε πως το φορτηγάκι του Ροδίτη κατηγορουμένου
είχε παρκάρει έξω από το διαμέρισμα που διατηρεί σε ξενοδοχειακή μονάδα στην Κάλαθο και στο τιμόνι καθόταν ο νεαρός Αλβανικής καταγωγής ενώ η Ελένη ήταν στη θέση του συνοδηγού «ήρεμη , ανέκφραστη» . Όπως είπε ο μάρτυρας ο Ροδίτης ,ο οποίος ήταν γνωστός του , τον χαιρέτησε καθώς
βρισκόταν έξω από το φορτηγάκι ενώ υποστήριξε πως και οι τρεις νεαροί έμοιαζαν ευδιάθετοι. «Όταν μετά από δυο ημέρες είδα την κοπέλα στην τηλεόραση μου φάνηκε γνωστή . Συνδύασα τις ημέρες και τις ώρες και κατάλαβα πως τους είδα εκείνο το βράδυ» ανέφερε συμπληρώνοντας πως πήγε στην αστυνομία και κατέθεσε τι είδε στις 28 Νοεμβρίου 2018, λίγο μετά τα μεσάνυκτα. Ο πατέρας της αδικοχαμένης Ελένης αντέδρασε σε σειρά ερωτήσεων της υπεράσπισης που αφορούσαν την πρόθεση της να ακολουθήσει τους κατηγορούμενους εκείνο το βράδυ. «Το κορίτσι μου είχε αφήσει αναμμένο το πλυντήριο για να γυρίσει πίσω» διαμαρτυρήθηκε.