Εξιχνιάστηκε η απαγωγή ομογενή από την Αλβανία, ο οποίος βρισκόταν επί σχεδόν δύο μήνες στα χέρια τουλάχιστον τεσσάρων απαγωγέων.
Η περιπέτεια ξεκίνησε για τον 59χρονο το βράδυ της 31ης Ιανουαρίου 2013 , στα Ιωάννινα, και είχε αίσια κατάληξη στις 27 Μαρτίου, οπότε και απελευθερώθηκε σε περιοχή της Αττικής, χωρίς να καταβληθούν λύτρα.
Όπως ανακοίνωσε η αστυνομία, στην υπόθεση εμπλέκονται συνολικά οκτώ άτομα, εκ των οποίων ένας Έλληνας και επτά αλλοδαποί, υπήκοοι Αλβανίας.
Ο 59χρονος πέρασε εφιαλτικές στιγμές στα χέρια των απαγωγέων του. Οι δράστες του έκοψαν τρία δάχτυλα του αριστερού του χεριού προκειμένου να πιέσουν την οικογένεια του θύματος της απαγωγής να τους παραδώσει λύτρα.
Μάλιστα ο άτυχος άνθρωπος έπαθε μόλυνση από την ενέργεια αυτή.
Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., το κίνητρο της απαγωγής ήταν η διαφορά μεταξύ του απαχθέντα και των δραστών, αναφορικά με μεταφορά 200 περίπου κιλών ινδικής κάνναβης από την χώρα μας, σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Δεκέμβριο του 2012.
Ο απαχθείς είχε αναλάβει τον ρόλο της αναζήτησης μεταφορέα, ο οποίος θα προωθούσε το φορτίο της ινδικής κάνναβης από την Ελλάδα στη Γερμανία.
Για το λόγο αυτό, σύστησε στους συνεργούς του και μετέπειτα δράστες της αρπαγής του, Ρομά από την περιοχή των Άνω Λιοσίων, με τον οποίο ήρθαν σε επαφή και τελικά σε συμφωνία, δίνοντάς του και το χρηματικό ποσό των 40.000 ευρώ, για την μεταφορά.
Ο Ρομά, αφού παρέλαβε τα ναρκωτικά, δεν πραγματοποίησε την μεταφορά, όπως αρχικά είχε συμφωνηθεί, και τα κράτησε για λογαριασμό του. Για την αθέτηση της συμφωνίας, την απώλεια των χρημάτων και της ποσότητας των ναρκωτικών ουσιών, οι δράστες θεώρησαν υπεύθυνο τον απαχθέντα και για το λόγο αυτό προέβησαν στην απαγωγή του, με σκοπό να απαιτήσουν από την οικογένειά του ως «λύτρα» τα χρήματα που πίστευαν ότι είχαν χάσει.
«Κατάλαβέ το δεν είναι πλάκα»
Στις 19 Φεβρουαρίου 2013 η σύζυγος του απαχθέντα κατήγγειλε στην υποδιεύθυνση Ασφάλειας Ιωαννίνων ότι ο σύζυγός της είχε πέσει θύμα απαγωγής.
Το θύμα είχε ταξιδέψει το πρωί της 31 Ιανουαρίου 2013, με λεωφορείο του ΚΤΕΛ Ιωαννίνων, με προορισμό την Αθήνα και την επόμενη ημέρα, η σύζυγός του δέχτηκε τηλέφωνο από άγνωστο άντρα, ο οποίος την ενημέρωσε ότι ο σύζυγός της είχε απαχθεί.
Οι δράστες, σε τηλεφωνικές επικοινωνίες με τη σύζυγο του απαχθέντα, απαιτούσαν ως «λύτρα» το χρηματικό ποσό των 125.000 ευρώ, προκειμένου να ελευθερώσουν τον σύζυγό της, εκφράζοντας παράλληλα απειλές τόσο για τη ζωή του όσο και κατά των μελών της οικογένειάς του.
Στη συνέχεια, η σύζυγος του απαχθέντα δέχτηκε επανειλημμένες τηλεφωνικές κλήσεις από τους δράστες της αρπαγής, οι οποίοι απαιτούσαν πλέον ως «λύτρα», το χρηματικό ποσό των 50.000 ευρώ καθώς και διακόσια «κομμάτια», όπως χαρακτηριστικά ανέφεραν (πιθανόν ναρκωτικά), για την απελευθέρωσή του.
Σε κάποιες από αυτές τις τηλεφωνικές συνομιλίες, η σύζυγος του απαχθέντα συνομιλούσε μαζί του και της έλεγε ότι οι δράστες του έκοβαν το αυτί και τα δάχτυλα.
Στις 27 Φεβρουαρίου η σύζυγος του απαχθέντα παρέλαβε έναν ταχυδρομικό φάκελο, ο οποίος περιείχε ένα ακρωτηριασμένο δάκτυλο και ένα μικρό ροζ χαρτάκι πάνω στο οποίο αναγραφόταν ιδιόχειρα στην αλβανική γλώσσα η φράση «Κατάλαβέ το δεν είναι πλάκα».
Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή, ο απαχθείς έφερε πολλαπλά τραύματα, εκδορές και αμυχές σε διάφορα σημεία του σώματός του και είχε υποστεί ακρωτηριασμό των δύο αντίχειρών του και του μικρού δακτύλου του αριστερού του χεριού.
Επιπλέον, σύμφωνα με τα όσα είπε ο 59χρονος στους αστυνομικούς, υπέστη βασανιστήρια κατά τη διάρκεια της αρπαγής, καθώς οι δράστες με τη χρήση αιχμηρών αντικειμένων (μαχαιριών και βελόνων) χάρασσαν την πλάτη του και έριχναν στις πληγές του είτε αλάτι είτε καυτό νερό.
Από τη συνδυαστική αξιολόγηση των δεδομένων που προέκυψαν από τις έρευνες, ταυτοποιήθηκαν οι δράστες και η φυσική τους παρουσία σε χώρους όπου τελέστηκαν οι επιμέρους αξιόποινες πράξεις της απαγωγής.
Στο πλαίσιο των ερευνών, εξακριβώθηκαν και αναγνωρίστηκαν από τον απαχθέντα χώροι στους οποίος κρατήθηκε και συγκεκριμένα σε δύο διαμερίσματα στις περιοχές της Ηλιούπολης και της Νέας Σμύρνης.
Από τους οκτώ συνολικά εμπλεκόμενους στην υπόθεση της απαγωγής, συνελήφθησαν τρία άτομα και συγκεκριμένα ένας 59χρονος ‘Ελληνας και δύο αλλοδαποί, 32 και 33 ετών αντίστοιχα.
Οι υπόλοιποι πέντε, αλλοδαποί δράστες, υπήκοοι Αλβανίας, ηλικίας 39, 36, 38, 22, και 19 ετών αντίστοιχα έχουν συμπεριληφθεί στη σχετική δικογραφία, η οποία υποβλήθηκε στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών.
Σημειώνεται ότι η σχετική ποινική δικογραφία περιλαμβάνει ακόμα και την υπόθεση της διακίνησης ναρκωτικών στη Γερμανία, στην οποία εμπλέκεται ως κατηγορούμενος και ο απαχθείς».