Αρνούμενος οποιαδήποτε ευθύνη για τη διαχείριση της φονικής πυρκαγιάς στην ανατολική Αττική το απόγευμα της 23ης Ιουλίου 2018 απολογήθηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου για την τραγωδία στο Μάτι ο τότε υπαρχηγός της Πυροσβεστικής Βασίλης Ματθαιόπουλος, περιγράφοντας εκείνη την ημέρα ως «από τις χειρότερες ημέρες της ζωής μου».
Ο απόστρατος πλέον κατηγορούμενος, που σε πρώτο βαθμό καταδικάστηκε σε εκτιτέα ποινή 5 ετών για εννέα θανάτους ανθρώπων στη θάλασσα, στην απολογία του επέρριψε ευθύνες στον τότε αρχηγό και συγκατηγορούμενό του Ιωάννη Τερζούδη και άλλους τότε επιχειρησιακούς επικεφαλής, λέγοντας πως «ασκούσα τον διοικητικό έλεγχο στο ΕΣΚΕ, τον πειθαρχικό έλεγχο, αξιολογήσεις προσωπικού. Για το επιχειρησιακό μέρος υπήρχαν ειδικές υπηρεσιακές διαταγές».
Ξεκινώντας την απολογία, του ο κ. Ματθαιόπουλος εξέφρασε τη θλίψη του για τους τραυματίες και τους πληγέντες της πυρκαγιάς και τα συλλυπητήριά του στους συγγενείς των 104 νεκρών.
Συγκρίνοντας τη μορφολογία της περιοχής της Κινέτας, όπου είχε γίνει απομάκρυνση πολιτών νωρίτερα την επίμαχη ημέρα, με εκείνη στη φωτιά στο Νταού, που κατέβηκε στο Μάτι, ο κατηγορούμενος ανέφερε ότι στην πρώτη περίπτωση, λόγω της παλαιάς και της νέας εθνικής οδού και της μεγάλης έκτασης της παραλίας, ήταν εφικτή η ασφαλής μετακίνηση κατοίκων. Αντίθετα, όπως είπε, «στη φωτιά στο Νταού είχαμε μόνο τη Μαραθώνος με πλάτος 20 μέτρα και πεύκα που σε πολλά σημεία οι κορυφές τους, είτε έσμιγαν είτε ήταν πολύ κοντά. Δεν ξέρω τι θα γινόταν, αν θα είχαμε ή όχι περισσότερα θύματα. Πού θα πηγαίναμε όλον αυτόν τον κόσμο, μήπως είχαμε περισσότερα θύματα;». Τόνισε, ωστόσο, ότι δεν ήταν δική του αρμοδιότητα να διατάξει οργανωμένη απομάκρυνση, αλλά ευθύνη του αξιωματικού του πεδίου.
Για την επίμαχη μέρα, που ο δείκτης επικινδυνότητας πυρκαγιάς ήταν στο 4, ο κατηγορούμενος είπε πως από το πρωί έγιναν συσκέψεις παρουσία του αρχηγού και όλων των αρμοδίων και πως παρών στο ΕΣΚΕ ήταν και ο τότε υπουργός Νίκος Τόσκας, αλλά και ο γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας Ιωάννης Καπάκης.
Σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, ενημερώθηκε για την έναρξη της φωτιάς στο Νταού από τον συγκατηγορούμενό του Ιωάννη Φωστιέρη. Αμέσως έγινε κινητοποίηση, όπως είπε, και ακολούθησαν συνεχείς επαφές του με τους αρμόδιους για την άμεση μετάβαση δυνάμεων στο συμβάν. Όπως τόνισε, δεν ήταν στην αρμοδιότητά του τα εναέρια μέσα. «Η διαχείριση των εναέριων μέσων ήταν από την έγκριση του αρχηγού. Ο υπαρχηγός δεν έχει καμία μορφή αρμοδιότητας στη διαχείριση των εναέριων μέσων. Όταν ήμουν αρχηγός, μόνο εγώ έκρινα πότε θα πετάξουν τα εναέρια».
Σε ό,τι αφορά στη μη κινητοποίηση των πλωτών σκαφών της Πυροσβεστικής και τις βάρκες της ΕΜΑΚ για τη διάσωση ανθρώπων που ήταν ώρες στη θάλασσα, ο κ. Ματθαιόπουλος ανέφερε ότι «η υπηρεσία στεγάζεται στον πέμπτο λιμενικό σταθμό με έδρα το λιμάνι του Πειραιά και είναι για την πυροπροστασία λιμανιού. Είναι υπηρεσία εκτός επιφυλακής. Δεν γνώριζα αν είναι στελεχωμένα. Αν παίρναμε όλα τα πυροσβεστικά πλοιάρια, ίσως να μη λειτουργούσε το λιμάνι. Το πολύ να μπορούσε να φύγει ένα. Ο πλεύσιμος χρόνος για την επίμαχη περιοχή είναι γύρω στις 3,5 ώρες. Οπότε, θα έφταναν πολύ αργά… Οι βάρκες της ΕΜΑΚ χρησιμοποιούνται σε στάσιμα νερά μετά από πλημμύρες, σε νερά, δηλαδή, χωρίς κυματισμό. Επιπλέον, δεν μπορούν να αξιοποιηθούν κατά τη διάρκεια της νύχτας». Τόνισε, επίσης, ότι ο ίδιος έμαθε ότι βρίσκονται άνθρωποι στη θάλασσα στις 8.30 το βράδυ και ότι «δεν μου ζήτησαν πλοιάρια, ούτε το Λιμενικό, ούτε κάποιος από τους επικεφαλής».
Απαντώντας σε ερώτηση από έδρας, ο κατηγορούμενος είπε πως τότε υπήρχε πιλοτική εφαρμογή drone, τα οποία, ωστόσο, όταν επιχειρούν εναέρια πυροσβεστικά, δεν ενδείκνυνται. «Βλέπουμε τι έγινε αυτές τις μέρες στην Καλιφόρνια. Άκουσα ότι συγκρούστηκε drone με εναέριο μέσο κι ευτυχώς κατάφερε και προσγειώθηκε. Όπως άκουσα στις ειδήσεις η υπηρεσία εναέριων μέσων είπε ότι πτήση drone κατά τη διάρκεια της φωτιάς είναι επικίνδυνη».
Αναφερόμενος στην εκτροπή του ελικοπτέρου που ήταν στο Νταού για να πάει στη φωτιά στα Διυλιστήρια Κορίνθου, ο κ. Ματθαιόπουλος επέρριψε ευθύνες στον κ. Τερζούδη: «Δεν μπορούμε να πάρουμε εναέριο μέσο από την περιοχή που επιχειρεί (και να το στείλουμε σε άλλη). Εγώ, αν ήμουν αρχηγός, δεν θα το έπαιρνα. Είναι ανήκουστο να λέει ο Τερζούδης ότι “αφού ήξερε ο Ματθαιόπουλος, να πάει να το πει στον υπουργό”. Τι θα μπορούσα να πω εγώ στον υπουργό; Ότι είναι λάθος; Εντολή του κ. Τερζούδη είναι. Έγιναν κάποια τηλεφωνήματα πως κινδύνευαν τα διυλιστήρια κι έτσι προέκυψε η εκτροπή».
Η εισαγγελέας υπέβαλε πολλές ερωτήσεις στον κατηγορούμενο -μεταξύ άλλων- και για τη διάρθρωση των χώρων του ΕΣΚΕ, θέλοντας να μάθει αν υπήρχε αίθουσα, ως θάλαμος επιχειρήσεων, που να παρευρίσκονταν όλοι οι αρμόδιοι αξιωματικοί, ώστε να ανταλλάσσουν πληροφορίες από τους υφισταμένους τους και να προχωρούν σε σχεδιασμό. Ο κατηγορούμενος απάντησε αρχικά πως εκείνη την ημέρα ήταν ο καθένας στο γραφείο του, με τον τότε υπουργό να βρίσκεται στο γραφείο του αρχηγού. Στη συνέχεια έδειξε φωτογραφία όπου απεικονίζονται οι επιτελικοί, τραβηγμένη ενόσω καίει η φωτιά στην Κινέτα και προτού ξεσπάσει η φωτιά στο Νταού Πεντέλης.
Κατηγορούμενος: Είναι τραβηγμένη στις 15.55, είμαστε όλοι μπροστά στην οθόνη…
Εισαγγελέας: Αυτή η φωτογραφία γιατί τραβήχτηκε;
Κατηγορούμενος: Δεν ξέρω γιατί τραβήχτηκε.
Εισαγγελέας: Αναμνηστική; Τώρα θα γίνω κακιά: Ο κόσμος καιγόταν και εσείς βγάζατε φωτογραφίες;
Η εισαγγελική ερώτηση προκάλεσε την αντίδραση του κοινού που χειροκροτώντας φώναζε «μπράβο» στην εισαγγελική λειτουργό. Ο κατηγορούμενος είπε πως τη φωτογραφία «μπορεί να την τράβηξε κάποιος δημοσιογράφος».