Ένα από τα ιερά τέρατα του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου έφυγε αιφνιδίως από τη ζωή το 1960, αν και παρέμεινε ανεξίτηλος στη μνήμη όλων των Ελλήνων παρά τον μισό και πλέον αιώνα που μας χωρίζει από την ακμή του. Κι αυτό γιατί ο Λογοθετίδης ήταν πλασμένος από τα υλικά που φτιάχνονται οι διαχρονικές αξίες: ένας ακούραστος εργάτης της τέχνης που έφερνε αβίαστα το χαμόγελο στα χείλη του κοινού, μην εκβιάζοντας ποτέ το γέλιο. Λες και το υποκριτικό χιούμορ τον ακολουθούσε κατά πόδας, ο μεγάλος μας κωμικός έκανε τον λαό να χασκογελά εντελώς αυθόρμητα, σαν να πήγαζε το γέλιο από την ίδια την ψυχή του. Αυτή η ανεπιτήδευτη ερμηνεία του ήταν που τον μετέτρεψε σε έναν από τους πλέον αγαπημένους κωμικούς που πέρασαν ποτέ από το ελληνικό στερέωμα, με τους ρόλους του να συγκινούν και να αγαλλιάζουν ακόμα τις καρδιές μας παρά τον μισό αιώνα που έχει περάσει: φαίνεται ότι για κάποιους ηθοποιούς το χειροκρότημα δεν πρόκειται ποτέ να σιγήσει. Είτε είναι ο φουκαράς μεσήλικας που αγωνίζεται να παντρέψει τη «σιτεμένη» αδερφή του είτε ο ανεπανάληπτος Αντωνόπουλος με τα σαπούνια του και το «τετελεσμένο», ο Λογοθετίδης σημάδεψε την υποκριτική τέχνη με ένα ανεπανάληπτο πέρασμα ποιότητας και ακτινοβολίας, αφήνοντας την ερμηνευτική σφραγίδα του τόσο στο σανίδι όσο και τα κινηματογραφικά πλατό. Χαμηλών τόνων άνθρωπος, ένας σεμνός αγωνιστής του πολιτισμού, δεν επιζητούσε ποτέ τη δημοσιότητα και την πρόκληση, κάνοντας τον Ι.Μ. Παναγιωτόπουλο να τον περιγράψει ως εξής: «Ο Λογοθετίδης υπήρξε ο άνθρωπος του λαού, που ένιωσε τον λαό και που έπαιξε για τον λαό». Εργασιομανής μέχρι εκεί που δεν έπαιρνε, είχε γίνει άλλοτε έξαλλος με την καθιέρωση της δευτεριάτικης αργίας στο θέατρο. Όπως εξάλλου θυμάται ο Βύρων Πάλλης: «Όταν πετύχαμε την αργία της Δευτέρας, δεν ήξερε τι να κάνει τις Δευτέρες! Πήγαινε στο θέατρο και έφτιαχνε τις γλάστρες, τα καθίσματα και την Τρίτη που πηγαίναμε με φώναζε: ‘‘Δεν μου λες, σε παρακαλώ, ξεκουράστηκε ο Μεσολογγίτης; (ο πρόεδρος του σωματείου ηθοποιών που είχε πετύχει την αργία) Γιατί αυτός έχει κουραστεί πολύ!’’». Κι όταν ο Πάλλης τον ρωτούσε: «Μα γιατί βρε άνθρωπε του Θεού δεν θέλεις να ξεκουραστείς μια μέρα;», εκείνος του αντιγύριζε με παιδιάστικη εμμονή: «Ποτέ, ποτέ, ποτέ!». Ο αξέχαστος ηθοποιός που ερμήνευσε εκατοντάδες κυριολεκτικά ρόλους του διεθνούς και ελληνικού ρεπερτορίου και άφησε το στίγμα του σε μια ντουζίνα ταινίες μπορεί να πέθανε μόνος, είχε όμως όλους τους Έλληνες κοντά του στην τελευταία του διαδρομή, όταν 50.000 λαού έσπευσαν να τον αποχαιρετήσουν… Πρώτα χρόνια
Ο μοναδικός Βασίλης Λογοθετίδης
Ο αξέχαστος ήρωας με τις παντούφλες που μετατράπηκε στον βασιλιά της ελληνικής κωμωδίας!
