«Κάθε βράδυ κάνω έρωτα με 25.000 ανθρώπους στη σκηνή, μετά όμως γυρνάω σπίτι μόνη», αυτό δήλωνε η φοβερή και τρομερή ροκού, η θρυλική μορφή της μουσικής σκηνής της δεκαετίας του ’60 που έφυγε όπως έζησε: σαν κομήτης!
Η αμερικανή τραγουδίστρια, μουσικός, ζωγράφος, ποιήτρια, χορεύτρια και στιχουργός, η απόλυτη ιέρεια των blues, η πρώτη γυναίκα πραγματική ροκ σταρ δεν χρειάζεται εξάλλου περαιτέρω συστάσεις.
Την έχουν χαρακτηρίσει ως τη μοναδική λευκή ερμηνεύτρια που στάθηκε δικαιωματικά δίπλα στη Billie Holiday, κι αυτό γιατί με την απόλυτη εκφραστικότητα και τα σπαρακτικά, μελωδικά ουρλιαχτά της απογείωσε τις συνθέσεις που ερμήνευσε.
Ήταν όμως και ένα από τα κορυφαία ινδάλματα μιας γενιάς που επαναστατεί, η απόλυτη έκφανση της χίπικης κουλτούρας, μια γυναίκα που ζει «ροκ», που φλερτάρει με τον ελεύθερο έρωτα και κάνει τη σκηνή να δονείται από την ιδιαίτερη θηλυκότητα, τη θαυμαστή λάμψη και τη θεία φυσικά φωνή της.
Κρίνοντάς τη μουσικά, μιλάμε για τη μουσικό που έσπασε το ανδροκρατούμενο κατεστημένο της ροκ και υποστήριξε την εξαλλοσύνη και την αντισυμβατικότητα με την ίδια της τη ζωή, οδεύοντας ολοταχώς προς την αυτοκαταστροφή.
Αυτή ήταν η «παρθένα με την τραχιά σιδερένια ψυχή», στην οποία αναφέρεται ο Τζιμ Μόρισον των Doors, η Τζάνις Τζόπλιν, η παντοτινή 25άρα που κατέθετε στις συναυλία της κάτι από την ψυχή της.
Η ζωή της μικρή αλλά επεισοδιακή, από αυτές που κάνουν τη διαφορά στον κόσμο…
Πρώτα ταραγμένα χρόνια
Η Τζάνις Λιν Τζόπλιν γεννιέται στις 19 Ιανουαρίου 1943 στο Πορτ Άρθουρ του Τέξας ως το μεγαλύτερο από τα τρία παιδιά της τυπικής αμερικανικής οικογένειας της μεσοαστικής τάξης: ο πατέρας της ήταν μηχανικός σε ένα από τα πάμπολλα διυλιστήρια της πόλης, ενώ η μητέρα της δούλευε στη γραμματεία του τοπικού πανεπιστημίου.
Ήδη από τρυφερή ηλικία δυσφορεί μέσα στο συντηρητικό περιβάλλον του αμερικανικού Νότου και θα περάσει πολλά χρόνια προσπαθώντας να διαγράψει τις μνήμες της δύσκολης παιδικής ηλικίας. Ακούγοντας τους μύθους της μπλουζ, ερωτεύεται τη μουσική και αποφασίζει από τα μικράτα της να γίνει μουσικός. Ιδιαίτερα δημοφιλής στο σχολείο, τραγουδά στην εκκλησιαστική χορωδία.
Όλα όμως έμελλε να αλλάξουν στην εφηβεία της, όταν το επαναστατικό πνεύμα της ηλικιακής αυτής περιόδου τη φέρνει σε επαφή με περιθωριακούς μουσικούς και κάνει το εύσωμο πια κορίτσι να εξεγερθεί ενάντια σε όλους και όλα: τώρα είναι το «φρικιό» του σχολείου και όλα τα καθωσπρέπει κορίτσια την κάνουν πέρα…
Πρώτα μουσικά σκιρτήματα
Στα τελευταία της γυμνασιακά χρόνια η κακή φήμη την ακολουθούσε: καυγατζού, αθυρόστομη και αντισυμβατική, όλοι την ήξεραν ως το κορίτσι που πίνει και τα σπάει! Αποφοιτώντας, γράφεται στο Τεχνολογικό Κολέγιο του Lamar, στη γειτονική πόλη, όπου και περνά τον καιρό της ακούγοντας μουσική, φλερτάροντας, πίνοντας και κάνοντας οτιδήποτε άλλο από την παρακολούθηση των μαθημάτων.
Κι έτσι, μόλις στο τέλος του πρώτου εξαμήνου, εγκαταλείπει το κολέγιο για να επιστρέψει στο Πορτ Άρθουρ και να γραφτεί στο τοπικό πανεπιστήμιο, σε σχολή γραμματέων, σπουδές που θα εγκατέλειπε βέβαια εξίσου σύντομα και θα έκανε το μεγάλο βήμα: να μετακομίσει στο Λος Άντζελες (καλοκαίρι 1961)! Η προσπάθεια να ξεφύγει από το στενόχωρο περιβάλλον της γενέτειράς της δεν καρποφόρησε ωστόσο και σύντομα θα επιστρέψει με την ουρά στα σκέλια, αν και όχι για πολύ: το καλοκαίρι του 1962 μετακομίζει και πάλι, αυτή τη φορά στο Όστιν του Τέξας, για να σπουδάσει τέχνη στο πολιτειακό πανεπιστήμιο.
Εκεί είναι που θα αρχίσει να τραγουδά σε φοιτητικά πάρτι και ανοιχτά φεστιβάλ, με την τραχιά, σχεδόν αντρική φωνή της, να μαγεύει κυριολεκτικά τα πλήθη. Ενθαρρυμένη από τη θετικότατη ανταπόκριση του κοινού, εγκαταλείπει για άλλη μια φορά τις σπουδές της και βάζει πλώρη για το Σαν Φρανσίσκο (Ιανουάριος 1963), ώστε να πάρει μέρος στη νέα μουσική σκηνή που αναδυόταν δειλά-δειλά στην πόλη της Καλιφόρνια.
Παρά τα αναμφίβολα φωνητικά της χαρίσματα, και αυτή η προσπάθεια για καριέρα στέφεται από αποτυχία και παίρνει τα μπογαλάκια της για Νέα Υόρκη, ελπίζοντας σε μια καλύτερη τύχη. Το ποτό όμως και η αθρόα χρήση ναρκωτικών, με ιδιαίτερη έφεση στις αμφεταμίνες, το LSD και την ηρωίνη, χωρίς φυσικά να ξεχνά ποτέ το αγαπημένο της Southern Comfort, θα αποδειχθούν καταστροφικά για το ξεκίνημά της. Κι έτσι, το 1965, έχοντας επιστρέψει στο Σαν Φρανσίσκο, αποφασίζει να γυρίσει στο πατρικό της για να ξεκόψει από τις καταχρήσεις.
Η συμβατική ζωή της «καλής κοπέλας» με το συντηρητικό ντύσιμο και τους ευγενικούς τρόπους δεν ήταν όμως γι’ αυτή και πολύ σύντομα οι μουσικές της φιλοδοξίες θα έκαναν και πάλι την επιτακτική εμφάνισή τους: τον Μάιο του 1966 επιστρέφει στο Σαν Φρανσίσκο για να πάρει μέρος στις οντισιόν μιας καινούριας ψυχεδελικής μπάντας -γνωστής όμως στα περιθωριακά στέκια των χίπις- που εμφανίστηκε στην πόλη: τους Big Brother and the Holding Company!
Οι James Gurley, Dave Getz, Peter Albin και Sam Andrew μαγεύτηκαν από την ερμηνεία και τη σκηνική της παρουσία και την προσλαμβάνουν αμέσως. Και τα υπόλοιπα είναι η ίδια η ιστορία του ροκ…
Ένα αστέρι γεννιέται
Ο ρόλος της στην μπάντα σύντομα θα αυξηθεί, καθώς το συγκρότημα αποκτούσε ένα ολοένα και μεγαλύτερο κοινό, και η εμφάνισή τους στο θρυλικό σήμερα Monterey Pop Festival του 1967 θα τους κάνει φίρμες! Ιδιαίτερη η δική τους εκδοχή του «Ball and Chain» της μυθικής Big Mama Thornton, με την απίστευτη φωνή της Τζόπλιν, τους ενθρονίζει στην underground μουσική σκηνή του «Φρίσκο»…
Η ίδια έχει ωστόσο ξαναπέσει στα ναρκωτικά και το αλκοόλ, ενώ οι ερμηνείες της, αχαλίνωτες από την ηρωίνη, τις αμφεταμίνες και το μπέρμπον, ξερνούν σεξουαλισμό και ωμή θηλυκότητα, μην επισκιάζοντας ωστόσο τα φοβερά φωνητικά της.
Το πρώτο άλμπουμ του συγκροτήματος, το «Cheap Thrills», σημειώνει απίστευτη επιτυχία, με τα «Piece of My Heart» και «Summertime» να σκαρφαλώνουν στα charts. Η ίδια ωστόσο προβάλλεται περισσότερο από τα άλλα μέλη, γεγονός που θα φέρει εντάσεις στο εσωτερικό του γκρουπ.
Και παρά την αυξανόμενη και δυναμική πορεία των Big Brother, η ίδια νιώθει να ασφυκτιά και να μην εξελίσσεται μουσικά…
Σόλο καριέρα
H φήμη που απολαμβάνει πλέον η Τζόπλιν φέρνει μεγάλες τριβές: οι Big Brother δεν δέχονται να είναι στο παρασκήνιο, όντας απλώς η μπάντα της τραγουδίστριάς τους, και οι κόντρες οδηγούν στο διαζύγιο. Τον Δεκέμβριο του 1968 η Τζόπλιν εγκαταλείπει οριστικά το γκρουπ και ξεκινά σόλο καριέρα.
Αφού δώσει μια ιστορική και μνημειώδη συναυλία στο Woodstock (Αύγουστος του 1969), κάνοντας τους χιλιάδες χίπις να παραληρούν, δημιουργεί το συγκρότημα Kozmic Blues Band και ξεκινά συνεργασίες με μύθους της μουσικής, όπως οι Nick Gravenites και Mike Bloomfield. Η soul και το rhythm & blues κυλά πλέον στις φλέβες της δουλειάς της…
Κι έτσι, τον Σεπτέμβριο του 1969, κυκλοφορεί τελικά ο εμβληματικός δίσκος «I Got Dem Ol’ Kozmic Blues Again Mama!», με τα θρυλικά «Try» (Just a Little Bit Harder) και «To Love Somebody»…
Οι Kozmic Blues δεν παίρνουν όμως και τις καλύτερες κριτικές, ενώ και το κοινό της εμφανίζεται διχασμένο. Η ίδια, νιώθοντας αφόρητη την πίεση να εγκαθιδρυθεί ως γυναίκα μουσικός στο ανδροκρατούμενο μουσικό περιβάλλον της εποχής («αυτή ήταν μια πολύ δύσκολη εποχή για μένα», θα πει αργότερα η Τζόπλιν στην τελευταία της συνέντευξη στις 30 Σεπτεμβρίου 1970, 4 μόλις μέρες πριν από τον θάνατό της, «ήταν πολύ σημαντικό, ξέρετε, αν θα με αποδεχόταν ο κόσμος ή όχι»), βουτιέται περισσότερο στην ηρωίνη και το αλκοόλ.
Οι καταχρήσεις, που συνεχώς αυξάνονται, αφήνουν όμως το στίγμα τους τόσο στη σκηνική παρουσία της Τζόπλιν όσο και στις live εμφανίσεις του γκρουπ. Κι έτσι, τον Δεκέμβριο του 1969 οι Kozmic Blues Band διαλύονται και δύο μήνες μετά (Φεβρουάριος 1970), η Τζόπλιν εισάγεται σε κάντρο αποτοξίνωσης της Βραζιλίας.
Κι ενώ η απεξάρτηση ήταν πετυχημένη, έμελλε να διαρκέσει μόνο μέχρι την άφιξή της σε αμερικανικό έδαφος! Η ίδια, «μόνιμα μεθυσμένη και μαστουρωμένη», όπως παρατηρεί πικρόχολα αμερικανός κριτικός, δημιουργεί την άνοιξη του 1970 τους Full Tilt Boogie Band και κηρύσσει την επιστροφή στο καθαρόαιμο μπλουζ!
Το άλμπουμ του νέου της συγκροτήματος έμελλε ωστόσο να είναι και το τελευταίο της: ηχογραφεί το «Pearl» με το Full Tilt Boogie Band, στο οποίο υπογράφει τη σύνθεση δύο κομματιών, το δυνατό ροκ «Move Over» και το «Mercedes Benz» σε ήχους γκόσπελ…
Τραγικό τέλος
Ήταν στις 4 Οκτωβρίου 1970 όταν η Τζόπλιν θα έπαιρνε την τελευταία της τζούρα ηρωίνης: πεθαίνει από υπερβολική δόση σε δωμάτιο του χολιγουντιανού ξενοδοχείου Landmark Hotel. Ήταν μόλις 27 ετών…
Το «Pearl» θα κυκλοφορήσει τελικά το 1971 ως το μεγάλο κληροδότημα της Τζόπλιν στη μουσική.
Το κομμάτι «Me and Bobby McGee» μάλιστα, γραμμένο από τον τότε σύντροφο της Τζόπλιν, Κρις Κριστόφερσον, σκαρφαλώνει στην κορυφή των charts.
Μετά τον θάνατό της, κυκλοφόρησαν μια σειρά ακόμα από δίσκους με κομμάτια της, ενώ σε αναγνώριση της συνεισφοράς της στη ροκ περιλήφθηκε το 1995 στο Rock and Roll Hall of Fame.
Η «Πρώτη Κυρία του Ροκ εν Ρολ» συνεχίζει να ζει μέσα από τα μνημειώδη τραγούδια της και την υπέροχη, αισθαντική φωνή της…
Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr