Ο μέγας έλληνας μυθογράφος του 6ου αιώνα π.Χ. ήταν ένα αινιγματικό πρόσωπο ήδη από την εποχή του, πόσο μάλλον που κατόπιν ο μύθος επιστρατεύτηκε για να καλύψει τα κενά της βιογραφίας του. Ή της ίδιας του της ύπαρξης. Ο Ηρόδοτος τον χαρακτήριζε «λογοποιό» και ο Πλούταρχος τον περιέγραφε ως έναν παροιμιωδώς κακάσχημο και στραβοκάνη δούλο που τραύλιζε. Όλοι παραδέχονταν ωστόσο πως ήταν ένας ιδιαιτέρως οξυδερκής άνθρωπος με οξυμένη κοινωνική ματιά, γι’ αυτό και οι μύθοι του δεν ήταν παρά διδακτικές αλληγορίες για τη ζωή την ίδια και τον ανθρώπινο παράγοντα. Όμοια με τον επικό ποιητή μας Όμηρο, πολλές είναι οι πόλεις και οι χώρες που ερίζουν ακόμα διεκδικώντας τον ως δικό τους. Η καταγωγή του, όπως και η βιογραφία του, χάνονται στα βάθη του χρόνου και μόνο εικασίες μπορούν να διατυπωθούν για τα πώς και τα γιατί της ύπαρξής του, καθώς το φαινόμενο Αίσωπος θα διαμορφωθεί προοδευτικά ανά τους αιώνες. Στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ., ο περιπατητικός φιλόσοφος και πολιτικός άντρας Δημήτριος ο Φαληρεύς δημοσιεύει την πρώτη γνωστή έκδοση των μύθων του Αισώπου, σφραγίζοντας λίγο πολύ το πρόσωπο του αρχαίου παραμυθά. Τι είναι όμως αλήθεια και τι ψέματα; Την πρώτη μάλιστα βιογραφία του τη γράφει κατά τον 14ο αιώνα μ.Χ. ο βυζαντινός μοναχός και λόγιος Μάξιμος Πλανούδης, μπολιάζοντας μύθους και λαϊκές διηγήσεις της δικής του εποχής με τα ελάχιστα βιογραφικά στοιχεία που μας παραδίδουν οι αρχαίοι συγγραφείς. Κι έτσι ο μεγαλύτερος παραμυθάς της αρχαιότητας παραμένει εν πολλοίς ένας από τους μεγάλους αγνώστους του πνεύματος, καθώς σήμερα πολλοί μελετητές του Αισώπου αμφισβητούν και το ίδιο το γεγονός ότι ήταν ένας άνθρωπος! Ο «πατέρας» του αρχαίου μύθου, ο οραματιστής αυτός της λεγόμενης «διδακτικής μυθολογίας», επιβίωσε ωστόσο σε πείσμα της ελλιπούς βιογραφίας του γιατί το έργο του ήταν από αυτά που έρχονται για να μείνουν. Όταν ο Αίσωπος διατύπωνε με το σατιρικό ύφος του τους συμβολικούς του μύθους ο κόσμος είχε ήδη βρει τον μεγαλύτερο παραμυθά του. Τα ανθρωπόμορφα σε χαρακτηριστικά προσωπικότητας ζώα του θα μεγάλωναν γενιές και γενιές παιδιών στα μήκη και τα πλάτη του κόσμου, με τα μικρά αφηγήματά του, διατυπωμένα με λιτή συντομία, να διακρίνονται για τον ηθικοδιδακτικό τους ρόλο. Ο ίδιος δεν έγραψε βέβαια ούτε λέξη, προτιμώντας να διηγείται τις ιστορίες του προφορικά. Και πιθανότατα, αν κρίνουμε από το φημολογούμενο τέλος του, είχε δίκιο να μην απαθανατίζει γραπτά τις άβολες αλήθειες των μύθων του. Ο αισώπειος μύθος είναι μια σύντομη αφήγηση παραδειγματικού χαρακτήρα που αντλεί στοιχεία από τη λαϊκή σοφία αλλά και τη φιλοσοφική κριτική. Ένα σύντομο περιστατικό δηλαδή με πρωταγωνιστές ζώα συνήθως -αλλά και ανθρώπους ή θεούς κάποιες φορές-, το οποίο χρησιμεύει για να εξάρει ή να στηλιτεύσει χαρακτήρες και συμπεριφορές. Λέγεται ότι ο πρώην δούλος στάλθηκε στο Μαντείο των Δελφών από τον βασιλιά Κροίσο για να πάρει χρησμό, αυτός ωστόσο τα έψαλε στους ιερείς κατηγορώντας τους ότι εξαπατούσαν τον κόσμο! Κι έτσι καταδικάστηκε στα γρήγορα σε θάνατο και ρίχτηκε από την κορφή του Παρνασσού, καθώς τα λεγόμενά του ενοχλούσαν πολλούς. Παρά το γεγονός ότι ήταν ταπεινής καταγωγής και δούλος άλλοτε, οι Αθηναίοι του έστησαν ανδριάντα αργότερα για να δείξουν ότι κάθε άνθρωπος αξίας πρέπει να τιμάται όπως κι αν έχει έρθει στον κόσμο. Τι ιδανικός επίλογος για τη ζωή ενός ανθρώπου που έμοιαζε σαν να έχει βγει από κάποιον μύθο του! Οι Έλληνες διέσωσαν τους μύθους του από στόμα σε στόμα, μέχρι να καταγραφούν τελικά στην ελληνική περίοδο και να επιβιώσουν στους αιώνες ως έξοχα δείγματα αλληγορικού λόγου με τεράστια μαθησιακή αξία για τα μικρά και τα μεγαλύτερα παιδιά. Τι δίδαξε ο Αίσωπος τον κόσμο; Πως η ευγνωμοσύνη είναι χαρακτηριστικό των ευγενικών ψυχών, πως η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι προάγγελος της δυστυχίας, πως η ανέχεια δεν αναγνωρίζει νόμους, πως η κακοτυχία δοκιμάζει την ειλικρίνεια των φίλων και η εκδίκηση θα βλάψει τελικά τον εκδικητή. «Μπορεί τα ρούχα να συγκαλύψουν έναν ανόητο, αλλά τα λόγια του θα τον αποκαλύψουν», μας λέει ο μεγάλος παραμυθάς προειδοποιώντας μας: «Πρόσεξε μη χάσεις την ουσία προσπαθώντας να πιάσεις τη σκιά»…
Πρώτα χρόνια
Πολύ λίγα είναι γνωστά για το πού και το πότε γεννήθηκε ο Αίσωπος. Η επικρατέστερη εκδοχή μιλά για το 625 π.Χ. και ιδιαίτερες πατρίδες του έχουν προταθεί από τη Φρυγία -στη σημερινή Τουρκία-, τη Σάμο και την Αθήνα, μέχρι τις Σάρδεις (πρωτεύουσα της Λυδίας), τη Μεσημβρία (ελληνική αποικία στη Θράκη), την Αίγυπτο, την Αιθιοπία και άλλες αφρικανικές γωνιές. Ο Αίσωπος ήταν εξάλλου σκουρόχρωμος και στους μύθους του εμφανίζονται ζώα άγνωστα στην Αρχαία Ελλάδα. Ήταν από τον ιδιαίτερο τόπο καταγωγής του ή μήπως ήταν αποτέλεσμα των πολυετών ταξιδιών του σε μέρη άγνωστα και εξωτικά; Πιθανότατα δεν θα μάθουμε ποτέ. Πλέον υπάρχει μια μερίδα ιστορικών που αμφισβητεί την ύπαρξή του ή το γεγονός ότι ήταν ένας άνθρωπος, μια γραμμή σκέψης που φαίνεται να υπάρχει ήδη από την κλασική περίοδο. Υπάρχουν συγγραφείς δηλαδή που θεωρούν πως ο Αίσωπος, όπως ακριβώς ο Όμηρος και ο Ησίοδος, είναι περισσότερο η κατασκευή μιας εμβληματικής μορφής αντιπροσωπευτικής ενός αρχαϊκού λογοτεχνικού είδους (του μύθου εδώ), παρά ένας υπαρκτός συγγραφέας. Ο γραμματικός Θέων, αναφερόμενος στους αισωπικούς μύθους, τονίζει ότι παίρνουν το όνομά τους όχι από τον δημιουργό τους, αλλά επειδή εκείνος τους χρησιμοποίησε συχνότερα και με τη μεγαλύτερη τέχνη. Διάφοροι μύθοι που αποδίδονται εξάλλου στον Αίσωπο συναντώνται στην πραγματικότητα ήδη στο έργο ποιητών όπως ο Ησίοδος, ο Αρχίλοχος και ο Σιμωνίδης, την ίδια ώρα που ορισμένες από τις ανεκδοτολογικές αφηγήσεις που αποδεικνύουν τη σοφία του έχουν σε άλλες περιστάσεις πρωταγωνιστές άλλους σοφούς του αρχαίου κόσμου, όπως ο Βίας ο Πριηνεύς, ο Θαλής, ο Πιττακός και ο Σόλων. Ο Αίσωπος αναφέρεται πάντως τόσο από τον Ηρόδοτο και τον Αριστοφάνη όσο και τον Πλούταρχο, ο οποίος στο «Των Επτά Σοφών Συμπόσιον» τον βάζει να ελέγχει με την ευφυολογία και τη σοφία του τα λεγόμενα των επτά σοφών της αρχαιότητας. Η σημαντικότερη βιογραφική πηγή είναι «Ο Βίος του Αισώπου», ένα έργο που χρονολογείται στα τέλη του 1ου αιώνα π.Χ. ή τις αρχές του 1ου αι. μ.Χ. και συντάχθηκε πιθανότατα στην Αλεξάνδρεια. Πρόκειται για άλλη μια βιογραφία που βρίθει μυθιστορηματικών στοιχείων και φανταστικών διηγήσεων, εντάσσοντας μάλιστα στη βιογραφία πολλά περιστατικά από τους μύθους του Αισώπου! Ο Αριστοτέλης και οι μαθητές του ενδιαφέρθηκαν πάντως με ιδιαίτερο ζήλο για τον Αίσωπο, καταλήγοντας στη δική τους εκδοχή πως ήταν Θράκας και όχι Φρύγας. Η επικρατέστερη εκδοχή μάς λέει πάντως πως ο Αίσωπος γεννιέται το 625 π.Χ. στο Αμόριο (ή το Κοττιαίο) της Φρυγίας (οι περισσότερες πηγές τον αναφέρουν ως Φρύγα ή Λυδό) μέσα σε οικογένεια δούλων ιδιοκτησίας του φιλοσόφου Ιάδμονα. Ως σκλάβος στα κτήματα ή βοσκός στα κοπάδια του κύρη του, έζησε δύσκολα παιδικά χρόνια, αν και δεν σταμάτησε να παλεύει για δικαιοσύνη. Μας παραδίδεται ένα περιστατικό που οδήγησε στην πώλησή του: μια μέρα είδε έναν επιστάτη να χτυπά άδικα κάποιον άλλο δούλο και έσπευσε αμέσως να του ζητήσει τον λόγο. Το πράγμα έφτασε στον ιδιοκτήτη, ο οποίος τον πήγε στο σκλαβοπάζαρο της Εφέσου για να τον ξεφορτωθεί. Για καλή του τύχη, τον αγόρασε ο Ξάνθος από τη Σάμο, ένας φωτισμένος άνθρωπος που εκτίμησε τα χαρίσματα του δούλου του και τον έπαιρνε μαζί του στα ταξίδια για να γνωρίσει τον κόσμο. Κατ’ άλλες πηγές, πουλήθηκε στον Ιάδμονα τον Σάμιο, που εδώ είναι ο δεύτερος κύρης του και αυτός που τον ταξίδεψε στις τέσσερις γωνιές του γνωστού κόσμου. Όπως κι αν έχει, ο νέος ιδιοκτήτης εκτίμησε το μεγάλο πνεύμα του δούλου του και τον απελευθέρωσε κάποια στιγμή. Διαβόητος για την ασχήμια του, ο Αίσωπος, όπως μας λέει ο θρύλος αλλά και ο Πλούταρχος, ήταν δύσμορφος: είχε δυσανάλογα μεγάλο κεφάλι σε σχέση με το υπόλοιπο σώμα, πλακουτσωτή μύτη, φουσκωτά χείλη, καμπουριασμένο σώμα και μεγάλη πεταχτή κοιλιά, χαρακτηριστικά που του απέδωσαν το όνομα Αίσωπος, δηλαδή Αιθίοπας. Πιθανότατα κούτσαινε και τραύλιζε κιόλας! Ο ρήτορας Ιμέριος εξομολογείται μάλιστα πως δεν ήταν μόνο οι μύθοι του που προκαλούσαν το γέλιο, αλλά και η ίδια η μορφή του Αισώπου, η φωνή και ο τρόπος ομιλίας του. Ο Αίσωπος ήταν αναμφίβολα δούλος, δεν υπάρχει όμως ιστορική συναίνεση αν ήταν σκλάβος από τη γέννησή του ή υποδουλώθηκε λόγω αιχμαλωσίας ή χρεών. Κύριός του παραδίδεται από τον «Βίο» και τις περισσότερες πηγές ο φιλόσοφος Ξάνθος ο Σάμιος, αν και ο Ηρόδοτος, η παλιότερη πηγή μας, αναφέρεται στον Ιάδμονα τον Σάμιο, μια εκδοχή που αποδεχόταν και ο Αριστοτέλης στη χαμένη σήμερα «Σαμίων Πολιτεία» του. Μεταγενέστερα κείμενα μιλούν και για τον Τίμαρχο τον Αθηναίο. Όπως κι αν ήταν, ο Αίσωπος πέρασε ένα καλό μέρος της σκλαβιάς του στη Σάμο, όπου θα του εκχωρούσε τελικά την ελευθερία του έπειτα από τις σοφές συμβουλές του δούλου για το πώς θα γλιτώσουν οι Σάμιοι από τον πανίσχυρο βασιλιά της Λυδίας, Κροίσο. Ελεύθερος και γνωστός από τις προφορικές του διηγήσεις ως σοφός παραμυθάς, λειτούργησε κατόπιν ως βασιλικός σύμβουλος του Κροίσου. Αυτός τον έστειλε στην Ασία και την Αφρική, αλλά και στις σημαντικότερες πόλεις της Ελλάδας, μεταξύ των οποίων την Αθήνα και την Κόρινθο, μέχρι και στη Σύβαρη της Κάτω Ιταλίας θα βρεθεί. Ακόμα και στη Βαβυλώνα φέρεται να φτάνει η χάρη του, αν και εδώ τον πρώτο λόγο έχει πιθανότατα ο μύθος κι όχι η πραγματικότητα. Ευφυέστατος και παρατηρητικός, αυτός ο δούλος είχε ταλέντο στο να πλάθει μύθους. Μύθους που χρησιμοποιούσε για να περνάει μηνύματα στους ακροατές του, να διδάσκει ήθος και να καυτηριάζει την αδικία, την προδοσία και γενικά όλες τις ευτελείς πράξεις των ανθρώπων. Γι’ αυτό και ο Ηρόδοτος τον αποκαλεί «λογοποιό», καθώς είχε το χάρισμα να διηγείται. Πέρα από μύθους, γνώριζε άλλωστε πολλά αστεία της εποχής και άλλα τόσα ανέκδοτα…
Αισώπου μύθοι
Η συλλογή με τις σύντομες αλληγορικές ιστορίες που θα ονομάζονταν τελικά «Αισώπου μύθοι» τυπώθηκε για πρώτη φορά στο Μιλάνο κατά το 1479. Η δεύτερη έκδοση θα κυκλοφορήσει στη Βενετία το 1525 και το 1543 και η τρίτη στο Παρίσι το 1547, δημιουργώντας μια μακρά εκδοτική παράδοση. Ακόμα και ο Αδαμάντιος Κοραής τύπωσε τους μύθους του Αισώπου το 1810, συμβάλλοντας κι αυτός στην τεράστια απήχησή τους στη μήκη και τα πλάτη του κόσμου. Όσο για την πρώτη απόδοσή τους στα νέα ελληνικά, αυτή φέρεται να έγινε από δυο συγγραφείς του 16ου αιώνα, τους Ανδρόνικο Νούκιο και Γεώργιο Αιτωλό. Ο Αίσωπος εμφανίζεται να είναι ο πρώτος που απήγγειλε σε πεζό λόγο, καθώς στα χρόνια της αρχαίας Ελλάδας μόνο ο έμμετρος λόγος θεωρούνταν κατάλληλο εκφραστικό είδος για τη λογοτεχνία. Ήθελε πιθανότατα να είναι άμεσος στον τρόπο που αποδοκίμαζε το κακό στις πιο αντιπροσωπευτικές μορφές του: τη βία, την απάτη, την αυθαιρεσία, την προδοσία, τη ματαιοδοξία, την αλαζονεία, την ψευδολογία, την πλεονεξία, την πονηριά κ.λπ. Ο Αίσωπος ηθικολογεί στις αλληγορικές του ιστορίες καταδεικνύοντας τον παραλογισμό του κακού και γελοιοποιώντας τις ανθρώπινες κακίες. Επιστρατεύει μάλιστα τα ζώα, συχνά τα άγνωστα ζώα που συναντά στα μακρινά του ταξίδια (όπως τα λιοντάρια), διηγούμενος παραβολές για τον τεμπέλη τζίτζικα, το εργατικό μυρμήγκι, τον λαίμαργο σκύλο και την πονηρή αλεπού. Υπάρχει μια μερίδα ιστορικών που υποστηρίζουν ότι ο Αίσωπος δεν έφτιαξε δικούς του μύθους, αλλά συγκέντρωσε, συμπλήρωσε και τελειοποίησε όσους βρήκε στην εποχή του και στα μέρη όπου γύρισε. Δεν αποκλείεται βέβαια να επινόησε και ο ίδιος μερικούς, κανείς δεν μπορεί πάντως να είσαι σίγουρος. Γεγονός είναι ότι ο Αίσωπος χρησιμοποίησε τη διδακτική μυθολογία με ζηλευτή δεξιότητα και επιτυχία, συνδέοντας άρρηκτα το όνομά του με μια σειρά σύντομων αλληγορικών ιστοριών που ζουν ως τις μέρες μας. Ο εύθυμος τρόπος που αφηγείται τις περιπέτειες των ζωών και σπανιότατα των ανθρώπων και των θεών αποκαλύπτει έναν μαέστρο των παραμυθιών και μεγάλο γνώστη των τεχνικών της αφήγησης. Οι ήρωές του, όπως η αλεπού, ο λύκος, το λιοντάρι, το ελάφι, ο λαγός κ.ά., επιστρατεύονται για να μεταφέρουν το ηθοπλαστικό του δίδαγμα. Έτσι έζησαν οι Αισώπου μύθοι, από στόμα σε στόμα, μέχρι την πρώτη καταγραφή τους στα ελληνιστικά χρόνια από τον Δημήτριο τον Φαληρέα (4ο αιώνας π.Χ.), καθώς πλέον ήταν στο στόμα όλων των λαών απ’ όπου πέρασε και μίλησε ο απελεύθερος δούλος. Η πρώτη αυτή συλλογή των μύθων του Αισώπου δεν σώζεται, μας παραδίδονται ωστόσο κάποια αποσπάσματά της σε έργα ελλήνων και λατίνων λογίων. Όλες οι σωζόμενες σήμερα συλλογές είναι πολύ μεταγενέστερες και προέρχονται από τον 1ο ή τον 2ο αιώνα μ.Χ. Παρά το γεγονός ότι του αποδίδονται πια μερικές δεκάδες μύθοι, οι γνωστότεροι περιστρέφονται γύρω από τον ψεύτη βοσκό, τον Δία και τη χελώνα, το παιδί και το ζωγραφισμένο λιοντάρι, τον γάιδαρο και τη σκιά του, το μονόφθαλμο ελάφι, τους δύο φίλους και την αρκούδα, τα βόδια και τον άξονα, τον φονιά, την Αλκυόνη, τον αγαλματοπώλη, την αλεπού και τον σκύλο, την αλεπού και τη μαϊμού, τη συμμαχία λύκων και σκυλιών, τους οδοιπόρους και τον πέλεκυ, τον γάιδαρο και το αλάτι, το πάθημα του πελαργού, το μυρμήγκι, τον λύκο και το αρνί, τον άνθρωπο και την τύχη του, τα σαλιγκάρια, τον Βοριά και τον Ήλιο, τον γάτο και τα ποντίκια, τη γυναίκα και τις δουλειές, το παιδί που έκλεβε και τη μητέρα του, το λιοντάρι, τον κυνηγό και τον λοτόμο, το λιοντάρι και την ύαινα κ.ά. Οι μύθοι του Αισώπου, με την κομψή συντομία και την απλότητά τους, διατηρούν αιώνες τώρα την αναλλοίωτη ικανότητα να συγκινούν και να ψυχαγωγούν μικρούς και μεγάλους αλλά και να διδάσκουν προπαντός την αλήθεια για την ανθρώπινη ψυχή. Δεκάδες προσπάθησαν να τον αντιγράψουν ανά την Ιστορία, προσπάθησαν ωστόσο ματαίως, καθώς το χιούμορ, η σάτιρα, τα ευφυολογήματα αλλά και οι σοβαρές σκέψεις του μεγάλου έλληνα παραμυθά δεν έχουν ιστορικό όμοιό τους. Ο Αίσωπος θεωρείται ιδρυτής του λογοτεχνικού είδους που σήμερα ονομάζεται «παραβολή» ή «αλληγορία» και διακρίνεται για το ηθικό και διδακτικό περιεχόμενό του. Οι μύθοι του θα στρέψουν το λογοτεχνικό ενδιαφέρον στην εισαγωγή φανταστικών χαρακτήρων, η συμπεριφορά και οι πράξεις των οποίων στοχεύουν στην ανάδειξη της ηθικής, του κοινωνικού καθήκοντος και της αλήθειας. Μέσα από τους διαλόγους των ζώων στους αγρούς, των πτηνών στους αιθέρες και την αναπαράσταση της ζωής στη φύση, ο αναγνώστης δέχεται οδηγίες, παρατηρήσεις και συμβουλές χωρίς να αντιλαμβάνεται την ύπαρξη του ατόμου πού κρύβεται πίσω από τις λέξεις και τον καθοδηγεί. Ο Αίσωπος παραμένει στην αφάνεια και δεν συμμετέχει στους μύθους, δίνοντας έτσι στην αφήγησή του μια αύρα αληθοφάνειας. Δεν είναι φυσικά ένας απλός μυθοποιός αλλά ένας μεγάλος δάσκαλος της ηθικής που υπερασπίζεται την αρετή και εχθρεύεται την αχρειότητα. Η επιδίωξή του διπλή: να μας κάνει να γελάσουμε, μέσα από ευτράπελα, κωμικές καταστάσεις και χιουμοριστικές περιγραφές, ώστε να δεχτούμε ευκολότερα τα πανανθρώπινα μηνύματά του. «Τίποτα δεν είναι όπως δείχνει» ή «Μην επιδιώκεις πολλά πράγματα μαζί», μας λέει ο μεγάλος μυθοποιός και έχει διαχρονικά δίκιο…
Το τέλος του Αισώπου
Άλλη μια διπλωματική αποστολή του παραμυθά για λογαριασμό του προστάτη του Κροίσου πρέπει να προσυπέγραψε το τέλος του περί το 564 π.Χ. (ή 560 π.Χ.). Ο βασιλιάς της Λυδίας εμπιστεύτηκε στον Αίσωπο μια σημαντική ποσότητα χρυσού ως προσφορά στο Μαντείο των Δελφών. Φτάνοντας όμως ο βασιλικός απεσταλμένος στον ναό του Απόλλωνα για να πάρει τον χρησμό, αηδίασε καθώς λένε με την απληστία και τη φιλαργυρία τους που όχι μόνο αρνήθηκε να παραδώσει τον χρυσό, αλλά τον έστειλε κιόλας πίσω στον Κροίσο! Όχι βέβαια προτού ειρωνευτεί με σαρκαστικό τρόπο τους ιερείς για απάτη, κατηγορώντας τους πως εξαπατούν τα εύπιστα πλήθη. Οργισμένοι οι ιερείς των Δελφών, τον κατηγορούν για κλοπή και ιεροσυλία, στήνοντας μια πλεκτάνη σε βάρος του: στριμώχνουν στις αποσκευές του ένα ιερό σκεύος των Δελφών και τον καταδικάζουν στα γρήγορα σε θάνατο ως κοινό εγκληματία, γκρεμοτσακίζοντάς τον από τις λεγόμενες Φαιδριάδες Πέτρες των κορφών του Παρνασσού. Παρά τον ιερό χαρακτήρα του αξιώματός του δηλαδή, όντας πρεσβευτής του λύδου βασιλιά. Λέγεται πάντως πως την άδικη δολοφονία του Αισώπου την εκδικήθηκαν αργότερα οι Σάμιοι. Ανεκδοτολογικές πηγές αναφέρουν ότι ο Αίσωπος δεν πέθανε, αλλά έζησε αλλάζοντας μορφή η ψυχή του. Ο θρύλος τον θέλει ακόμα και να πολεμά στο πλευρό των Λακεδαιμονίων στις Θερμοπύλες! Η ιστορία πάντως με τον άδικο θάνατό του στους Δελφούς πρέπει να ήταν ευρέως διαδεδομένη στην ελληνική αρχαιότητα, αφού ακόμα και ο Αριστοφάνης την υπαινίσσεται στην κωμωδία του «Σφήκες» το 422 π.Χ. Μεγάλη μερίδα ιστορικής σκέψης αμφισβητεί την εκδοχή αυτή, κάνοντας λόγο για απουσία αξιόπιστων πηγών. Εξίσου αναξιόπιστες είναι και οι πηγές που μαρτυρούν την ύπαρξη του ανδριάντα του Αισώπου στην Αθήνα, ενώ λέγεται ότι και οι διάσημοι γλύπτες Λύσιππος και Αριστόδημος έφτιαξαν αγάλματα του ποιητή. Ορισμένοι μελετητές θεωρούν ότι και οι τρεις αναφορές αφορούν πιθανόν στο ίδιο άγαλμα, το οποίο δεν ξέρουμε αν όντως υπήρχε. Η αρχαιότερη εικόνα του Αισώπου απαντάται σε ερυθρόμορφη αττική κύλικα του 450 π.Χ., απηχώντας την παροιμιώδη ασχήμια του: ο μυθοποιός παρουσιάζεται σαν καρικατούρα με τεράστιο κεφάλι να κρατά ένα ραβδί καθισμένος σε έναν βράχο και να συνομιλεί με μια αλεπού. Χίλια πεντακόσια χρόνια αργότερα, ο Αίσωπος ζει και βασιλεύει και συνεχίζει να μαγεύει μικρά και μεγαλύτερα παιδιά… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr