Ο χρυσοδάκτυλος του εγχώριου θεάματος που γνώρισε πρωτοφανείς επιτυχίες ως σεναριογράφος και σκηνοθέτης σε ραδιόφωνο, κινηματογράφο και τηλεόραση δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Πολλές χρυσές σελίδες της ελληνικής showbiz του ανήκουν εξάλλου καθοριστικά, γι’ αυτό και αγαπήθηκε τόσο γενναιόδωρα η δουλειά του από το ελληνικό κοινό, γιατί ο Φώσκολος ήξερε να σκαρώνει αφηγήσεις που μάγευαν τον κόσμο. Συγγραφέας, μυθιστοριογράφος, σεναριογράφος, σκηνοθέτης κινηματογράφου και τηλεόρασης και κριτικός ραδιοφώνου και θεάτρου, δεν είναι και πολλά αυτά που δεν έκανε ο Φώσκολος στην ανεπανάληπτη καριέρα του, μετατρέποντας τη δημιουργία σε πάθος ζωής. Ευρηματικός, εργασιομανής και παροιμιωδώς τελειομανής, συνήθιζε άλλωστε να το λέει και ο ίδιος: «Έμαθα να ζω χωρίς φαΐ, αλλά όχι χωρίς δουλειά». Ο πεινασμένος μικρός Νίκος κατέφυγε λοιπόν στη γραφή ως αποκούμπι στις δύσκολες ώρες των νιάτων του και κατάφερε να διαγράψει μια αστρονομική πορεία στο ελληνικό θέαμα. Πλέον μιλάμε για τις θρυλικές σαπουνόπερές του «Λάμψη» και «Καλημέρα ζωή», το φαινόμενο Φώσκολος δεν εξαντλείται όμως στην τηλεόραση, που μετέτρεψε άλλωστε σε παιδότοπό του. Η «Υπολοχαγός Νατάσα» (1970) του συνεχίζει να κατέχει το ρεκόρ της πιο εμπορικής ταινίας του ελληνικού σινεμά, αν και αυτή δεν ήταν και πάλι η μόνη πρωτιά στην πολύχρονη καλλιτεχνική διαδρομή του σκηνοθέτη και σεναριογράφου Φώσκολου. Οι παλιότεροι αποκλείεται να μη θυμούνται τον «Άγνωστο πόλεμο» (ΥΕΝΕΔ), σε δικό του σενάριο, την ασπρόμαυρη τηλεοπτική σειρά που καθήλωνε τους θεατές καθημερινά στους δέκτες τους από το 1971-1974 σημειώνοντας ιλιγγιώδη ποσοστά θεαματικότητας. Και όταν λέμε ιλιγγιώδη, μιλάμε για περισσότερο από το 90% του τηλεοπτικού κοινού! Μετά ήρθαν τα χρόνια της ιδιωτικής τηλεόρασης και η περιβόητη «Λάμψη», η διάρκεια της οποίας απλώθηκε σε 14 ολόκληρα χρόνια (1991-2005) και απαθανατίστηκε στον αριθμό-ρεκόρ των 3.457 επεισοδίων (Ρεκόρ Γκίνες!). Ως σπουδαίος σεναριογράφος αλλά και ταλαντούχος σκηνοθέτης, ο «πατέρας» των ελληνικών σίριαλ είχε καταπιαστεί με πολλά και διάφορα στη ζωή του, ξεκινώντας την καριέρα του ως νεαρός δημοσιογράφος στις δεκαετίες του 1950 και του 1960, πριν μεταπηδήσει στη συγγραφή και καταπιαστεί με τα πρώτα του αστυνομικά μυθιστορήματα. Κατόπιν η ζωή του θα χαρακτηριζόταν από τη γραφή και τη δημιουργία, γράφοντας και σκίζοντας διαρκώς χειρόγραφα και σημειώσεις και πλάθοντας ιστορίες με κοινωνικά μηνύματα που μοιραζόταν με το πιστό κοινό του μέσα από το ραδιόφωνο, το σινεμά και την τηλεόραση. Από την εποχή που το πρώτο του ραδιοφωνικό σίριαλ «Αστυνομικές ιστορίες του Νίκου Φώσκολου» άφηνε εποχή στο ραδιόφωνο, ο Νίκος ερωτεύτηκε τη γραφή και βάλθηκε να την υπηρετήσει από διάφορα μετερίζια, πειραματιζόμενος κάθε φορά με τα νέα μέσα. Στη δεκαετία του 1960 ήταν, για παράδειγμα, θεατρικός συγγραφέας και κριτικός θεάτρου κατόπιν, γράφοντας περισσότερα από 10 θεατρικά έργα και άλλα τόσα ραδιοφωνικά. Στη συνέχεια θα βρει τη θέση του στο ελληνικό σινεμά και κάποια στιγμή θα έχει στο βιογραφικό του περισσότερες από 70 ταινίες! Και το 1971 θα μπει η τηλεόραση στη ζωή του, της οποίας έμελλε να γίνει ο κορυφαίος εγχώριος γητευτής. Ο μεγάλος αυτός «παραμυθάς» δημιούργησε κόσμους και κόσμους με τη χαρακτηριστική του σφραγίδα αφήνοντάς μας παρακαταθήκη αυτά τα περιβόητα «βρόμικα παιχνίδια εξουσίας» που τόσο λάτρευε. Όταν δεν προσπαθούσε να καυτηριάσει τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας μέσα από το γυαλί, έφτιαχνε κλασικές ταινίες, όπως τις «Κατηγορώ τους ανθρώπους», «Κοινωνία ώρα μηδέν», «Κοντσέρτο για πολυβόλα», «Ορατότης μηδέν», «Πυρετός στην άσφαλτο» και «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» (υποψήφια για Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας), δημιουργώντας αξέχαστα φιλμ του ελληνικού κινηματογράφου. Πολυβραβευμένος και χορτασμένος από επιτυχία και δόξα, ο Νίκος Φώσκολος σάρωσε τα πάντα στο πέρασμά του, αν και αυτός θα έλεγε πιθανότατα πως προπάντων ήταν ένας άνθρωπος που λάτρευε το ποδόσφαιρο και τη θάλασσα και ό,τι έκανε, το έκανε απλώς για να έχει τη δυνατότητα να γράφει. Αυτή ήταν η βάσανος της ζωής του, η γραφή: «Υπάρχουν μέρες που δεν θέλω να γράψω ούτε λέξη. Θέλω να φύγω απ’ το σπίτι, να αποδράσω στη θάλασσα. Ακούω μουσική μέχρι να γεμίσω. Πιέζω τον εαυτό μου. Και τελικά τα καταφέρνω»…
Πρώτα χρόνια
Ανεπανάληπτη καριέρα στη γραφή
Η τηλεόραση
Τελευταία χρόνια