O εγχώριος Σούπερμαν, κατά κόσμον Γιάννης Κεσκελίδης, λύγιζε σίδερα με τα δόντια του, τραβούσε φορτηγά, συνθλιβόταν από νταλίκες και δεν άφησε φυσικά κοτρώνα για κοτρώνα που να μη σπάσει στο κεφάλι του! «Έχω σπάσει εννιακόσια εκατομμύρια πέτρες στο κεφάλι μου, άντεξα φορτηγό 3,5 τόνων πάνω στο σώμα μου, έχω τραβήξει εκατοντάδες αυτοκίνητα, φορτηγά και τρακτέρ με τα δόντια μου και βέβαια το πλήρωσα ακριβά», δηλώνει με καμάρι ο ίδιος, αν και οι υπεράνθρωποι άθλοι του άφησαν το στίγμα τους στην υγεία του. «Έχω σπάσει πλευρά, άνοιξα το κεφάλι μου πάμπολλες φορές και τώρα πληρώνω για τα κατορθώματά μου. Έχω συχνά ζαλάδες, ενώ έχασα και ύψος, από 1,65 κατέληξα 1,58! Αυτά έχει όμως η ζωή. Το κάθε πράγμα έχει και το τίμημά του». Έτσι θυμάται λίγο-πολύ τη ζωή του ο μυθικών διαστάσεων πια Σαμψών, μια από τις γνωστότερες φυσιογνωμίες των αθλητών του δρόμου. Ο ποντιακής καταγωγής πρωτοπαλαιστής ακολούθησε τα χνάρια του παππού και του πατέρα του, μασίστες και παλαιστές τρομεροί επίσης, διαθέτοντας τεράστια αποθέματα φυσικής δύναμης. Λες και οι ανθρώπινοι νόμοι δεν τον άγγιξαν ποτέ! Αθλητής της ελευθέρας πάλης τη δεκαετία του ’50, όργωσε τις παλαίστρες Ελλάδας και εξωτερικού πριν βγει στους δρόμους και τις πλατείες και αφήσει με το στόμα ανοιχτό το κοινό του τόπου μας. Με το ατσάλινο κυριολεκτικά κεφάλι του, ο Σαμψών γύρισε την Ελλάδα από άκρη σε άκρη αφήνοντας τον κόσμο να θαυμάσει την υπεράνθρωπη δύναμή του: όταν δεν έσκιζε τηλεφωνικούς καταλόγους με τα χέρια του και ποδοπατιόταν από τριαξονικά φορτηγά, καθόταν αναπαυτικά για να σπάσουν μάρμαρα στο κρανίο του, λες και όλα αυτά δεν τον επηρέαζαν στο ελάχιστο. Ένας από τους τελευταίους των τελευταίων, ο Γιάννης Κεσκελίδης μεγάλωσε ως Σαμψών γενιές και γενιές Ελλήνων και πάμπολλοι τον θυμούνται ακόμα σε πλατείες χωριών να δίνει τις περιβόητες παραστάσεις του με κηλίδες αίματος στο πρόσωπο και υπολείμματα ξύλων και μαρμάρων στα μαλλιά του! Εκεί, στους υπαίθριους χώρους, έφτιαξε έναν μύθο μεγαλύτερο και από τη ζωή και πλέον ανήκει στο πάνθεο των ελλήνων μασιστών, δίπλα στον Κουταλιανό, τον Τζιμ Λόντο και τον Δημήτρη Τόφαλο, για να αναφέρουμε μερικούς μόνο. Στα βαθιά του γεράματα πια, ζει με την οικογένειά του στη Νέα Ιωνία ως ζωντανός θρύλος, ο τελευταίος ίσως από τους λαϊκούς ήρωες της χώρας μας, αν και η επίσημη πολιτεία φαίνεται να τον έχει λησμονήσει ολότελα…
Πρώτα χρόνια
Καριέρα
Θυμάται όμως κι άλλα: «Μετά τη δεκαετία του ’70, έκανα την οικογένειά μου. Έτσι οι παραστάσεις μου περιορίστηκαν στο δημαρχείο στην Πλατεία Κοτζιά και αργότερα στο Θησείο. Κάποια καλοκαίρια έστελνα τα παιδιά μου διακοπές στην Κατερίνη, από όπου κατάγεται η γυναίκα μου, και γύριζα όλη την Ελλάδα. Δεν είχα πολύ χρόνο». Όταν δεν μασουλούσε σίδερα, σήκωνε τόνους βάρη και έσπαγε πέτρες πάνω στο κορμί του, τραβούσε με τα δόντια του κάρα και αυτοκίνητα, φορτηγά περνούσαν από πάνω του ή έσκιζε με τις παλάμες του ολόκληρες τράπουλες (52 φύλλων!), προκαλώντας τον θαυμασμό μικρών και μεγάλων.
Τελευταία χρόνια