Με τον Ψαθά έπαιζαν σφαλιάρες ως πιτσιρίκια και με τον Χορν εξασκούσαν τα ποντιακά τους στο γύρισμα. Ο λόγος για τον Περικλή Χριστοφορίδη, τον ακάματο θεατρικό και κινηματογραφικό ηθοποιό που μέτρησε πέντε δεκαετίες καριέρας και η χάρη του ξεδιπλώθηκε σε 200 περίπου φιλμ του παλιού καλού ελληνικού σινεμά! Αναγνωρίσιμος και αγαπητός σε όλους, ο Χριστοφορίδης ήταν ένας από κείνους τους ηθοποιούς που τυποποίησε το εμπορικό μας σινεμά και κατόπιν του έγιναν απαραίτητοι. Ουρές έκαναν οι παραγωγές για να τον εξασφαλίσουν στο καστ τους, καθώς η φυσιογνωμία του παραήταν γνωστή και συμπαθής στο ευρύ κοινό. Οι μελετητές της εθνικής μας κινηματογραφίας ερίζουν ακόμα αν ήταν ο Λαυρέντης Διανέλλος, o Γιώργος Βελέντζας ή ο Περικλής Χριστοφορίδης ο απόλυτος ρέκορντμαν συμμετοχών του ελληνικού σινεμά, αν και συναίνεση δεν φαίνεται να υπάρχει. Οι 200 ταινίες του είναι πάντως μια πολύ σοβαρή υποψηφιότητα! Τον Χριστοφορίδη τον θυμόμαστε όλοι στα φιλμ «Λατέρνα Φτώχεια και Φιλότιμο», «Η κυρά μας η μαμή», «Μανταλένα», «Ο Κατήφορος», «Κάτι να καίει», «Δεσποινίς Διευθυντής», «Γαμπρός απ’ το Λονδίνο», «Η χαρτοπαίχτρα», «Ένας απένταρος λεφτάς», «Σήκω χόρεψε συρτάκι», «Φως, νερό, τηλέφωνο, οικόπεδα με δόσεις», «Οι κληρονόμοι», «Ζητείται ψεύτης», «Η κοροϊδάρα» και τόσες ακόμα κλασικές ταινίες που δεν χορταίνουμε να βλέπουμε και να ξαναβλέπουμε. Ποιος μπορεί εξάλλου να τον ξεχάσει στο «Μια ζωή την έχουμε», όταν ανακαλύπτει έκπληκτος την κατάχρηση του ταμία Χορν; Σεμνός και διακριτικός σε όλα του, ο Περικλής Χριστοφορίδης υπηρέτησε με σεβασμό το πανί και το σανίδι για 50 ολόκληρα χρόνια τόσο ως κωμικός ηθοποιός όσο και ως δραματικός. Ηθοποιός ήταν μάλιστα από τα γεννοφάσκια του, καθώς τόσο ο πατέρας όσο και ο παππούς του ήταν επίσης ηθοποιοί στην Τραπεζούντα, αλλά και τα αδέλφια του, Τάκης και Στέλλα!
Πρώτα χρόνια
Ο Περικλής Χριστοφορίδης γεννιέται το 1907 στην Τραπεζούντα του Πόντου μέσα σε οικογένεια με μακρά καλλιτεχνική φλέβα. Τόσο ο παππούς Περικλής όσο και ο πατέρας Γιώργος είναι ηθοποιοί στα περιπλανώμενα μπουλούκια της εποχής και ο μικρός Περικλής και τα δυο του αδέλφια μεγαλώνουν κυριολεκτικά μέσα στο θέατρο. Η οικογένεια θα εγκατασταθεί στην Αθήνα το 1922, έπειτα από τις διώξεις και την ανταλλαγή των πληθυσμών της Μικρασιατικής Καταστροφής, όπου θα συνεχίσει το σχολείο ο Περικλής. Άριστος μαθητής καθώς ήταν, ήθελε να σπουδάσει. Τα μαθητικά του χρόνια στην Αθήνα τα πέρασε μάλιστα με συμμαθητή τον συνομήλικο και πατριωτάκι του Δημήτρη Ψαθά. Κανείς τους δεν έμελλε να σπουδάσει τελικά, καθώς τον έναν θα τον κέρδιζε τον θέατρο και τον άλλο η θεατρική γραφή. Το θέατρο θα κέρδιζε επίσης και τα αδέλφια του, τόσο τον γνωστότερο Τάκη όσο και τη Στέλλα, που διακρίθηκε σε ρόλους σουμπρέτας σε οπερέτες και κωμωδίες. Ο Περικλής δε ανέβηκε στο σανίδι ήδη από το 1924, πριν κλείσει τα 18 χρόνια της ζωής του, καθώς μέχρι τότε είχε αποκτήσει πολλές εμπειρίες, μιας και στο σχολείο πρωταγωνιστούσε πάντα στις θεατρικές παραστάσεις…
Καριέρα
Την ώρα που συνεχίζει να εμφανίζεται αδιαλείπτως στο θέατρο, σε μικρούς αλλά ξεχωριστούς ρόλους, το ντεμπούτο του στο ελληνικό σινεμά θα έρθει εξίσου νωρίς, καθώς ήδη από το 1929 τον επιλέγει ο Γαζιάδης για το καστ της βουβής «Μπόρας»! Οι στιγμές είναι ιστορικές από κάθε άποψη, καθώς μιλάμε ουσιαστικά για τα σπάργανα του ελληνικού σινεμά. Ήταν λόγω συγκυρίας που θα βρισκόταν ο Χριστοφορίδης στο βωβό σινεμά, καθώς το 1929 ο δρόμος του συναντιέται με το μονοπάτι που είχε χαράξει ο μεγάλος λογοτέχνης Παύλος Νιρβάνας (επίσης ποντιακής καταγωγής). Έχοντας γυρίσει το βουκολικό δράμα «Αστέρω» (1929), οι Γαζιάδης-Νιρβάνας ετοιμάζουν τη δεύτερη βωβή συνεργασία τους, την ασπρόμαυρη «Μπόρα», άλλο ένα ποιμενικό δράμα της εποχής, το οποίο μάλιστα δεν θα γυριζόταν σε στούντιο αλλά σε φυσικούς χώρους! Από την οντισιόν περνά και ο Περικλής, ο οποίος επιλέγεται αμέσως και μάλιστα στο πρωταγωνιστικό καστ, δίπλα στους Έντμοντ Φερστ, Αλίκη Ιερωνύμου και Δημήτρη Τσακίρη! Πρωταγωνιστές και τριακόσιοι κομπάρσοι οργώνουν τον Όλυμπο, τα Τέμπη και τη Σμύρνη και μας παραδίδουν ένα από τα πρώτα ολοκληρωμένα φιλμ του ελληνικού κινηματογράφου. Την ώρα που έχει κάνει ένα πρώτο όνομα, βλέπει τη 16χρονη αδελφή του Στέλλα να καταπλήσσει κοινό και κριτικούς με την ερμηνεία της στη θεατρική «Βαβυλωνία» το 1928 και την επόμενη σεζόν να γράφει χρυσές σελίδες στη νεοελληνική επιθεώρηση (η Χριστοφορίδου έπαιξε ακόμα και στους αριστουργηματικούς «Οι απάχηδες των Αθηνών» το 1950 δίπλα στον Λάμπρο Κωνσταντάρα). Παρά το γεγονός ότι ο Χριστοφορίδης πήρε μέρος σε πλήθος ταινιών του βωβού σινεμά καθ’ όλη τη δεκαετία του 1930, η καριέρα του εκτινάχθηκε ουσιαστικά στα μεταπολεμικά χρόνια, όταν και θα γινόταν αναπόσπαστο μέλος της εθνικής μας κινηματογραφίας. Το 1947, για παράδειγμα, θα παίξει στην αισθηματική/δραματική «Μαρίνα» του Αλέκου Σακελλάριου (της Φίνος Φιλμ) και δύο χρόνια αργότερα στους «Χαμένους Αγγέλους» (1949) του Τσιφόρου. Παρά το γεγονός ότι κάνει δεύτερους ρόλους, ξεχωρίζει αμέσως από κοινό και κριτικούς και υπόσχεται πως έχει έρθει για να μείνει! Αυτά τα πρώτα δικά του χρόνια στον ομιλούντα κινηματογράφο ήταν ταυτοχρόνως και τα πρώτα χρόνια της κινηματογραφικής περιπέτειας του Φίνου, κι έτσι ο Περικλής πέρα από ηθοποιός στις 35 ταινίες που γύρισε στη Φίνος Φιλμ λειτουργούσε και ως φροντιστής ή βοηθός παραγωγής! Κι αυτή ήταν μόνο η αρχή. Στα πενήντα χρόνια που ξεδιπλώθηκε η καριέρα του, ο Χριστοφορίδης έπαιξε στο θέατρο με όλους τους μεγάλους ηθοποιούς, συνεργάστηκε με πάμπολλους θιάσους, ίδρυσε κατόπιν δικούς του και περιόδευσε στο εξωτερικό όπου υπήρχε ελληνική ομογένεια. Και σε μια άγνωστη πλευρά της ζωής του, είχε γράψει αρκετά θεατρικά κείμενα και κινηματογραφικά σενάρια, καθώς οι ηθοποιοί του τότε έπρεπε να είναι πολυπράγμονες αν ήθελαν να επιβιώσουν. Από την πολυσχιδή του καριέρα ξεχωρίζει φυσικά η ανεπανάληπτη κινηματογραφική του καριέρα, κι εδώ έχει 200 κοντά ταινίες να το προσυπογράφουν αυτό! Χαρακτηριστικές έχουν μείνει οι ερμηνείες του στα «Κορίτσια για Φίλημα», ερμηνεύοντας τον ρόλο του αδελφού της Ρένας Βλαχοπούλου, στην «Καφετζού» δίπλα στη Γεωργία Βασιλειάδου και στο «Μια ζωή την Έχουμε» φυσικά, πλάι στον σερ του ελληνικού θεάτρου Δημήτρη Χορν. Με τον οποίο όπως είπαμε έκαναν χωρατά στο πλατό στα ποντιακά, μιας και ο Τάκης είχε ποντιακή καταγωγή από τη μητέρα του. Στο πλατό λοιπόν της «Μιας ζωής την έχουμε» το 1958, όπου ο Περικλής ερμηνεύει τον λογιστή της τράπεζας που ανακαλύπτει την κατάχρηση του ταμία Χορν, σε ένα διάλειμμα των γυρισμάτων γυρνά ο Τάκης και τον ρωτά: «Βρε αφώτιστε, πώς βρήκες την κατάχρηση;». Έκπληκτος ο Χριστοφορίδης όσο και ετοιμόλογος, του απαντά στα ποντιακά: «Νέππε αφορισμένε, με τ’ όποιον σέρ’ επήρες τα παράδας;» (με ποιο χέρι πήρες τα χρήματα;). «Με αούτο!» απαντά ο Χορν δείχνοντας το δεξί του χέρι και ξέσπασαν αμφότεροι στα γέλια.
Κι αυτό γιατί ο Χριστοφορίδης ήταν αγαπητός σε όλους και όλοι είχαν να πουν έναν καλό λόγο γι’ αυτόν. Χαρακτηριστική είναι εδώ η μαρτυρία του Νίκου Ξανθόπουλου, που έτρεφε κι αυτός μεγάλη εκτίμηση για το πρόσωπό του: «Ο Περικλής ήταν έντιμος άνθρωπος, πολύ καλός επαγγελματίας και συνεπής στις υποχρεώσεις του. Εξαίρετος ηθοποιός, παίξαμε σε μερικές ταινίες μαζί κι ερμήνευε με μοναδική ακρίβεια το ρόλο που του ανέθεταν». Κι έτσι ήρθαν ταινίες σαν «Το ποντικάκι», «Η καφετζού», «Η άγνωστος», «Κλοτσοσκούφι», «Μανταλένα», «Το δόλωμα», «Ο κατήφορος», «Ζητείται ψεύτης», «Σκλάβοι της μοίρας», «Γαμπρός από το Λονδίνο», «Μαχαραγιάς», «Ξεριζωμένη γενιά», «Η τύχη μου τρελάθηκε», «Ο Μικές παντρεύεται» και τόσες μα τόσες ακόμα, στις οποίες ερμήνευε τους είτε κωμικούς είτε δραματικούς ρόλους του με την ίδια άνεση και μαεστρία.
Ο Χριστοφορίδης αποδείχτηκε τέτοιο ορόσημο ως δευτερορολίστας που δεν σταμάτησε να παίζει ποτέ μέχρι να αποσυρθεί από την ενεργό δράση το 1973 (έκανε πάντως μια μικρή επιστροφή το 1979 για το «Ταξίδι του μέλιτος» του Πανουσόπουλου)! Αρκεί να αναφερθεί ότι το 1967 γύρισε 12 ταινίες και το 1968 άλλες 17! Όσο η συνολική κινηματογραφική παραγωγή ενός παραγωγικού ηθοποιού δηλαδή σε μόλις δύο χρόνια! Από το 1929 ως το 1979 πέρασαν πενήντα χρόνια, πενήντα χρόνια πάνω στο σανίδι και το πλατό, πενήντα χρόνια ζώντας και αναπνέοντας σινεμά. Γι’ αυτό και δικαιούμαστε να πούμε ότι άφησε το δικό του χνάρι στο ελληνικό σινεμά, που δεν θα ήταν ίδιο χωρίς τον μεγάλο αυτό τυπίστα, που λάτρευαν εξάλλου σκηνοθέτες, σεναριογράφοι και παραγωγοί. Ακόμα και ο δεσποτικός Φιλοποίμην Φίνος δεν του κρατούσε κακία όταν τον «πουλούσε» για να συνεργαστεί με άλλα κινηματογραφικά στούντιο, καθώς όλοι τον αγαπούσαν και, κυρίως, τον σέβονταν ως έμπειρο και πολύτιμο κινηματογραφάνθρωπο. Πώς να πέρασε άραγε αυτός ο άνθρωπος που τόσο είχε ταυτίσει τη ζωή του με το σινεμά τα χρόνια της αποστρατείας του; Ένα ερώτημα που δεν θα απαντηθεί ποτέ, καθώς ο Περικλής Χριστοφορίδης έφυγε από τον κόσμο λίγο μετά τη συνταξιοδότησή του, στις 30 Σεπτεμβρίου 1983, όταν χτυπήθηκε από εγκεφαλικό στη Θεσσαλονίκη. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Αθήνα και ενταφιάστηκε στο Γ’ Νεκροταφείο. Πενήντα χρόνια και 200 ταινίες μετά την πρώτη εμφάνισή του στον βωβό κινηματογράφο, ο Χριστοφορίδης άφησε το προσωπικό του αποτύπωμα στο ελληνικό σινεμά και σφράγισε τη μεγάλη οθόνη για μισό ακριβώς αιώνα… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr