Μπαράζ δηλώσεων για προσφυγή στις κάλπες σε περίπτωση που η συμφωνία με τους δανειστές δεν μπορεί να ενταχθεί στο πλαίσιο του «έντιμου συμβιβασμού» έχει ξεκινήσει από το πρωί από κορυφαίους κυβερνητικούς και κομματικούς αξιωματούχους.
Δεν δεχόμαστε τελεσίγραφα και δεν υποκύπτουμε σε εκβιασμούς ήταν το μήνυμα του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη λίγες ώρες μετά την ολοκλήρωση της πενταμερούς στο Βερολίνο.
«Τώρα που κορυφώνεται η ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης, είναι η ώρα των ηγετών και της συλλογικής ευθύνης. Δεν χωρούν τελεσίγραφα από πουθενά», σημείωσε ο κ. Παπαδημούλης.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε με πρωινές του δηλώσεις και ο υπουργός Εργασίας, Πάνος Σκουρλέτης, ο οποίος σημείωσε ότι «θα πρέπει να ερωτηθεί ο λαός για μία συμφωνία που δεν αποτελεί “έντιμο συμβιβασμό”»
Την ίδια ώρα ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ που απηχεί τις θέσεις του Αλέξη Τσίπρα στο εσωτερικό του κόμματος, σε ερώτηση για πιθανό «τελεσίγραφο» από την πλευρά των εταίρων με τη μορφή «take it or leave it», απάντησε ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να το αποδεχθεί καθώς θα είναι έξω από το πλαίσιο του προγράμματος και τη λαϊκή εντολή του Ιανουαρίου.
«Δεν θα έρθει συμφωνία στη Βουλή, που δεν είναι συμβατή με το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ . Ούτε οι βουλευτές, ούτε ο πρωθυπουργός θα φέρουν τέτοιου είδους συμφωνία», σημείωσε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, για να προσθέσει πως καμία μείωση στις συντάξεις δεν πρόκειται να υπογράψει η κυβέρνηση. «Σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία, μοναδική λύση είναι οι εκλογές».
Οι ομοβροντίες εκλογών που ξεκίνησαν εκ νέου, μία ημέρα μετά την πενταμερή για την Ελλάδα, έχουν πολλαπλούς αποδέκτες και σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες αποτελούν την έσχατη και σε καμία περίπτωση επιθυμητή λύση. Στο κυβερνητικό επιτελείο αλλά και στην Κουμουνδούρου μελετώνται όλα τα σενάρια, λαμβάνοντας υπόψη τα δημοσκοπικά ευρήματα που δίνουν σαφές προβάδισμα στο ΣΥΡΙΖΑ. Συνομιλητές του πρωθυπουργού σημειώνουν ότι οι εκλογές αποτελούν ένα απευκταίο σενάριο, καθώς θα χαθεί πολύτιμος χρόνος την ώρα που η ελληνική οικονομία κρέμεται κυριολεκτικά από μία κλωστή, μετά από πέντε σχεδόν μήνες διαπραγματεύσεων αλλά και καθυστερήσεων.
Την ώρα που όλα δείχνουν τόσο από το εξωτερικό, όσο και στο εσωτερικό, ότι η συμφωνία με τους δανειστές είναι προ των πυλών και ενώ η κλεψύδρα με τα ταμειακά διαθέσιμα αδειάζει, στο Μέγαρο Μαξίμου επιχειρείται μία ύστατη προσπάθεια να καμφθούν οι αντιδράσεις των ευρωπαίων εταίρων και οι απαιτήσεις τους για ακόμα μεγαλύτερες υποχωρήσεις από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης.
Την ίδια ώρα ωστόσο, παράλληλα με την εξωτερική διαπραγμάτευση βρίσκεται σε εξέλιξη μία επιχείρηση κάμψης των αντιδράσεων στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και της κυβέρνησης, με αποδέκτες τους επίφοβους για «αντάρτικο» όταν έρθει η συμφωνία προς ψήφιση στη Βουλή, καθώς τίθεται σε κίνδυνο η δεδηλωμένη σε περίπτωση που καταψηφίσουν πάνω από 12 βουλευτές.
Ουσιαστικά, παράλληλα με τα μηνύματα που στέλνονται στο εξωτερικό στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης, από το Μέγαρο Μαξίμου επιστρατεύεται ο «μπαμπούλας» των εκλογών με λίστα, όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα για δεύτερες εκλογές εντός 18μηνου από τις τελευταίες. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα έδινε στον Αλέξη Τσίπρα τη δυνατότητα να κάνει ένα «ξεσκαρτάρισμα» στα εσωκομματικά του, απομονώνοντας τις φωνές που ζητούν ρήξη, ενώ θα είχε παράλληλα την ευκαιρία έχοντας εξασφαλίσει τη συμφωνία με τους δανειστές να διεκδικήσει την αυτοδυναμία με ένα αμιγώς «προεδρικό» και ομοιογενές κυβερνητικό σχηματισμό.
Όσο πλησιάζει η στιγμή ανακοίνωσης της συμφωνίας και των μέτρων που θα τη συνοδεύουν κατόπιν απαίτησης των δανειστών, από το κυβερνητικό επιτελείο αναμένεται να ενταθούν οι παράλληλες πιέσεις προς τους κυβερνητικούς βουλευτές, οι οποίοι με αφορμή την τοποθέτηση της Έλενας Παναρίτη στο ΔΝΤ φρόντισαν να στείλουν ένα σαφές μήνυμα κατά της μνημονιακής «ρετσινιάς» στο Μέγαρο Μαξίμου με φόντο τη διαφαινόμενη συμφωνία.
Στο πλαίσιο αυτό εξάλλου εντάσσεται και η απόφαση για να συνδεθεί η υπερψήφιση της συμφωνίας ουσιαστικά με ψήφο εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση, με τον υπουργό Επικρατείας, Νίκο Παππά, να προαναγγέλλει θέμα κομματικής πειθαρχίας για την ψηφοφορία, κάνοντας λόγο για «ιστορικές ευθύνες των βουλευτών».