Για τα Γλυπτά του Παρθενώνα και τη φύλαξή τους στο Βρετανικό Μουσείο απάντησε σε ερωτήσεις δημοσιογράφων η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη.
Υπενθυμίζουμε ότι οι σφοδρές βροχοπτώσεις τα τέλη του περασμένου μήνα στο Λονδίνο «έπληξαν» τα ελληνικά εκθέματα του Βρετανικού Μουσείου, καθώς σύμφωνα με την ιστοσελίδα Art Newspaper, είχαν σαν αποτέλεσμα την εισροή υδάτων στις ελληνικές γκαλερί, με συνέπεια την καθυστέρηση στην επαναλειτουργία τους.
Η κ. Μενδώνη είπε:
«Για δεκαετίες, το βασικό επιχείρημα των Βρετανών, για την παραμονή των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Λονδίνο, ήταν ότι στο Βρετανικό Μουσείο τα συγκεκριμένα αριστουργήματα εκτίθενται σε καταλληλότερες συνθήκες από εκείνες που μπορούσε να προσφέρει η Ελλάδα.
Εδώ και 12 χρόνια, η Αθήνα διαθέτει το Μουσείο της Ακρόπολης, ένα από τα καλύτερα μουσεία του κόσμου, στο οποίο εκτίθενται κατά άριστο τρόπο τα Γλυπτά του Παρθενώνα, αναμένοντας την οριστική επανένωσή τους με τα παρανόμως διαρπαγέντα από τον Ελγιν τμήματά τους. Το επιχείρημα των Βρετανών έχει προ πολλού καταρριφθεί.
Σήμερα, οι συνθήκες έκθεσης των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο είναι προσβλητικές και επικίνδυνες. Τα Γλυπτά δεν μπορούν να περιμένουν φυλακισμένα την ολοκλήρωση του «masterplan» του Βρετανικού Μουσείου, το οποίο δεν πληροί κατ΄ουδένα τρόπο τις ικανές και ασφαλείς συνθήκες έκθεσής τους.
Το διαρκές και δίκαιο αίτημα της Ελλάδας για την επιστροφή των Γλυπτών στην Αθήνα είναι αδιαπραγμάτευτο και σήμερα απολύτως επίκαιρο».
Γλυπτά Παρθενώνα: Τι υποστηρίζει το Βρετανικό Μουσείο
«Οι αίθουσες 13 έως 18 στο ισόγειο του Βρετανικού Μουσείου έχουν αφαιρεθεί προσωρινά από τη δημόσια πρόσβαση. Το Μουσείο έχει αναλάβει ένα πρόγραμμα εργασίας σε αυτές τις γκαλερί και ο προγραμματισμός αυτής της εργασίας καθυστέρησε λόγω του αντίκτυπου της πανδημίας στο πρόγραμμα του Μουσείου.
Περαιτέρω εργασίες και έρευνες πραγματοποιήθηκαν φέτος το καλοκαίρι και αυτές οι γκαλερί είναι προς το παρόν κλειστές για να διασφαλιστεί η ασφάλεια των επισκεπτών μας και η συλλογή ενώ πραγματοποιούνται αυτές οι έρευνες.
Αυτά τα βασικά έργα αποτελούν μέρος ενός προγράμματος συντήρησης κτιρίων, το οποίο θα βοηθήσει να γίνουν μελλοντικά έργα στο κτίριο του Μουσείου. Παράλληλα με αυτές τις βασικές επισκευές, αναπτύσσουμε ένα στρατηγικό masterplan για να μεταμορφώσουμε το Μουσείο στο μέλλον. Θα περιλαμβάνει την ενεργή ανακαίνιση των ιστορικών κτιρίων και της περιουσίας μας, τη βελτίωση της εμπειρίας των επισκεπτών μας και την ανάληψη μιας φιλόδοξης επανάληψης της συλλογής στα επόμενα χρόνια.
Το Μουσείο είναι ένα ιστορικό και διατηρητέο κτίριο και υπάρχουν συνεχείς αξιολογήσεις υποδομής σε ολόκληρο τον χώρο. Έχουμε μια ομάδα ειδικών που κάνουν τακτικούς ελέγχους σε όλο το Μουσείο για να παρακολουθούν και να διασφαλίζουν την κατάλληλη διαχείριση των κινδύνων για τη συλλογή. Η φροντίδα της συλλογής και η ασφάλεια των επισκεπτών και του προσωπικού μας αποτελούν ύψιστη προτεραιότητά μας».