Κλειδί για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της Ελληνικής οικονομίας αποτελεί η αποτελεσματικότητα, όπως τόνισε ο αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών κ. Θόδωρος Σκυλακάκης, κατά τη διάρκεια της συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής για τον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2021, όπως σημειώνει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Το μέλος της κυβέρνησης έκανε μνεία επίσης στη δύσκολη σημερινή συγκυρία που έχει προκύψει εξαιτίας της πανδημίας, καθώς επίσης και στην ανάγκη να διατηρήσει η χώρα την αξιοπιστία της έναντι των εταίρων της.
Παράλληλα ο κ. Σκυλακάκης εξήγησε αναλυτικά γιατί είναι ανεφάρμοστες οι προτάσεις που έχει καταθέσει ο ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες όπως τονίζει έχουν δημοσιονομικό κόστος πενταπλάσιο από τον μέσο όρο των άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Το πλήρες κείμενο της πλήρους ομιλίας του είναι το εξής:
«Κυρίες και κύριοι βουλευτές, η συζήτηση του φετινού προϋπολογισμού είναι μια δύσκολη συζήτηση. Την παρακολουθούν οι συμπολίτες μας την ώρα που στη χώρα υπάρχει ακόμα ο φόβος της πανδημίας, με δεκάδες χιλιάδες δικούς μας ανθρώπους να έχουν αρρωστήσει και χιλιάδες να έχουν χαθεί. Πολλοί παρακολουθούν κλεισμένοι στο σπίτι τους επί μήνες γιατί ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες. Πολλοί βρίσκονται αντιμέτωποι με οικονομική δυσκολία γιατί δεν μπορούν να δουλέψουν για να κερδίσουν τη ζωή τους. Όλοι ζουν με περιορισμούς της ελευθερίας και με ανησυχία για το μέλλον. Το ελάχιστο που τους οφείλουμε λοιπόν, είναι να μιλούμε με ειλικρίνεια και να λέμε την αλήθεια.
Η διαχείριση των δημοσίων οικονομικών, που επηρεάζουν το εισόδημα κάθε Ελληνίδας και κάθε Έλληνα, είναι μια υπόθεση που απαιτεί ευθύνη και περίσκεψη. Ζούμε την μεγαλύτερη διεθνή οικονομική κρίση από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η οποία χτύπησε τη χώρα μας μόλις είχε βγει από τρία μνημόνια και μετά από μια δεκαετία σχεδόν αποεπένδυσης και μετανάστευσης των νέων μας στο εξωτερικό. Έχουμε ένα πολύ μεγάλο δημόσιο χρέος, το οποίο έχει καλή χρονική διάρθρωση, αλλά απαιτεί -για να μην γυρίσουμε πίσω στα δύσκολα χρόνια της περασμένης δεκαετίας- να έχουμε αξιοπιστία στις σχέσεις μας με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, αλλά και να διατηρούμε την εμπιστοσύνη των αγορών, από τις οποίες δανειζόμαστε δισεκατομμύρια ευρώ κάθε έτος.
Ταυτόχρονα υπάρχουν τεράστιες ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας, που πρέπει οπωσδήποτε να καλυφθούν και μείωση των δημοσίων εσόδων που είναι σε μεγάλο βαθμό αναπόφευκτη, λόγω του περιορισμού των μετακινήσεων και της αναγκαστικής απαγόρευσης μεγάλου αριθμού οικονομικών δραστηριοτήτων λόγω της πανδημίας.
Έχοντας στο πλαίσιο του οικονομικού επιτελείου την ειδική αρμοδιότητα της δημοσιονομικής πολιτικής πρέπει να εξομολογηθώ στο σώμα ότι η ευθύνη είναι πάρα πολύ βαριά αυτή την εποχή. Πρέπει να περπατήσουμε σε ένα τεντωμένο σκοινί. Από την μια πλευρά να βοηθήσουμε όσους βρίσκονται σε ανάγκη, να στηρίξουμε αποτελεσματικά το Εθνικό Σύστημα Υγείας, να κρατήσουμε τις επιχειρήσεις και τις θέσεις εργασίας ζωντανές κι από την άλλη να μην οδηγήσουμε τα δημόσια οικονομικά σε εκτροχιασμό και να σκεφτόμαστε και την ίδια αυτή κοινωνία αύριο όταν θα κληθούμε να επιστρέψουμε όλα όσα δανειζόμαστε σήμερα.
Η αυτονόητη αυτή φράση, ότι τα σημερινά δανεικά πρέπει να πληρωθούν με αυριανά φορολογικά έσοδα, έχει παραδόξως προκαλέσει μεγάλη αναταραχή.
Διάβασα στην εφημερίδα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης έναν από τους αρχι-καθοδηγητές του ΣΥΡΙΖΑ που έγραψε ότι «η επιμονή να θεωρούνται “δανεικά χρήματα” οι έκτακτες δαπάνες»… είναι «ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική, μισάνθρωπη και αντικοινωνική».
Κι απορώ. Δηλαδή κυρίες και κύριοι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, οι δαπάνες σήμερα δεν είναι έλλειμμα; Το έλλειμμα δεν δημιουργεί χρέος; Το χρέος αύριο δεν θα το πληρώσουμε; Με τι θα το πληρώσουμε; Με μάνα εξ ουρανού;
Στα ποτάμια αντί για νερό θα αρχίσει να ρέει μέλι και γάλα; Θα φυτέψουμε λεφτόδεντρο που θα μεγαλώσει σαν τη φασολιά του Τζακ και θα φτάσει στον ουρανό; Δηλαδή είναι μισάνθρωπο να λες στους συμπολίτες σου αλήθεια και φιλάνθρωπο να λες στον κόσμο παραμύθια; Έκανα σοβαρή προσπάθεια να ποσοτικοποιήσω τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Τον Απρίλιο ήρθε ο κ. Τσίπρας και μας πρότεινε 14 δις μέτρα για την πρώτη φάση και πρόσθετες αναστολές που ήταν τουλάχιστον άλλα 4 δις. Μετά ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ και για Ιούνιο-Σεπτέμβριο μας είπε “ξοδέψτε άλλα 13,4 δις και 3,5 δις αναστολές”. Μετά ξαναβγήκε το Νοέμβριο μας πρότεινε άλλα 9 δις, χωρίς να τα ποσοτικοποιώ κι όλα.
Άθροισμα πάνω από 40 δις ευρώ, όταν έχουμε το μεγαλύτερο ως ποσοστό του ΑΕΠ χρέος στην Ευρώπη. Χωρίς να βάλω και άλλα 12 δις ευρώ εγγυήσεις και το πρόσθετο ταμειακό κόστος των προγραμμάτων ρευστότητας.
Αν είχαμε ακολουθήσει αυτή την πολιτική, τι θα συνέβαινε στα δημόσια οικονομικά; Ταμειακά διαθέσιμα -πλην του ποσού του ESM– δεν θα υπήρχαν ούτε για δείγμα. Οι αγορές θα μας κούναγαν το μαντήλι με τα «spread» στον ουρανό και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αντί να μας δίνει χώρο μέχρι το 2022, θα είχε εγκατασταθεί στο Γενικό Λογιστήριο όπου θα είχαν κατασκηνώσει οι τρεις ευρωπαϊκοί θεσμοί και θα είχαν πάρει πάλι τα κλειδιά του ταμείου, όπως συνέβη το 2015.
Για να καταλάβετε πόσο εξωπραγματικά είναι αυτά που προτείνετε, η μέση δημοσιονομική αντίδραση στην Ευρωπαϊκή Ένωση για όλο το 2020 με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Οκτωβρίου ήταν στο 4% του ΑΕΠ και η μέγιστη 6,6% (μαζί και οι αναστολές φόρων) και εσείς μας προτείνατε να ξοδέψουμε πάνω από το 20% του ΑΕΠ μέχρι το Σεπτέμβριο.
Η πραγματικότητα είναι βέβαια ότι αν είσαστε κυβέρνηση και βγαίνατε με ένα τέτοιο πρόγραμμα -στην πραγματική ζωή και όχι στις ονειροφαντασίες της αντιπολίτευσης– η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πριν προλάβετε καλά-καλά να τα ξοδέψετε θα σταματούσε ή θα μείωνε στο ελάχιστο τις αγορές ελληνικών ομολόγων και εσείς, προσπαθώντας να αποφύγετε το επερχόμενο μνημόνιο θα υποχρηματοδοτούσατε τη δεύτερη και την τρίτη φάση της κρίσης, προκαλώντας μια πρωτοφανή μόνιμη οικονομική και κοινωνική ζημιά, ακόμα μεγαλύτερη από αυτή που προκαλέσατε το 2015.
Συμπέρασμα:
Το δομικό πρόβλημα της αντιπολίτευσης παραμένει δυστυχώς ο αδιόρθωτος λαϊκισμός. Εξωπραγματικές υποσχέσεις, όπως το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης για να κοροϊδέψουμε τον κόσμο να μας ψηφίσει και στη συνέχεια πολλαπλάσια ζημιά για να προσπαθήσουμε να τον πείσουμε ότι η απάτη ήταν αυταπάτη. Και μετά ολοταχώς στο «Hotel California» των μνημονίων. Δυστυχώς για τη χώρα, η αντιπολίτευση σήμερα έχει ένα ακόμα χαρακτηριστικό, που αποτελεί μεγαλύτερο και πιο δύσκολο πρόβλημα από τον λαϊκισμό. Αρνείται για λόγους ιδεολογικής εμμονής ή και συλλογικών παρωπίδων, να καταλάβει πώς λειτουργεί μια σύγχρονη οικονομία. Για χρόνια ως κυβέρνηση είχατε άρνηση να ψελλίσετε έστω ότι η χώρα έχει το μεγαλύτερο επενδυτικό κενό στην Ευρώπη. Μιλάγατε με μίσος για τις λεγόμενες αγορές και μετά απορούσατε γιατί τα επιτόκια ήταν στο 4% με μαξιλάρι 37 δις. Ακόμα δεν έχετε καταλάβει γιατί μόλις ήρθε η κυβέρνησή μας τα επιτόκια έπεσαν στο 1%, πριν έρθει η πανδημική κρίση και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Βγήκατε να μιλήσετε για την έκθεση Πισσαρίδη και το μόνο που είχατε να πείτε είναι ότι θα κάνετε τα αντίθετα απ’ ότι λέει. «Θα κάνουμε αντι-Πισσαρίδη» λέτε. Στην πραγματικότητα το μόνο που προτείνετε είναι μια από τα ίδια που πριν δεκαοκτώ μήνες εκκωφαντικά απέρριψε ο ελληνικός λαός. Μαζί με μια τοξική εχθροπάθεια για ο,τιδήποτε προτείνει η κυβέρνηση. Ακόμα και στην αναδάσωση λέτε όχι. Είναι πολλά τα στρέμματα, πρέπει να γίνει λιγότερη, διάβαζα τις προάλλες στην Αυγή.
Θα τελειώσω τις αναφορές μου στην αντιπολίτευση με τις αμετροεπείς και γεμάτες ανακρίβειες επιθέσεις και κατηγορίες που άκουσα αυτές τις ημέρες για υποχρηματοδότηση του κοινωνικού τομέα.
Επειδή οι αριθμοί είναι αμείλικτοι θα παρουσιάσω τα στοιχεία του προϋπολογισμού, σε σχέση με τον τελευταίο προϋπολογισμό που εκτέλεσε ο ΣΥΡΙΖΑ το 2018.
Δαπάνες ανά Υπουργείο
Υγεία: 2018 3,8 δις 2021 4,1 δις, χωρίς τις επιπλέον δαπάνες COVID.
Παιδεία 5,4 δις το 2018 έναντι 5,6 δις το 2021.
Κοινωνικές δαπάνες: Συντάξεις 28,7 δις το 2018 29, 2 δις το 2021.
Κοινωνική Πρόνοια – δαπάνες ΟΠΕΚΑ: 1,3 δις το 2018 και πρόβλεψη για 3,2 δις το 2019, 4,2 δις το 2021.
Ανεργία και εργασία, δαπάνες ΟΑΕΔ: 2,4 δις το 2018, 2,6 δις το 2021.
Λέτε πολλά λόγια για την κοινωνική πολιτική, αλλά τελικά ο δικός μας προϋπολογισμός έχει σε όλους τους τομείς μεγαλύτερες κοινωνικές δαπάνες.
Μια παρέμβαση εδώ για τις δαπάνες υγείας. Στο αποθεματικό για τον Covid-19 υπάρχουν 3 δις ευρώ κι ό,τι πρόσθετο χρειαστεί το υπουργείο Υγείας για την αντιμετώπιση της πανδημίας, το 2021 το υπουργείο Οικονομικών δεσμεύεται να το καλύψει. Όπως κάναμε κι ως σήμερα δίνοντας 786 εκατ. ευρώ επιπλέον κρατικές δαπάνες για να καλύψουμε τις ανάγκες του συστήματος Υγείας. Ταυτόχρονα από τις αρχές του χρόνου θα ξεκινήσουμε με δικό μας ρίσκο δαπάνες που θα πληρωθούν στη συνέχεια από το Ταμείο Ανάκαμψης, από το οποίο θα διαθέσουμε σημαντικούς πόρους για την ουσιαστική αναβάθμιση του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Πόρους για την πρόληψη, την πρωτοβάθμια περίθαλψη, την αναβάθμιση των νοσοκομείων και την αποτελεσματική οργάνωση και ψηφιοποίηση του συστήματος.
Να σας θυμίσω ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ μας παρέδωσε ένα σύστημα που δεν έχει καν ψηφιακό φάκελο ασθενή, ώστε να μπορούν οι γιατροί να έχουν άμεσα την πλήρη εικόνα του όταν έχει μια ανάγκη υγείας για να μπορούν να λαμβάνουν σωστότερες αποφάσεις. Φεύγω τώρα από την αντιπολίτευση, στην οποία έπρεπε να απαντήσω, για να έρθω στις προοπτικές που ανοίγονται στη χώρα για το μέλλον, που είναι κι αυτό που ενδιαφέρει στην πραγματικότητα τον ελληνικό λαό.
Ποιο είναι σήμερα το θεμελιώδες πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας; Αν συνοψίσω όλες τις εκθέσεις των διεθνών οργανισμών, όλες τις απόψεις των σοβαρών επιστημόνων, η απάντηση είναι μια λέξη: Αποτελεσματικότητα. Πώς ορίζουμε την αποτελεσματικότητα; Είναι η ικανότητά μας να οργανώνουμε ένα σύστημα ώστε να φέρνει με τους ίδιους πόρους πολύ καλύτερο αποτέλεσμα. Για να το πούμε απλά και καθημερινά, τα λεφτά κι ο κόπος μας να πιάνουν τόπο.
«Το ελληνικό κράτος πάσχει από παροιμιώδη έλλειψη αποτελεσματικότητας»
Στην ιδιωτική οικονομία το βασικό μας πρόβλημα είναι η αδυναμία μεγάλου αριθμού επιχειρήσεών μας να είναι διεθνώς ανταγωνιστικές. Να κάνουν επενδύσεις σε μηχανήματα και τεχνολογία, να επενδύσουν στη βελτίωση των δεξιοτήτων των εργαζομένων τους και να τους δώσουν κίνητρα, καλύτερους μισθούς δηλαδή, για να φέρνουν καλύτερο αποτέλεσμα. Επίσης οι επιχειρηματίες μας δύσκολα συνεργάζονται μεταξύ τους. Οι επιχειρήσεις μας, σε όλα τα μεγέθη είναι οι μικρότερες της Ευρώπης. Όλες, μικρές, μεσαίες και μεγάλες είναι πολύ μικρότερες σε μέγεθος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Έτσι η σπουδαία επιχειρηματική ικανότητα και δημιουργικότητα των ανθρώπων μας δεν πιάνει τόπο γιατί δεν συνεργαζόμαστε. Το έχει πει καταπληκτικά ο Πορτοκάλογου πριν χρόνια: «Ήμασταν πάντοτε παιχτάρες μα δεν αλλάζαμε μπαλιές».
Στο κράτος, η αδιαφορία για το αποτέλεσμα, η καθυστέρηση στην υιοθέτηση της τεχνολογίας, η αδυναμία μας να μετρήσουμε σωστά, είναι επίσης παροιμιώδης.
Όταν έγινε η τραγωδία της Μάνδρας ανακάλυψα και αποκάλυψα σε ένα άρθρο μου στο Liberal ότι όλη η επικοινωνία της πολιτικής προστασίας για την αντιμετώπιση των πλημμυρών προβλεπόταν στη σχετική εγκύκλιο ότι θα γίνεται με φαξ. Το 2017 όταν όλοι οι Έλληνες είχαν κινητό, επικοινωνία σε κατάσταση κρίσης με φαξ.
Στο σύστημα περίθαλψης δόθηκε ΑΜΚΑ στους εποχιακούς αλλοδαπούς εργάτες -και πολύ σωστά για όσο δουλεύουν στη χώρα- όμως κανείς δεν σκέφτηκε να το αδρανοποιήσει όταν φεύγουν. Έτσι πληρώνουμε απίστευτα ποσά σε ανθρώπους που ζουν και δουλεύουν εξωτερικό και έρχονται όταν αρρωσταίνουν να πάρουν φάρμακα και περίθαλψη τζάμπα, με έξοδα του Έλληνα φορολογούμενου, επειδή είχαν δουλέψει κάποτε μια σεζόν στην Ελλάδα.
Στην εκπαίδευση βγαίνουν τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, του γνωστού διεθνούς Οργανισμού, που τον αναφέρει διαρκώς η αντιπολίτευση ως επιχείρημα στη συζήτηση αυτή και δείχνουν ότι η Ελλάδα στο διεθνή διαγωνισμό PISA που μετράει τις δεξιότητες –στην κατανόηση κειμένου, τα μαθηματικά και τις φυσικές επιστήμες– που πρέπει να έχουν οι μαθητές ολοκληρώνοντας την υποχρεωτική εκπαίδευση, είναι από τις χειρότερες στην Ευρώπη. Κάτω από την Τουρκία και σε χειρότερη θέση το 2018 σε σχέση με το διαγωνισμό του 2015. Ποια είναι η αντίδραση; Επί χρόνια, μέχρι να έρθει αυτή η κυβέρνηση, αδιαφορία. Μιλάμε εδώ για δαπάνες εκπαίδευσης και όχι για το αποτέλεσμά της.
Ξοδεύουμε δισεκατομμύρια για φάρμακα και ακόμα δεν υπάρχει κοινό σύστημα προμηθειών και κοινό βιβλίο αποθήκης για να ξέρουμε πόσα φάρμακα και που υπάρχουν στα νοσοκομεία μας. Μιλάμε για απορροφήσεις πόρων και τα τελευταία χρόνια με βάση μελέτη της Pricewaterhouse Coopers έχουμε 51 μήνες καθυστέρηση στην υλοποίηση των έργων, με βάση τον αρχικό σχεδιασμό τους. Κι αντί για πραγματική απορρόφηση, η προηγούμενη κυβέρνηση “πάρκαρε” τα χρήματα στο τέλος κάθε χρονιάς σε λογαριασμούς και παρίστανε ότι έκανε απορρόφηση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Μιλάμε για δικαιοσύνη και έχουμε τόση καθυστέρηση στις αποφάσεις, χρόνια ή μερικές φορές και δεκαετίες, που αίρεται πολλές φορές και η ίδια η έννοια της απόδοσης της δικαιοσύνης.
Το κλειδί για να αλλάξει η χώρα και να βγούμε από την παγίδα των διαδοχικών κρίσεων και της υπανάπτυξης δεν είναι λοιπόν μόνο να βάλουμε χρήματα στην οικονομία και τις κρατικές δομές. Χρήματα εξασφαλίσαμε, χωρίς προηγούμενο με την τεράστια επιτυχία της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, με τα 32 δις πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Το κλειδί για να πετύχει η χώρα, να βγει στο ξέφωτο, να ζήσει και πάλι την ελπίδα, να αλλάξουμε πραγματικά τη ζωή μας, είναι να τα αξιοποιήσουμε με αποτελεσματικότητα. Με οργάνωση, εισάγοντας σύγχρονες τεχνολογίες και κινητοποιώντας πολλαπλάσιους ιδιωτικούς πόρους για κάθε ευρώ δημόσιο χρήμα. Δημιουργώντας εκατοντάδες χιλιάδες καλοπληρωμένες νέες θέσεις εργασίας.
Προσελκύοντας στην πατρίδα μας παγκόσμιους κολοσσούς για να φέρουν εδώ δραστηριότητες, επενδύσεις και χρήματα.
Αποτελεσματικότητα, η λέξη που σιχαίνονται οι ανά τον κόσμο λαϊκιστές. Αυτή είναι που θα αλλάξει το δικό μας μέλλον. Η πατρίδα μας και εμείς οι Έλληνες έχουμε τεράστιες δυνατότητες. Φυσικό περιβάλλον, γεωγραφική θέση, ιστορία, ατομικές ικανότητες, μόρφωση, υποδομές, σωστές συμμαχίες. Αυτό που χρειαζόμαστε για να τις κάνουμε πραγματικότητα δεν είναι ωραία λόγια, είναι να γίνουμε ως οικονομία, ως κράτος και ως κοινωνία πολύ πιο αποτελεσματικοί.
Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα αυτής κυβέρνησης. Να κάνουμε τις δυνατότητες αυτής της χώρας πράξη και να φέρουμε έτσι μια πολύ καλύτερη ζωή.
Καταλαβαίνω ότι είναι πολύ δύσκολο να τα κουβεντιάζουμε αυτά μέσα στις μαύρες αυτές μέρες, που έχουμε χάσει χιλιάδες ανθρώπους, που βιώνουμε περιορισμούς ανυπόφορους στην προσωπική και την οικονομική μας ελευθερία, που περνάμε δύσκολα και πολεμάμε έναν ύπουλο κι αόρατο εχθρό.
Ο πόλεμος όμως θα τελειώσει. Η επόμενη μέρα θα έρθει. Και η Ελλάδα θα βρει και πάλι το δρόμο της. Αυτό δεσμεύεται και εγγυάται η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη».