Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου μια μεταρρύθμιση όσον αφορά το άσυλο, με την οποία προβλέπονται μεγαλύτερη αυστηρότητα όσον αφορά τις επιστροφές παράτυπων μεταναστών, αυξημένοι έλεγχοι στα εξωτερικά σύνορα και επιτάχυνση των διαδικασιών. Η εξέλιξη αυτή προκάλεσε την αντίδραση ΜΚΟ, την κατηγορούν ότι οι Βρυξέλλες υποχώρησαν στις πιο εχθρικές προς την υποδοχή των μεταναστών χώρες.
Η πρόεδρος της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, υπεραμύνθηκε μιας «δίκαιης και λογικής» ισορροπίας ανάμεσα στην «ευθύνη και την αλληλεγγύη» μεταξύ των 27. «Πρέπει να βρούμε μακροπρόθεσμες λύσεις για τη μετανάστευση», δήλωσε, υπογραμμίζοντας πως η πυρκαγιά στον καταυλισμό της Μόριας ήταν μια έντονη υπενθύμιση της ανάγκης για δράση.
Πέντε χρόνια μετά την κρίση του 2015, αυτό το νέο «Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο» προβλέπει πως οι χώρες της Ε.Ε. που δεν θέλουν να πάρουν αιτούντες ασύλου σε περίπτωση αύξησης των μεταναστευτικών ροών, πρέπει αντίθετα να συμμετάσχουν στις επιστροφές όσων η αίτησή τους για άσυλο απορρίπτεται από τις ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες έφθασαν, προς τις χώρες προέλευσής τους.
Ωστόσο, το προτεινόμενο αυτό σύμφωνο προτείνει την προστασία από δικαστικές διώξεις των ΜΚΟ που διασώζουν μετανάστες στη θάλασσα.
Αναθεωρεί, επίσης, την αρχή που συνίσταται στο να ανατίθεται στην πρώτη χώρα εισόδου ενός μετανάστη στην Ε.Ε. η ευθύνη της επεξεργασίας του αιτήματός του για άσυλο.
Αυτός ο κανονισμός του Δουβλίνου, που είναι αυτή τη στιγμή ο πυλώνας του συστήματος ασύλου στην Ευρώπη, δεν έχει σταματήσει να τροφοδοτεί τις εντάσεις ανάμεσα στους 27, λόγω του βάρους που εναποθέτει στις χώρες που λόγω γεωγραφικής θέσης είναι στην πρώτη γραμμή των αφίξεων, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία.
Στην πρόταση της Επιτροπής, η χώρα που είναι υπεύθυνη για το αίτημα ασύλου θα μπορεί να είναι εκείνη στην οποία ένας μετανάστης έχει αδελφό ή αδελφή, στην οποία έχει εργαστεί ή σπουδάζει. Επίσης η χώρα που έχει χορηγήσει βίζα σε έναν μετανάστη θα είναι εκείνη που θα πρέπει να επιφορτισθεί με την αίτηση ασύλου.
Σε διαφορετική περίπτωση, αυτές οι χώρες πρώτης εισόδου θα παραμείνουν υπεύθυνες για την αίτηση ασύλου. Προβλέπεται, επίσης, μια πιο γρήγορη διαδικασία ώστε να απορρίπτονται πιο γρήγορα οι μετανάστες που έχουν λίγες πιθανότητες να λάβουν διεθνή προστασία.
Πρόκειται -σύμφωνα με την Επιτροπή- για εκείνους που έρχονται από χώρες που είχαν ένα θετικό ποσοστό απόκρισης σε αιτήματα ασύλου μικρότερο του 20% όπως η Τυνησία ή το Μαρόκο. Για αυτούς, η επεξεργασία του αιτήματος ασύλου γίνεται στα σύνορα και σε ένα διάστημα 12 εβδομάδων.
Όλα τα κράτη συνεισφέρουν, ανάλογα με το οικονομικό τους βάρος και τον πληθυσμό τους
Αν μία χώρα υπόκειται σε μεταναστευτική «πίεση» και εκτιμά ότι δεν μπορεί πλέον να αναλάβει την ευθύνη μεταναστών, μπορεί να ζητήσει την ενεργοποίηση ενός «υποχρεωτικού μηχανισμού αλληλεγγύης», ο οποίος πρέπει να αποφασιστεί από την Επιτροπή.
Η Επιτροπή εκτιμά τον αριθμό των μεταναστών που θα πρέπει να αναλάβει. Όλα τα κράτη συνεισφέρουν, ανάλογα με το οικονομικό τους βάρος και τον πληθυσμό τους. Όμως μπορούν να επιλέξουν ανάμεσα στο να υποδεχθούν αιτούντες άσυλο, να «γίνουν ανάδοχοι» της επιστροφής στη χώρα του ενός μετανάστη που δεν έχει δικαίωμα να παραμείνει στην Ε.Ε. ή να βοηθήσουν κυρίως στην κατασκευή κέντρων υποδοχής.
Σε περίπτωση μιας παρόμοιας «κρίσης» με εκείνην του 2015, όταν τουλάχιστον 1.000.000 πρόσφυγες έφθασαν στην Ευρώπη, η επιλογή για μια χώρα περιορίζεται στη ανάληψη της ευθύνης για τη μετεγκατάσταση των προσφύγων ή την επιστροφή των μεταναστών που έχει απορριφθεί η αίτηση ασύλου τους.
Όμως αν μια χώρα της Ε.Ε. δεν καταφέρει να στείλει μετανάστες στη χώρα προέλευσής τους μέσα σε οκτώ μήνες, οφείλει να τους υποδεχθεί. Πρόκειται για εναλλακτικές επιλογές που θεωρούνται ανέφικτες για τις μικρές χώρες που δεν διαθέτουν τα μέσα, εκτιμά μια ευρωπαϊκή πηγή, την οποία επικαλείται το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η Ευρωπαία Επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων, Ίλβα Γιόχανσον, υπενθυμίζει πως η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική από το 2015, με τον αριθμό των αφίξεων παράτυπων μεταναστών στην Ε.Ε. να έχει πέσει το 2019 στις 140.000. Και αν το 2015, το 90% των μεταναστών απέκτησαν το καθεστώς του πρόσφυγα, σήμερα τα 2/3 δεν έχουν δικαίωμα σε διεθνή προστασία, εκτιμά, κάτι που μειώνει τον αριθμό των ενδεχόμενων μετεγκαταστάσεων.
Προκειμένου να αυξηθούν οι επιστροφές προς τις χώρες προέλευσης, η Επιτροπή θα ορίσει έναν συντονιστή, που θα στηρίζεται σε ένα δίκτυο «ειδικών» στα κράτη-μέλη. Και θα «εντατικοποιήσει τις διαπραγματεύσεις» με τις χώρες προέλευσης.
Η Ε.Ε. έχει υπογράψει 24 συμφωνίες επανεισδοχής με τρίτες χώρες, αλλά «δεν λειτουργούν όλες», σχολιάζει η Γιόχανσον. Ένα μέσο πίεσης θα είναι η δημοσίευση ετήσιων εκθέσεων που αποτιμούν την ικανότητα της μιας ή της άλλης χώρας να πάρει πίσω τους πολίτες της και που θα έχει συνέπειες στη χορήγηση βίζας στους πολίτες τους.
Η ΕΕ έχει στόχο να υπάρξει «αυξημένη αποτελεσματικότητα στις επιστροφές» παράτυπων μεταναστών προς τις χώρες προέλευσής τους, εκτίμησε σήμερα η Γιόχανσον κατά την παρουσίαση της μεταρρύθμισης του ασύλου στην Ένωση.
«Πρέπει να επικεντρωθούμε περισσότερο στις επιστροφές (…) Υπάρχει στο πακέτο μας σήμερα ένας αριθμός πρωτοβουλιών προκειμένου να φθάσουμε σε μια αυξημένη ικανότητα επιστροφών (…) Ένα κρίσιμο σημείο είναι να έχουμε καλές συμφωνίες επανεισδοχής (των μεταναστών αυτών) στις τρίτες χώρες, και αυτό θα είναι προτεραιότητα», επέμεινε.
Η ΜΚΟ Oxfam κατηγόρησε την Επιτροπή ότι «υποκύπτει στις αντιμεταναστευτικές κυβερνήσεις». Για τον ειδικό στο μεταναστευτικό Ιβ Πασκουό, η Επιτροπή «αναδιευθετεί ένα σύνολο χωρίς πραγματικό σχέδιο, χωρίς δομή, χωρίς σκελετό».
«Είναι ένας συμβιβασμός ανάμεσα στη μικροψυχία και την ξενοφοβία» γράφει στο Twitter ο Βέλγος ερευνητής Φρανουά Γκεμέν, λέγοντας πως πρόκειται για «τις ίδιες συνταγές που αποτυγχάνουν εδώ και 20 χρόνια, και την ίδια λογική της Ευρώπης φρούριο».