Πεπεισμένη ότι θα υπάρξουν περαιτέρω συζητήσεις ως προς το ύψος του Ταμείου Ανάκαμψης και πόσα θα είναι επιχορηγήσεις και πόσα δάνεια δηλώνει η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σε σημερινή συνέντευξή της στη δημόσια Αυστριακή Ραδιοφωνία.
Ωστόσο τονίζει πως είναι σημαντικό να υπάρξει «κοινό σημείο εκκίνησης». Παρά την αντίσταση της Αυστρίας, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θεωρεί ότι υπάρχει μία καλή συνεργασία με τον ομοσπονδιακό καγκελάριο Σεμπάστιαν Κουρτς, με τον οποίο η ίδια είναι «σε πολύ καλή, σε πολύ στενή επαφή» και κυρίως για το πού και πώς θα γίνουν επενδύσεις.
Χρειαζόμαστε το ταχύτερο δυνατό αυτό το Πακέτο Ανασυγκρότησης και τον Ευρωπαϊκό Προϋπολογισμό, τόνισε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Όπως είπε, κατά τη διάρκεια των πολλών συζητήσεων τις τελευταίες εβδομάδες, ο καγκελάριος είχε επίσης μαζί της πολύ ισχυρή επιρροή στη διαμόρφωση του προγράμματος.
«Για παράδειγμα, στο αίτημα για εκσυγχρονισμό του προϋπολογισμού, για επένδυση στην ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και στην ψηφιοποίηση, συμφωνούμε απόλυτα» ανέφερε, σημειώνοντας, πως το γεγονός ότι γνωρίζει και εκτιμά εδώ και πολύ καιρό τον Σεμπάστιαν Κουρτς, κάνει τις διαπραγματεύσεις ευκολότερες.
Υπενθυμίζεται ότι ο Αυστριακός καγκελάριος, απορρίπτοντας την πρόταση για ένα Ταμείο Ανάκαμψης, ύψους 500 δισεκατομμυρίων ευρώ, που είχαν παρουσιάσει την προπερασμένη Δευτέρα ο Γάλλος πρόεδρος και η Γερμανίδα καγκελάριος, είχε προαναγγείλει μία αντιπρόταση, διαμηνύοντας πως «θέλουμε να είμαστε αλληλέγγυοι με κράτη, τα οποία έχουν πληγεί ιδιαίτερα από την κρίση, ωστόσο πιστεύουμε ότι ο σωστός δρόμος είναι τα δάνεια και όχι οι επιδοτήσεις».
Την «αντιπρόταση» δημοσιοποίησε επίσημα το περασμένο Σάββατο η Αυστριακή Καγκελαρία στη Βιέννη, ως έγγραφο κοινής θέσης, στο οποίο η Αυστρία, η Ολλανδία,, η Δανία και η Σουηδία, τονίζουν ότι θέλουν να βοηθήσουν με δάνεια υπό ευνοϊκούς όρους.
«Προτείνουμε λοιπόν ένα προσωρινό, ταμείο έκτακτης βοήθειας για τη στήριξη της οικονομικής ανάκαμψης και της ανθεκτικότητας των δομών της υγείας σε πιθανά μελλοντικά κύματα, αλλά εκεί που δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε, είναι οποιαδήποτε εργαλεία ή μέτρα, τα οποία οδηγούν σε κοινοτικοποίηση χρεών ή σε σημαντικές αυξήσεις στον προϋπολογισμό της ΕΕ» διαμήνυαν, μεταξύ άλλων, οι τέσσερις της «αντιπρότασης Κουρτς».
Αξίζει να σημειωθεί πως οι τέσσερις χώρες, «καθαρά συνεισφέρουσες» στον προϋπολογισμό της ΕΕ – αυτοαποκαλούμενες εξοικονομητές – πριν από την έξαρση της κρίσης του κορονοϊού και στο πλαίσιο των συζητήσεων για το νέο επταετές δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ, είχαν ζητήσει να περιοριστεί ο πολυετής κοινοτικός προϋπολογισμός στο ένα τοις εκατό του ΑΕΠ.
Οι ίδιες είχαν απορρίψει προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για ένα υψηλότερο ποσοστό του ΑΕΠ, και την τοποθέτηση τους αυτή, οι τέσσερις επαναλαμβάνουν και στην «αντιπρόταση Κουρτς» τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι «η θέση μας για το δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ παραμένει αμετάβλητη».