Ο χρόνος εξακολουθεί να πιέζει την κυβέρνηση στο προσφυγικό– μεταναστευτικό, καθώς μόλις βελτιωθεί ο καιρός υπάρχει φόβος για νέα αύξηση των ροών.
Τα έργα για τα κλειστά κέντρα στα νησιά του Αιγαίου ξεκινούν άμεσα, ενώ το γερμανικό σχέδιο για ένα νέο ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου δίνει μία προοπτική, αλλά αναμένεται να προωθηθεί κατά τη γερμανική προεδρία της ΕΕ, δηλαδή το δεύτερο εξάμηνο του 2020.
Γράφει η Βίκυ Σαμαρά
Το σχέδιο για τη μεταρρύθμιση της ευρωπαϊκής πολιτικής ασύλου, που θα προτείνει η γερμανική προεδρία της ΕΕ και στο οποίο συμφώνησαν CDU/CSU και SPD, προβλέπει ειδικότερα την «προκαταρκτική εξέταση» των αιτήσεων ασύλου στις χώρες εισόδου.
Έτσι, στις χώρες εισόδου θα ξεκαθαρίζεται καταρχήν άμεσα εάν κάποιος έχει ρεαλιστικές προοπτικές να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας. Εφόσον η προκαταρκτική αυτή εξέταση είναι θετική, τα άτομα που περνούν το πρώτο στάδιο θα κατανέμονται στα κράτη- μέλη της ΕΕ, ανάλογα με τον πληθυσμό και την οικονομική ισχύ τους. Οι αιτήσεις ασύλου δηλαδή δεν θα εξετάζονται στις χώρες εισόδου μόνον, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα, με το σύστημα του Δουβλίνου, το οποίο έχει ως αποτέλεσμα χώρες όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, να επιβαρύνονται ιδιαίτερα.
Το σχέδιο της γερμανικής κυβέρνησης προβλέπει επίσης ότι οι κοινωνικές παροχές για τους αιτούντες άσυλο θα παρέχονται αποκλειστικά και μόνο στη χώρα της ΕΕ που είναι αρμόδια για την αντίστοιχη διαδικασία ασύλου. Στόχος είναι να περιοριστεί η μη ελεγχόμενη μετακίνηση των αιτούντων άσυλο από το ένα μέλος της ΕΕ στο άλλο.
Όμως η Γερμανία θα προωθήσει τις προτάσεις αυτές όταν αναλάβει την προεδρία της ΕΕ, δηλαδή μετά το Μάιο. Και εν τω μεταξύ, η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να προχωρήσει στην εφαρμογή του σχεδίου της, με τη δημιουργία κλειστών κέντρων στα νησιά και τη μετεγκατάσταση προσφύγων στην ενδοχώρα, αλλά και στην επιτάχυνση της εξέτασης των αιτήσεων ασυλου και των επιστροφών.
Άσυλο και επιστροφές
Οι πρώτες αιτήσεις ασύλου με τη νέα διαδικασία, που ισχύει από την 1η Ιανουαρίου, έχουν αρχίσει να φθάνουν στην Επιτροπή Προσφυγών και στόχος της κυβέρνησης είναι οι υποθέσεις να εξετάζονται μέσα σε τρεις μήνες, με την εξέταση σε πρώτο βαθμό να ολοκληρώνεται μέσα σε 30 ημέρες και σε δεύτερο βαθμό μέσα σε 30 ημέρες.
Απαιτείται επίσης η εκκαθάριση των 87.000 εκκρεμών αιτήσεων ασύλου που είχαν υποβληθεί μέχρι 31 Δεκεμβρίου.
Οι «δύο ταχύτητες» βέβαια στην εξέταση των αιτήσεων ασύλου πριν και μετά την Πρωτοχρονιά είναι που είχαν προκαλέσει και τις πρόσφατες διαδηλώσεις στη Μόρια. Σημειωτέον ότι ο αριθμός των προσφύγων που έχουν ήδη λάβει άσυλο και βρίσκονται στην Ελλάδα δεν ξεπερνά τις 40.000.
Υπενθυμίζεται δε ότι το άσυλο που προσφέρει η Ελλάδα έχει συγκεκριμένη χρονική διάρκεια τριών ετών. Η κυβέρνηση μάλιστα υπόσχεται στο ακροατήριο της πως εάν οι συνθήκες αλλάξουν σε μία χώρα προέλευσης, το άσυλο μπορεί να μην ανανεωθεί.
Ο διαχωρισμός μεταξύ προσφύγων και μεταναστών αποτελεί άλλωστε κομβικό στοιχείο της πολιτικής της κυβέρνησης, η οποία μάλιστα θεωρεί ως δεδομένο εκ των προτέρων πως η πλειοψηφία όσων έρχονται πλέον ή έχουν έρθει τον τελευταίο χρόνο στην Ελλάδα δεν είναι πρόσφυγες αλλά μετανάστες.
Ιδίως στρέφει την προσοχή της η κυβέρνηση στο υψηλό ποσοστό των Αφγανών, καθώς θεωρεί ότι υπάρχουν περιοχές στο Αφγανιστάν που δεν εμπίπτουν στις προϋποθέσεις χορήγησης ασύλου, παρότι στη χώρα πραγματοποιούνται αμερικανικοί βομβαρδισμοί. Η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να ανοίξει σε ευρωπαϊκό πλαίσιο το θέμα των κοινών επιστροφών ιδίως στο Αφγανιστάν και να το εντάξει στις νέες προτάσεις της Κομισιόν, που αναμένονται μέχρι τον Απρίλιο.
Οι επιστροφές βέβαια δεν είναι απλή υπόθεση και η χώρα μας εξακολουθεί να έχει ζητήματα στην υλοποίηση τους. Συνολικά τον Ιανουάριο έφυγαν 84 άτομα σε επτά αποστολές, πέντε αναγκαστικές επιστροφές και δύο εθελοντικές. Όπως ανέφερε ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Νότης Μηταράκης (Βήμα της Κυριακής), παρουσιάστηκαν πολλά διαδικαστικά προβλήματα στο τελευταίο στάδιο της επιστροφής και στο νέο οργανόγραμμα του υπουργείου, που θα ανακοινωθεί μέσα στον Φεβρουάριο, θα συσταθεί Διεύθυνση Επιστροφών η οποία θα αναλάβει όλο το διαδικαστικό κομμάτι.
Τα κλειστά κέντρα
Η κυβέρνηση όμως καλείται ταυτόχρονα να διαχειριστεί και τις αντιδράσεις στο σχέδιό της, επομένως την Πέμπτη ο κ. Μηταράκης θα έχει και νέα συνάντηση με τους δημάρχους των νησιών του Αιγαίου όπου θα δημιουργηθούν τα κλειστά κέντρα, παρουσία και του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη.
«Τα γεγονότα στη Μυτιλήνη δείχνουν πόσο αναγκαία είναι η δημιουργία ελεγχόμενων κέντρων. Αυτή τη στιγμή χρειαζόμαστε δύσκολες αποφάσεις που μας βαρύνουν όλους. Εμάς, την περιφέρεια, τους δήμους» ανέφερε επίσης ο κ.Μηταράκης στο Βήμα της Κυριακής και πρόσθεσε: «Έχουμε καταλήξει στους χώρους και θα είμαστε πολύ σύντομα στη θέση να ξεκινήσουμε έργα. Τα σημεία προανακοινώθηκαν από τον κ. Στεφανή [συντονιστή για το προσφυγικό], υπήρξαν διάφορα σχόλια τοπικών κοινωνιών και βάσει αυτών καταλήξαμε σε μια τελική επιλογή χώρων, χωρίς να υπονοώ ότι υπάρχει συμφωνία, γιατί δυστυχώς πολύ λίγοι θέλουν να βγουν μπροστά και να υποδείξουν έναν χώρο».
Ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής αναφέρθηκε επίσης στη συνεργασία με τις τουρκικές αρχές και την ανάγκη το θέμα των ροών να λυθεί στις τουρκικές ακτές. Για το ζήτημα θα υποδεχθεί σήμερα στο γραφείο του, στο νέο κτίριο του υπουργείου (στο κτίριο Κεράνης, στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη),τον Πρέσβη της Τουρκίας στην Ελλάδα, Burak Özügergin.
Εν συνεχεία, θα συναντηθεί με τον αντιπρόσωπο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, Philippe Leclerc.
Επίσης θα έχει συνάντηση με αντιπροσωπεία αξιωματούχων της ελβετικής Κυβέρνησης, με επικεφαλής τον Γενικό Γραμματέα για τη Μετανάστευση, Mario Gattiker, και τον Πρέσβη της Ελβετίας στην Ελλάδα, Olaf Kjelsen.
Στις συναντήσεις θα συμμετάσχει και ο αναπληρωτής Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Γιώργος Κουμουτσάκος.