Την ελληνική εμπλοκή με διευκολύνσεις για διέλευση πολεμικών αεροσκαφών και πλοίων και χρήση των στρατιωτικών βάσεων της χώρας, κυρίως της Σούδας και της Καλαμάτας, ζήτησε, σύμφωνα με πληροφορίες της «Καθημερινής», και επισήμως η Ουάσιγκτον στο πλαίσιο των σχεδιασμών για ενδεχόμενη στρατιωτική επέμβαση στη Συρία.
Μάλιστα, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, ήδη, στο πλαίσιο κινήσεως στρατιωτικών δυνάμεων, πολεμικών αεροσκαφών και πλοίων, έχουν αξιοποιηθεί διάδρομοι διέλευσης εντός του ελληνικού χώρου.
Ταυτόχρονα την προσγείωση μαχητικών και μεταφορικών αεροσκαφών στην αεροπορική βάση της βρετανικής Αεροπορίας στο Ακρωτήρι Λεμεσού στην Κύπρο αποκαλύπτει σε δημοσίευμά της η εφημερίδα Guardian.
Η εφημερίδα επικαλείται τις μαρτυρίες δύο πιλότων της πολιτικής Αεροπορίας οι οποίοι όπως αναφέρει πετούν τακτικά στη Λάρνακα και είδαν μεταφορικά αεροσκάφη C-130 μέσα από το πιλοτήριο να κατευθύνονται προς τη βρετανική βάση όπως και σχηματισμούς μικρότερων αεροσκαφών μέσα από τις οθόνες των ραντάρ τους.
Πάντως το ελληνικό υπουργείο Εθνικής Άμυνας, που έγινε δέκτης των αιτημάτων παροχής διευκολύνσεων και συνδρομής, ενημερώθηκε στο ανώτερο δυνατό επίπεδο ότι, σε όλα τα εναλλακτικά σενάρια που εξετάζονται, ο ρόλος της Ελλάδας και των εγκαταστάσεών της είναι κομβικός.
Ηδη, στο κέντρο επιχειρήσεων του ΓΕΕΘΑ καταγράφεται αυξημένη συγκέντρωση συμμαχικών σκαφών στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, γεγονός που ενισχύει την εκτίμηση, σύμφωνα με στρατιωτικές πηγές, ότι οι αποφάσεις έχουν ήδη ληφθεί.
Με επίκεντρο τις καταγγελίες για χρήση χημικών όπλων από το καθεστώς Ασαντ, το ενδεχόμενο διεθνούς στρατιωτικής επέμβασης στη Συρία δείχνει περισσότερο πιθανό από ποτέ. Όπως αναφέρει η εφημερίδα, στρατιωτικές πηγές εκτιμούν, με βάση τα αιτήματα που διατυπώνονται, ότι η χώρα μας θα βρεθεί σε ρόλο-κλειδί για δύο λόγους: κατά πρώτον, φαίνεται να επικρατεί μια αυξημένη επιφύλαξη στην αξιοποίηση των στρατιωτικών εγκαταστάσεων και των οδών διέλευσης που διαθέτει η Τουρκία, λόγω της αυξημένης πολιτικής εμπλοκής της Αγκυρας στη συριακή κρίση.
Κατά δεύτερον, η αξιοποίηση των στρατιωτικών βάσεων της Ελλάδας και η συνεργασία με τις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις έχουν ήδη δοκιμασθεί στο πρόσφατο παρελθόν κατά τη στρατιωτική επέμβαση στη Λιβύη και τα αποτελέσματα αποτιμήθηκαν ως εξαιρετικά θετικά.
Πάντως, η ελληνική πλευρά έχει ήδη διαμηνύσει προς τους συμμάχους ότι, όπως πάντα, θα εκπληρώσει στο ακέραιο τις υποχρεώσεις που απορρέουν από διατλαντικές συμφωνίες, αλλά δεν πρόκειται να συμμετάσχει ενεργά με αποστολή δυνάμεων σε στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Η μοναδική πιθανότητα ενεργοποίησης των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων θα αφορά την απομάκρυνση Ελλήνων από την περιοχή, σε περίπτωση γενικευμένης σύρραξης, ενδεχόμενο για το οποίο έχει ήδη γίνει η απαραίτητη προετοιμασία.
Το ζητούμενο για την Αθήνα είναι να καταφέρει να εξισορροπήσει σε ένα δύσκολο και εξαιρετικά απαιτητικό περιβάλλον. Ενδεχόμενη στρατιωτική επιχείρηση στη Συρία θα έχει μεν πολυμερή χαρακτήρα με τη συμμετοχή στρατιωτικών δυνάμεων αρκετών χωρών, ωστόσο δεν αναμένεται ότι θα εξασφαλίσει την κάλυψη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, με τη Μόσχα να έχει ήδη διαχωρίσει δημοσίως και σε υψηλούς τόνους τη θέση της.
Η Αθήνα θα επιδιώξει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της που απορρέουν και από συμβατικές δεσμεύσεις, στο πλαίσιο διεθνών οργανισμών όπως το ΝΑΤΟ. Ταυτόχρονα, σημείο-κλειδί για την επιτυχία στην επιδίωξη αναβαθμισμένου περιφερειακού γεωστρατηγικού ρόλου θεωρείται η διατήρηση του χαρακτήρα της χώρας ως αξιόπιστου συνομιλητή των αραβικών κρατών.
Στο πλαίσιο αυτό, προσλαμβάνει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και εξαιρετική σημασία η προγραμματισμένη για τις 5 Σεπτεμβρίου επίσκεψη του κ. Βενιζέλου στην Αίγυπτο.