Τον Ιούνιο του 2018, λίγα εικοσιτετράωρα μετά την υπογραφή της πολυσυζητημένης διακρατικής Συμφωνίας των Πρεσπών, όσοι ρωτάγανε τον τότε υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά πότε θα φύγει για διακοπές, η απάντηση που τους έδινε ήταν ξεκάθαρη: «Όταν κλείσω και τα θέματα με την Αλβανία».
Του Γεώργιου Σαρρή
Ο 68χρονος επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας φαίνεται ότι είχε θέσει ως στόχο, μετά την επίλυση του Μακεδονικού, να ξεμπερδεύει και με το Αλβανικό. Δεν τα κατάφερε όμως, γιατί τον πρόλαβαν οι εξελίξεις. Οι σχετικοί φάκελοι που είχαν ετοιμαστεί από τις διπλωματικές υπηρεσίες έχουν σήμερα επικαιροποιηθεί και βρίσκονται στα χέρια τόσο του νυν υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια όσο και του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη ο οποίος συναντάται στη μια και μισή το μεσημέρι στο Μέγαρο Μαξίμου με τον Αλβανό ομόλογό του, Έντι Ράμα.
Η συνάντηση των δύο ανδρών θα κρατήσει λιγότερο από μια ώρα και αυτό που θα έχει ενδιαφέρον είναι να μάθουμε σε ποιο βαθμό θα συζητηθεί η επίλυση του επονομαζόμενου αλβανικού ζητήματος, που στην πράξη δεν είναι ένα αλλά πολλά διαφορετικά.
Ποια είναι αυτά; Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Εάν επισκεφθεί κάποιος την ιστοσελίδα του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, και ειδικότερα την ενότητα των διακρατικών σχέσεων, θα διαβάσει ότι «υπάρχει εκπεφρασμένη πολιτική βούληση των κυβερνήσεων των δύο χωρών (σ.σ. Ελλάδας και Αλβανίας) για περαιτέρω προώθηση των διμερών σχέσεων, διεύρυνση της συνεργασίας και διευθέτηση των ζητημάτων που εκκρεμούν». Ωστόσο το κείμενο παραλείπει να αναφέρει περισσότερες λεπτομέρειες. Ποια είναι λοιπόν τα ζητήματα που χρίζουν επίλυσης;
Άρση εμπόλεμου
– Καταρχάς η άρση του εμπόλεμου μεταξύ των δύο χωρών που ισχύει από τον… Νοέμβριο του 1940. Μπορεί μεν το Υπουργικό Συμβούλιο τον Αύγουστο του 1987 να αποφάσισε να άρει την εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ Αθήνας και Τιράνων (με πρωθυπουργό τότε τον αείμνηστο Ανδρέα Παπανδρέου και ΥΠ.ΕΞ. τον μετέπειτα Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κάρολο Παπούλια), ωστόσο τυπικά αυτό δεν έχει ακόμη συμβεί, αφού θα πρέπει να κυρωθεί και από την Ελληνική Βουλή ώστε να δημοσιευτεί επισήμως στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης. Μπορεί να ακούγεται ως κάτι το απλό, αλλά δεν είναι. Όταν επιχειρήθηκε η προαναφερθείσα άρση πριν από 31 χρόνια, προκλήθηκαν έντονες αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας μας, καθώς και η κατακραυγή όλων των Βορειοηπειρωτικών Συλλόγων αλλά και της Ελλαδικής Εκκλησίας, αφού θεωρούσαν ότι θα έπρεπε πρώτα να είχαν συνομολογηθεί μέτρα για την προστασία της μειονότητάς μας στην Αλβανία. Αντ’ αυτού, το τότε καθεστώς του Ραμίζ Αλία προχώρησε σε αλλεπάλληλες καταπατήσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων, φυλακίσεις, εξορίες ακόμη και εκτελέσεις Ελλήνων.
Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης μιλώντας προ ημερών σε επίσημο δείπνο της Πολιτιστικής Εταιρείας, στη Θεσσαλονίκη είχε δηλώσει ότι «όπως με όλους, έτσι και με την Αλβανία, επιζητούμε καλές σχέσεις γειτονίας. Προϋπόθεση όμως για την κοινή πρόοδο, για να ανοίξει κάποια στιγμή ο ευρωπαϊκός δρόμος της Αλβανίας (σ.σ. που σημειωτέον έγινε πλέον αρκετά δύσβατος μετά το βέτο που έθεσε στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ώστε να μην συνεχιστούν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση), είναι ο σεβασμός της ελληνικής μειονότητας και των δικαιωμάτων της, η σιγή κάθε ανιστόρητου συνθήματος και η επίλυση της Α.Ο.Ζ. του Αιγαίου».
Διευθέτηση της Α.Ο.Ζ.
– Με αυτή την τελευταία φράση του πρωθυπουργού, οδηγούμαστε στο επόμενο, εξίσου σημαντικό θέμα προς επίλυση με την Αλβανία, που δεν είναι άλλο από τη χάραξη της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (Α.Ο.Ζ.) στα μεταξύ μας σύνορα, μετά την ακύρωση της σχετικής πρώτης συμφωνίας, εκ μέρους της Αλβανίας, το 2009. Η αλβανική πλευρά είχε προβάλλει εκείνη την εποχή σοβαρές αντιρρήσεις στην προοπτική διεξαγωγής ερευνών εξόρυξης υδρογονανθράκων στα διαφιλονικούμενα θαλάσσια οικόπεδα 1 και 2 του Ιονίου πελάγους (χονδρικά καλύπτουν τις περιοχές βορείως και ανατολικά της Κέρκυρας). Τώρα φαίνεται ότι με νέους μεθοδολογικούς τρόπους θα επαναχαραχθεί μέρος των θαλάσσιων περιοχών ούτως ώστε να υπάρξει αμοιβαία συμφωνία, βάσει πάντα της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1994.
Νέα αιγιαλίτιδα ζώνη
– Ζήτημα προς διευθέτηση είναι και αυτό που αφορά τη χάραξη νέας αιγιαλίτιδας ζώνης σε περιοχές του Ιονίου πελάγους, σε συνάρτηση με την επιδιωκόμενη αύξηση των χωρικών μας υδάτων έως και τα 12 ναυτικά μίλια, παρά τις έντονες αντιδράσεις που εκφράζει η Τουρκία για τους δικούς της λόγους. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι κάτι τέτοιο μόνο εύκολο δεν φαντάζει, όταν μάλιστα η Άγκυρα δηλώνει πως τυχόν επέκταση των χωρικών μας υδάτων στο Αρχιπέλαγος θα θεωρηθεί casus belli (αιτία πολέμου).
Αλλαγές στα σχολικά βιβλία
– Σε τυχόν συμφωνία μεταξύ Ελλάδος και Αλβανίας για την επίλυση των εκκρεμών ζητημάτων θα υπάρχει πρόβλεψη και για αλλαγή στα βιβλία Γεωγραφίας και Ιστορίας των γειτόνων μας, προκειμένου να συμβαδίζουν με τα νέα δεδομένα και βέβαια με μέριμνα ώστε να μην υπάρχουν στις σελίδες τους στοιχεία αλυτρωτισμού και ανεπίτρεπτων φιλοδοξιών περί δημιουργίας Μεγάλης Αλβανίας και συνόρων που φθάνουν μέχρι την… Πρέβεζα.
Ιθαγένειες και διπλώματα οδήγησης
– Μέριμνα αναμένεται να υπάρξει επίσης για τις ιθαγένειες και τα διπλώματα οδήγησης των Αλβανών που ζουν στην επικράτειά μας, ενώ ερωτηματικό παραμένει το εάν η γείτονα θα ζητήσει όπως φημολογείται την απαλοιφή του όρου Βόρεια Ήπειρος, με το σκεπτικό ότι κάτι τέτοιο υποδηλώνει… αλυτρωτισμό.
Το ανύπαρκτο θέμα των Τσάμηδων
– Η κυβέρνηση του 55χρονου πρωθυπουργού Έντι Ράμα έχει επιχειρήσει τέλος κατά καιρούς να θέσει επίσης και ζήτημα Τσάμηδων, κάτι που φυσικά δεν συζητά επ’ ουδενί η ελληνική πλευρά. Για όσους τυχόν θυμούνται, ο ηγέτης του σοσιαλιστικού κόμματος της Αλβανίας είχε δηλώσει προκλητικά τον περσινό Φεβρουάριο ότι «οι Τσάμηδες θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να ταξιδέψουν και να επισκεφθούν την Ελλάδα και να έχουν τη δυνατότητα να διεκδικήσουν περιουσιακά δικαιώματα διά της δικαστικής οδού». Τότε, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών είχε εκδώσει ανακοίνωση που ανέφερε με νόημα ότι «υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο τι θέλει η αλβανική πλευρά και στο τι γίνεται αποδεκτό για συζήτηση».
Διαχρονικά η ελληνική διπλωματία έχει καταστήσει σαφές ότι θέμα «τσάμικου» δεν υφίσταται και συνεπώς δεν τίθεται προς συζήτηση. Τα Τίρανα έχουν κληθεί πολλάκις «να μην εγείρουν ζητήματα που αντιστρατεύονται τον υπό εξέλιξη ειλικρινή και εποικοδομητικό διάλογο». Για όσους τυχόν δεν το γνωρίζουν, Τσάμηδες είναι οι αλβανόφωνοι μουσουλμάνοι κάτοικοι της Τσαμουριάς (γεωγραφικά συμπίπτει με τη βορειοδυτική Ελλάδα και ειδικότερα τη Θεσπρωτία).
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ένοπλες τσάμικες ομάδες συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς, με αποτέλεσμα μετά την Απελευθέρωση να καταδικαστούν για τις πράξεις τους ως δωσίλογοι, να τους δημευθούν οι περιουσίες και αρκετοί εξ αυτών και εκδιωχθούν. Άξιο μνείας ωστόσο είναι και το γεγονός ότι το θέμα των Τσάμηδων προϋπήρχε από την εποχή της ανταλλαγής των πληθυσμών το 1924 και η αλβανική προπαγάνδα το χρησιμοποιούσε πολλές φορές στα διεθνή φόρα ως αντίβαρο στο Βορειοηπειρωτικό.