Κριτική στη στάση της κυβέρνησης στο ζήτημα της διεύρυνσης των Δυτικών Βαλκανίων, άσκησε ο πρόεδρος της κίνησης «Πράττω» και πρώην υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, κατά τη διάρκεια της συζήτησης «Για μια προοδευτική εξωτερική πολιτική» που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, το απόγευμα της Τετάρτης στο Ωδείο Αθηνών.
Όπως σημείωσε, στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής, στην οποία οι Γάλλοι για πολλούς λόγους, δεν τάχθηκαν υπέρ της ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή ‘Ενωση, το Συμβούλιο δεν έλαβε απόφαση κατά της ένταξης. Ήταν υπέρ της ένταξης, αλλά τελικά αυτό εμποδίστηκε από τους Γάλλους.
Το πρόβλημα θα έπρεπε να είχε αντιμετωπιστεί με την συγκρότηση μιας συμμαχίας των κρατών που στηρίζουν την ένταξη, των βαλκανικών χωρών και των χωρών της αποκαλούμενης «ομάδας του Βίσεγκραντ». Σημείωσε ότι πρόκειται για 15 χώρες, που έπρεπε να εμφανίσουν στέρεο μέτωπο μέσα στο Συμβούλιο.
«Αν ο Μακρόν βγάζει το θυμό του με τους Γερμανούς που εξέλεξαν πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τη Γερμανίδα υπουργό Άμυνας ενώ τη δική του επιλογή δε την έκαναν ούτε επίτροπο […] αν τα έχει όλα αυτά, γιατί να μη βγάλει βέτο, αν δεν έχει κόστος ότι το Νοέμβρη, το Δεκέμβρη που θα ζητήσει κάτι, δεν θα το πάρει;» σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Κοτζιάς.
«Δεν υπάρχει διαπραγμάτευση που να μπορείς να την πετύχεις, αν δε υπάρχει κόστος για την άλλη πλευρά» τόνισε. «Η Βόρεια Μακεδονία μπορεί να έχει εμπιστοσύνη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μόνο αν αλλάξει τα δεδομένα χάρη στην ιταλική παρέμβαση» και κάλεσε την κυβέρνηση να στηρίξει αυτή την πρωτοβουλία. Πρόσθεσε δε, ότι και ο ίδιος θα αναλάβει σχετικές πρωτοβουλίες.
Ο κ. Κοτζιάς επεσήμανε ότι κάποιοι θα προσπαθήσουν να ακυρώσουν τη συμφωνία, κάτι που όπως τόνισε, δεν είναι εύκολη δουλειά. «Στο ΝΑΤΟ δεν υπάρχει τέτοια χώρα και χώρα «πρώην Μακεδονία» δεν υπάρχει ούτε στον ΟΗΕ πια».
Άλλη κατεύθυνση σημείωσε πως είναι, «η παράλυση να μην κάνουμε τίποτα, πράγμα που κάνει η τωρινή κυβέρνηση».
Ο κ. Κοτζιάς υπερασπίστηκε τη συμφωνία των Πρεσπών, και τόνισε ότι σήμερα με γεωγραφικούς όρους, υπάρχει μόνο μια Μακεδονία.
“Πατριωτισμός είναι αυτό που πετυχαίνεις προς όφελος της χώρας και όχι αυτό που κραυγάζει εθνικιστικά συνθήματα» σημείωσε.
«Στην εξωτερική πολιτική, έχουμε ένα μείγμα ρεαλισμού και αρχών και αξιών» σημείωσε ο κ. Κοτζιάς. «Η Τουρκία είναι αριθμητικά πολύ πιο μεγάλη από εμάς. Το ότι δε μπορούμε να πάμε μόνοι μας, αλλά χρειαζόμαστε συμμαχίες, δεν σημαίνει ωστόσο ότι δεν πρέπει να μιλάμε μαζί τους».
Απέναντι στην Τουρκία μπορείς να ακολουθήσεις τις λανθασμένες στρατηγικές «της υποχώρησης, της πολιτικής του κατευνασμού, ή την ‘πολιτική του τσαμπουκά’».
«Έχει μεγάλη σημασία με τι κανόνες παίζεις ένα παιχνίδι: η δικιά μας πολιτική δεν είναι ούτε της υποχώρησης, ούτε της προσχώρησης στη μέθοδο του άλλου» σημείωσε.
Από την πλευρά του, ο βουλευτής και πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, Γιάννης Δραγασάκης, αναφέρθηκε στο κατά πόσο ήταν έτοιμο το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να κυβερνήσει.
«Τον Ιανουάριο του 2015 καταρρίψαμε πάρα πολλούς μύθους και ταμπού, την άποψη ότι η χώρα έχει πάρα πολλούς ιδιοκτήτες και ενοικιαστές […] την προκατάληψη για δεκαετίες, ότι η αριστερά δεν έχει τη δυνατότητα να κυβερνήσει» είπε. Πρόσθεσε δε, ότι δεν συζητείται τόσο το έργο το οποίο έκανε, όσο το αν ήταν έτοιμη να αναλάβει.
«Η συζήτηση αυτή εκθέτει τους ίδιους» σημείωσε. «Οι δήθεν άριστα σχεδιασμένες κυβερνήσεις οδήγησαν τη χώρα στα μνημόνια, ενώ η όχι και τόσο καλά προετοιμασμένη, σύμφωνα με αυτούς [..] παρέδωσε μια χώρα χωρίς μνημόνια».
Σε ό,τι αφορά τον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, ο ΣΥΡΙΖΑ σημείωσε ότι αποδείχθηκε έτοιμος και χρήσιμος και κατάφερε να ανατρέψει την εικόνα «μιας χώρας μαύρο πρόβατο» και να την καταστήσει παράγοντα ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή.
Ο κ. Δραγασάκης επεσήμανε ότι η αλλαγή εξουσίας στη Βόρεια Μακεδονία ήταν μια ευκαρία για τη λύση του ονοματολογικού, η οποία όμως «θα έμενε ανεκμετάλλευτη αν στην Ελλάδα δεν είχε εκλεγεί μια κυβέρνηση που να έχει την τόλμη και το θάρρος να προχωρήσει».
Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρθηκε στην πρωτοβουλία της Ιταλίας και στο ψήφισμα που πρόκειται να εκδώσει σύντομα το Ευρωκοινοβούλιο για το θέμα της διεύρυνσης της Ε.Ε. προς τα Δυτικά Βαλκάνια.
«Πριν προεξοφλήσουμε το αποτέλεσμα, πρέπει να προσπαθήσουμε να επηράσουμε τις εξελίξεις» σημείωσε, κατηγορώντας και αυτός από την πλευρά του την κυβέρνηση ότι «παρακολουθεί τις εξελίξεις παθητικά».
«Η εμπειρία της προηγούμενης κυβέρνησης, δείχνει ότι μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, μπορεί ακόμη και μια δύσκολη συγκυρία να τη μετατρέψει σε ευκαιρία» σημείωσε.
Στην ανάγκη, η εξωτερική πολιτική να είναι προοδευτική, ενεργητική, αντιμιλιταριστική, πολυμερής, πολυδιάστατη αναφέρθηκε η Μαριλένα Κοππά, αναπληρώτρια καθηγήτρια συγκριτικής πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
«Φανταζόμασταν ότι μπορούσαμε να είμαστε ηγέτιδα δύναμη στα Βαλκάνια, ενώ ήμασταν μέρος του προβλήματος. Τώρα με τη Συμφωνία των Πρεσπών, έχουμε όλες τις προϋποθέσεις για επιβεβαίωση των συμμαχιών» σημείωσε.
Η κα Κοππά επεσήμανε ότι η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου «δυναμιτίζει με το χειρότερο τρόπο τα Δυτικά Βαλκάνια» και πρόσθεσε ότι στο θέμα αυτό «η χώρα παρέμεινε αμέτοχη σαν να μη την αφορά».