Τη σημασία που σταθερά αποδίδει η Αθήνα στις διαχρονικά καλές ελληνορωσικές σχέσεις θέλησε να υπογραμμίσει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, στις δηλώσεις του στις συνομιλίες με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν και τις κοινές τους δηλώσεις, παρά τις δυσκολίες, που, όπως είπε, έχει καμιά φορά αυτός ο διάλογος.
Μία από τις πιο χαρακτηριστικές φράσεις του ήταν η εξής: «Μια βροχερή μέρα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξε καλοκαίρι ή ότι δεν υπάρχει μπροστά μας καλός καιρός» και η φράση που συμπυκνώνει την εικόνα που μεταφέρει η Αθήνα, από τις επαφές του πρωθυπουργού στη Ρωσία είναι «αποκατάσταση των σχέσεων σε νέα δεδομένα». Θέτοντας το πλαίσιο των νέων αυτών παραμέτρων, ο κ. Τσίπρας είπε ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε μια νέα φάση σε σχέση με την περίοδο 2015-16 οπότε και υπήρξε η επανεκκίνηση των σχέσεων με τη Ρωσία. Δηλαδή -όπως τονίζει η ελληνική πλευρά, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων- την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση και το μνημόνιο και μαζί με αυτό τον πιο δυναμικό ρόλο της που δίνει νέες ευκαιρίες για ρωσικές επενδύσεις. Παράλληλα, το ολοένα και πιο ασταθές διεθνές και περιφερειακό περιβάλλον, με τον ρόλο όμως της Ελλάδας ολοένα και πιο ενισχυμένο από άποψη διπλωματικής ισχύος και στα Βαλκάνια και στην Αναντολική Μεσόγειο, και την ίδια στιγμή το ολοένα και μεγαλύτερο ενδιαφέρον της Ρωσίας για την περιοχή. Υπό αυτό το πρίσμα για την ελληνική πλευρά διεξήχθησαν οι χθεσινές συζητήσεις, που ουσιαστικά αφορούσαν σε δύο βασικούς τομείς, τον οικονομικό, διμερείς οικονομικές σχέσεις και τον γεωπολιτικό.
Ο θετικός, και προσεκτικός την ίδια στιγμή, τόνος που κυριάρχησε στις δηλώσεις Τσίπρα-Πούτιν, ακόμα και τα όσα επέλεξε να μην πει ο Ρώσος Πρόεδρος, δείχνουν προς την κατεύθυνση της ομαλοποίησης των σχέσεων Αθήνας-Μόσχας.
Όπως παρατηρούσε η ελληνική πλευρά, ο πρωθυπουργός (πέραν των κατ΄ιδίαν συνομιλιών τους) εξήγησε και στις δηλώσεις του με τον Πρόεδρο Πούτιν τη σημασία που έχει για τη χώρα μας η Συμφωνία των Πρεσπών, ωστόσο ο Ρώσος Πρόεδρος -που διατηρεί τις θέσεις του- επέλεξε να μην τοποθετηθεί επ’ αυτού στην συνέντευξη Τύπου. Η ρωσική πλευρά επέλεξε στο υψηλότερο επίπεδο, να μην το αναδείξει ως θέμα στις ελληνορωσικές σχέσεις. Το ίδιο επέλεξε να κάνει και ως προς τα εκκλησιαστικά ζητήματα, παρότι θα μπορούσε να αξιοποιήσει την ευκαιρία από τις αναφορές του πρωθυπουργού στους θρησκευτικούς δεσμούς των δύο χωρών, προκειμένου να παρέμβει. Σε μια ακόμη περίπτωση ο Ρώσος Πρόεδρος επέλεξε το ίδιο. Όταν ο κ. Τσίπρας ερωτήθηκε για το αν οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις αποβαίνουν εις βάρος των ελληνορωσικών. Τη θετική προοπτική φάνηκε ότι αναζήτησε και ο κ. Πούτιν, ακόμα και στην περίπτωση της ερώτησης Ρωσίδας δημοσιογράφου για το «δύσκολο» θέμα των αμοιβαίων απελάσεων. Μπορεί να θέλησε να αποκρούσει όλο το σκεπτικό της επιλογής εκείνης της Αθήνας -η μοναδική περίπτωση που επέλεξε κατάτι πιο οξείες διπλωματικά φράσεις-, ωστόσο, εν κατακλείδι δήλωσε ότι «έκλεισε αυτή η σελίδα, περνάμε στην άλλη». Αλλά και ο Έλληνας πρωθυπουργός από την πλευρά του, αφού έδωσε απαντήσεις, κατέληξε: «κοιτάζουμε μπροστά και η υπόθεση αυτή έχει λήξει».
Ενδεικτική αναφορά του κ. Τσίπρα ήταν και η υπογράμμιση του πως «η επιθυμία μας να παραμείνουν οι σχέσεις αυτές στις σταθερές ράγες που από το 2015 οικοδομήσαμε με κόπο, μας βοηθά πάντα να ξεπερνάμε τις δυσκολίες και να επιστρέφουμε στον αναγκαίο αμοιβαίο σεβασμό και στην αλληλοκατανόηση». Ο πρωθυπουργός μίλησε για «εξαιρετικά εποικοδομητική» συνάντηση, που έγινε «στην κατάλληλη στιγμή». Ως «πολύ επίκαιρη» στη χαρακτήρισε ο κ. Πούτιν, επισημαίνοντας επιπλέον ότι η Ρωσία θεωρεί την Ελλάδα «ως ειδικό εταίρο μας, με τον οποίο μας ενώνουν δεσμοί αιώνων, κοινές σελίδες ιστορίας και πνευματική εγγύτητα». Δείγμα της θετικής διάθεσης και της προοπτικής, πέραν όλων των συζητήσεων στο πλαίσιο της διμερούς οικονομικής συνεργασίας, είναι και η απόφαση που έλαβαν το 2019 να είναι έτος γλώσσας και λογοτεχνίας Ελλάδας-Ρωσίας.
Έτσι, ο δίαυλος επικοινωνίας ανοίγει ξανά, σε μια περίοδο που, όπως είπε ο πρωθυπουργός, οι προκλήσεις δεν λιγοστεύουν. Στον διάλογο μπήκαν όλα τα θέματα ανοικτά, όπως μετέφερε η ελληνική πλευρά:
«Πρώτη φορά μπήκε τόσο ανοικτά θέμα Τουρκίας και εξοπλιστικών και έγινε ανταλλαγή απόψεων, κάτι που έθεσε ευθέως και ανέδειξε ο Έλληνας πρωθυπουργός και στις δηλώσεις του». Επίσης, τέθηκε και ευρύτερο θέμα ανατολικής Μεσογείου που άρχισε να συζητείται με αφορμή τις δηλώσεις Ζαχάροβα την Πέμπτη για στρατικοποίηση της Κύπρου. Οι απαντήσεις του κ. Τσίπρα στο ερώτημα του ΑΠΕ-ΜΠΕ επ’ αυτού ήταν σαφείς. Τόσο ο πρωθυπουργός όσο και η Κύπρος έδωσαν το μήνυμα ότι το θέμα αυτό πρέπει να λήξει. Όσον αφορά στο Κυπριακό διατυπώθηκε μια ξεκάθαρη δήλωση αρχών, με τις διακηρυκτικές αυτές θέσεις να έχουν αξία, δεδομένου ότι σε μια τόσο μεταβατική περίοδο, και στην περιοχή και στην Κύπρο και στην Ελλάδα, είναι σημαντικό να δίνεται το μήνυμα ότι η Ρωσία είναι μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Συζήτηση έγινε επίσης και για την Ουκρανία και τους ελληνικούς πληθυσμούς στην περιοχή, στη Μαριούπολη και στην Κριμαία. Μπήκε το θέμα της Λιβύης, που για την Ελλάδα έχει αποκτήσει ακόμα μεγαλύτερη σημασία μετά την πρόσφατη Διάσκεψη του Παλέρμο αλλά και τη δραστηριοποίηση της Τουρκίας στη Λιβύη. Η ελληνική πλευρά επισημαίνει ότι συζήτηση έγινε και για τα Βαλκάνια, δεδομένων των εξελίξεων που φέρνει η Συμφωνία των Πρεσπών, αλλά και η προσέγγιση με την Αλβανία με σκοπό την επίλυση θεμάτων, καθώς και οι εξελίξεις σε σχέση με το Κόσοβο και την Αλβανία. Ο Έλληνας πρωθυπουργός μίλησε στις δηλώσεις του για τη σημασία που έχει για τη χώρα μας η Συμφωνία των Πρεσπών, επισημαίνοντας ότι είχε την ευκαιρία να το εξηγήσει αυτό στον Πρόεδρο Πούτιν.
Σημαντικό κομμάτι της ατζέντας των συζητήσεων αποτέλεσε και το ενεργειακό. Η ενέργεια είναι ζήτημα με δύο πλευρές, το οικονομικό (εξ ου και η συμμετοχή στο επιτελείο του γγ Διεθνών Σχέσεων του ΥΠΕΞ, Ι. Μπράχου, αλλά και του Γιώργου Τσίπρα) και το γεωπολιτικό σκέλος. Το θέμα συζητήθηκε και από τις δύο πλευρές. Τόσο στην 11η Μεικτή Διυπουργική Επιτροπή Ελλάδας-Ρωσίας την Πέμπτη, όσο και στην γεωπολιτική του διάσταση.
Ο Ρώσος πρόεδρος χαρακτήρισε, μεταξύ άλλων, σημαντικό τον τομέα της ενέργειας, σημειώνοντας ότι πάνω από 50% του φυσικού αερίου στην Ελλάδα προέρχεται από τη Ρωσία. «Υπάρχουν ρωσικές εταιρείες που θέλουν να βγουν στην ελληνική αγορά με διάφορα προϊόντα και υπηρεσίες» υπογράμμισε ο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Όσον αφορά επίσης στο σκέλος της οικονομικής συνεργασίας, πληροφορίες αναφέρουν ότι βρίσκεται υπό συζήτηση η δημιουργία ενός ρωσικού fund στην Ελλάδα, στα πρότυπα του ρωσικού fund στην Ιταλία, με συγκεκριμένο ρόλο σε σχέση με τη χρηματοδότηση έργων και πρότζεκτ. Επίσης συζητήθηκαν και συγκεκριμένα πρότζεκτ που σχετίζονται με υποδομές, μεταφορές και ενέργεια.