«Η σημαντική προώθηση των μεταρρυθμίσεων στην πΓΔΜ, που η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει χαρακτηρίσει ως επείγουσες, και η επίλυση του ονοματολογικού παραμένει αναπόσπαστο κομμάτι των τεθεισών προϋποθέσεων», τονίζει το υπουργείο Εξωτερικών σε ανακοίνωσή του, με αφορμή τη θετική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων σε πΓΔΜ και Αλβανία. Παράλληλα, επισημαίνεται, ως προς τις προϋποθέσεις , η «ουσιαστική και βιώσιμη πρόοδος της Αλβανίας αναφορικά με τις πέντε καίριες προτεραιότητες», ως ένα από τα «βασικά θέματα μείζονος ευρωπαϊκού, περιφερειακού, αλλά και ελληνικού ενδιαφέροντος, στα Δυτικά Βαλκάνια», μαζί με «τη σημαντική πρόοδο του Διαλόγου Βελιγραδίου – Πρίστινας». Το υπουργείο Εξωτερικών υπογραμμίζει ότι «η Ελλάδα, διαχρονικά, στηρίζει τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπό τον αυτονόητο όρο ότι οι υποψήφιες χώρες εκπληρώνουν τις προϋποθέσεις που έχουν τεθεί και έχουν εφαρμοστεί σε όλες τις αντίστοιχες περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων του σεβασμού του διεθνούς δικαίου και των κανόνων καλής γειτονίας». Αποσαφηνίζεται δε ότι «η Ελλάδα ως χώρα άμεσης γειτνίασης, εργάζεται συστηματικά για την προώθηση των σχέσεών της με την Αλβανία και την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας» και υπενθυμίζεται ότι «επί ελληνικής προεδρίας, στη Σύνοδο Κορυφής στη Θεσσαλονίκη για τα Δυτικά Βαλκάνια το 2003, επιβεβαιώθηκε η δέσμευση της ΕΕ για την ευρωπαϊκή προοπτική της περιοχής των Δυτικών Βαλκανίων που οδήγησε στην απόδοση καθεστώτος υποψήφιας χώρας για τα δύο αυτά κράτη, το 2014 και 2005 αντίστοιχα». Ειδικότερα, για την Αλβανία, η Ελλάδα «εστιάζει τόσο στα μειονοτικά και περιουσιακά δικαιώματα, όσο και στην ανάγκη για απόλυτη τήρηση της αρχής pacta sunt servanda, αλλά και στην αποτελεσματική καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και της διακίνησης ναρκωτικών». Σχετικά με την πΓΔΜ υπογραμμίζεται ότι μολονότι «η σταθερότητα και η πρόοδος της χώρας είναι ζωτικού ελληνικού ενδιαφέροντος, είναι μακρύς ο δρόμος που πρέπει να διανυθεί προς κάλυψη του κενού που δημιούργησε η οπισθοδρόμηση των τελευταίων χρόνων». Παράλληλα επισημαίνεται ότι «είναι η έβδομη φορά που η ΠΓΔΜ λαμβάνει θετική σύσταση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Εντούτοις, θα πρέπει να αποσαφηνισθεί για μία εισέτι φορά προς όλες τις πλευρές ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται από το Συμβούλιο – και όχι από την Επιτροπή – όπου η Ελλάδα έχει διατυπώσει με σαφήνεια τις θέσεις της». Αναφορικά με την Τουρκία το υπουργείο Εξωτερικών χαιρετίζει «τη διαπίστωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι η προκλητική συμπεριφορά της ‘Αγκυρας, έναντι των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρωτίστως στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, δεν είναι απλώς ένα διμερές ζήτημα, αλλά άπτεται και της περιφερειακής ασφαλείας της Ένωσης». Παράλληλα, εκφράζει «ιδιαίτερη ικανοποίηση στη ρητή αναφορά στους δύο Έλληνες στρατιώτες που συνεχίζουν να κρατούνται στην Αδριανούπολη». Επισημαίνεται δε ότι μολονότι «η Ελλάδα έχει επανειλημμένως εκφράσει την ένθερμη υποστήριξη της στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, οι τελευταίες εξελίξεις έχουν καταστήσει για άλλη μία φορά σαφές ότι εναπόκειται στην ίδια την Τουρκία να αποδείξει εμπράκτως κατά πόσον επιθυμεί να προωθήσει την ευρωπαϊκή της πορεία». Ολοκληρώνοντας, το υπουργείο Εξωτερικών υπογραμμίζει ότι η μελλοντική διεύρυνση χρήζει «μιας σοβαρής και ουσιώδους συζήτησης για το κοινό μας μέλλον εντός μιας δημοκρατικής, κοινωνικής, δίκαιης και αποτελεσματικής Ευρώπης. Μιας Ευρώπης που θα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των λαών της».