Με παρατηρήσεις, επισημάνσεις, προτάσεις αλλά και διαφωνίες, εμφανίστηκαν οι 31 επιστημονικοί και συνδικαλιστικοί φορείς που είχαν κληθεί, στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής να τοποθετηθούν επί του νομοσχεδίου του υπουργείου Υγείας, για τη μεταρρύθμιση στην Πρωτοβάθμια Υγεία και Φροντίδα. Στο επίκεντρο της κριτικής τους, κατά την πολύωρη ακρόαση τους, βρέθηκε μεταξύ άλλων, η νέα ρύθμιση που αφορά τον οικογενειακό γιατρό, ενώ έντονες αμφιβολίες εκφράστηκαν για την χρηματοδότηση του όλου εγχειρήματος.
Ο Κωνσταντίνος Αγοραστός, πρόεδρος της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδος υποστήριξε ότι είναι ένα νομοσχέδιο που δημιουργεί στρεβλώσεις κα ανισότητες στη δημόσια υγεία και επέκρινε το γεγονός ότι τα ΤΟΜΥ προβλέπονται μόνο σε μεγάλες πόλεις και όχι στη περιφέρεια που θα έπρεπε να ενισχυθεί. «Με τέτοια νομοθέτημα δημιουργούνται ανασφάλειες. Δεν υπάρχει ένα συγκεκριμένο σχέδιο με χρονοδιάγραμμα. Ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν ενισχύεται», σημείωσε.
Ο Μιχαήλ Βλασταράκος, πρόεδρος του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου υποστήριξε ότι δεν είναι ένα μεταρρυθμιστικό νομοσχέδιο για τη πρωτοβάθμια υγεία και φροντίδα και όπως είπε, είναι αντίθετο με τις πάγιες και διαχρονικές θέσεις του Συλλόγου σε ότι αφορά τις συλλογικές συμβάσεις οι οποίες ακυρώνονται. Την κάθετη αντίδραση του εξέφρασε στο άρθρο για τον οικογενειακό γιατρό, ζητώντας να μην αφαιρεθεί το δικαίωμα επιλογής του από τον ασφαλισμένο. «Εκείνο που χρειάζεται είναι ένας εθνικός σχεδιασμός που θα υπερβαίνει τη κυβερνητική θητεία, επικαιροποίηση του υγειονομικού χάρτη, καθιέρωση της ηλεκτρονικής κάρτας και ένα νομοσχέδιο που θα αντέχει στο χρόνο», πρόσθεσε.
«Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με ένα νομοσχέδιο που υλοποιεί μνημονιακές δεσμεύσεις, δίνει τη δυνατότητα περαιτέρω ιδιωτικοποίησης της δημόσιας υγείας και ελαστικοποιεί τις εργασιακές σχέσεις», υπογράμμισε ο Μιχάλης Γιαννάκος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημοσίων Νοσοκομείων. Ο Πρόδρομος Μποδοσάκης Μερκούρης, πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Γενικής Ιατρικής εξέφρασε την έντονη ανησυχία του για την «φαλκίδευση του θεσμού του οικογενειακού γιατρού», ενώ σημείωσε ότι επαναφέρει από το παράθυρο την αρνητική λειτουργία του ΙΚΑ και ακυρώνει στη πράξη το εγχείρημα της αποκλειστικής απασχόλησης.
«Κόφτη ασθενών» χαρακτήρισε τα ΤΟΜΥ, ο Ιωάννης Γαλανόπουλος, μέλος της εκτελεστικής γραμματείας της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος. «Και αυτή η μεταρρύθμιση είναι συνέχεια των προηγούμενων. Δίνεται συνέχεια στις ελαστικές σχέσεις εργασίας, ενώ τα ΤΟΜΥ καλύπτουν τις ανάγκες μόνο του 30% του πληθυσμού», ανέφερε. Τις ισχυρές επιφυλάξεις της Ένωσης Νοσηλευτών Ελλάδος εξέφρασε ο πρόεδρος της, Δημήτρης Σκουτέλης υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων ότι «η πολυδαίδαλη μορφή του νομοσχεδίου δημιουργεί σύγχυση και είναι εντελώς αβέβαιη η επιτυχής έκβαση του», ενώ συμπλήρωσε ότι «εξακολουθεί να υποβαθμίζεται ο σημαντικός ρόλος των νοσηλευτών».
Ο Ιωάννης Λυμβαίος, γραμματέας της Εθνικής Ομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία, έκανε λόγο για «πολύ προβληματικό νομοσχέδιο», και «για ανυπαρξία εθνικού σχεδιασμού», σημειώνοντας πάντως ότι έχουν ενσωματωθεί αιτήματα τους. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην «παντελή έλλειψη αναφοράς στην προσβασιμότητα των ατόμων με αναπηρία για θέματα ψυχικής υγείας». Δεν αναφέρεται η σταθερή χρηματοδότηση των πρωτοβάθμιων μονάδων υγείας, δεν διασφαλίζονται μετά από το τέλος των χρηματοδοτήσεων από τα ΕΣΠΑ η βιωσιμότητα τους», τόνισε.
Ο Λεωνίδας Βιτωράτος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας εξέφρασε έντονες επιφυλάξεις πως το νομοσχέδιο θα λύσει προβλήματα και θα αποκαταστήσει αδικίες και ανισότητες ενώ έκανε λόγο για παντελή έλλειψη του μη ιατρικού προσωπικού. Ο Πέτρος Λυμπερίδης, πρόεδρος του Πανελλήνιου Συλλόγου Φυσικοθεραπευτών Ελλάδος, ανέφερε ότι είναι προς τη σωστή κατεύθυνση χρίζει όμως περαιτέρω βελτιώσεων, τονίζοντας μεταξύ άλλων την ανάγκη έκδοσης ηλεκτρονικής κάρτας, ενίσχυση των περιφερειακών διευθύνσεων και την καταβολή ανθυγιεινού επιδόματος και στους φυσικοθεραπευτές. Ο Ιωάννης Τσικανδηλάκης, μέλος του Δ.Σ. του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου ζήτησε να καθοριστεί επακριβώς ο σημαντικός ρόλος του φαρμακοποιού και να θεσμοθετηθούν οι υπηρεσίες που παρέχει.
Ο Σταύρος Μπελώνης, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συνεταιρισμών Φαρμακοποιών Ελλάδος, τόνισε την ανάγκη ενίσχυσης της πρόληψης με περαιτέρω χρηματοδότησης της πρωτοβάθμιας φροντίδας αλλά και να δοθεί η δυνατότητα στον κλάδο του να αναδειχθεί ότι ο ρόλος του φαρμακοποιού είναι αναντικατάστατος, αποδοτικός και πολύ αποτελεσματικός. Η ‘Αννα Μαστοράκου, πρόεδρος της Ένωσης Ιατρών ΕΟΠΥΥ χαρακτήρισε «δογματικό» το νομοσχέδιο, μίλησε για λευκή επιταγή για το πώς θα λειτουργήσει το σύστημα αλλά και για καταστρατήγηση τόσο της επιλογής του ασφαλισμένου για τον οικογενειακό του γιατρό όσο και των θεσμών και των δικαιωμάτων των ασθενών.
Ο Γρηγόρης Σαραφιανός, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Ιδιωτικών Κλινικών, στράφηκε κατά των ΤΟΜΥ τονίζοντας ότι «στερούμε από τον ασθενή την ελεύθερη επιλογή γιατρού και θεραπευτηρίου, ενώ τάχθηκε κατά της καταβολής παραβόλου στις κλινικές. Ο Ιωάννης Δατσέρης, αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Μονάδων Ημερήσιας Νοσηλείας, υπογράμμισε ότι παραμορφώνεται ο θεσμός των Μονάδων Ημερησίας Νοσηλείας, δίνοντας έμφαση στο άρθρο που αφορά τη συστέγαση, ενώ χαρακτήρισε άδικο να δημιουργούνται δύο ταχύτητες στις δομές της πρωτοβάθμιας υγείας. «Το 99% των Μ.Η.Ν τις έχουν κάνει γιατροί και όχι επιχειρηματίες. Οι στρεβλώσεις του νομοσχεδίου πρέπει να διορθωθούν», πρόσθεσε.
Ο Παναγιώτης Ψυχάρης, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγου Υγειονομικού Προσωπικού, κάλεσε τον υπουργό Υγείας να δεσμευτεί ώστε οι απλήρωτοι γιατροί που έχουν επιστρέψει στην εργασία τους με δικαστικές αποφάσεις να ενταχθούν στην μισθολογική κατάσταση του κράτους. Παράλληλα, τόνισε την ανάγκη κάθε επιστήμονας που συμμετέχει στην πρωτοβάθμια βαθμίδα να έχει οριοθετημένα καθήκοντα, ενώ επεσήμανε ότι «δεν θα δεχτούμε να κλείσει ούτε ένα εργαστήριο», υποστηρίζοντας ότι με τις νέες ρυθμίσεις ανοίγει ο δρόμος συνεργασίας μεγάλων ομίλων για κλινικούς γιατρούς. Ακόμα, ζήτησε την απόσυρση του άρθρου για τον οικογενειακό γιατρό, λέγοντας χαρακτηριστικά:
«Ζητάμε την απόσυρση του άρθρου 19. Είμαστε ενάντια και θα αντιδράσουμε κάθετα. Ο κάθε ασθενής δικαιούται να πάει στο γιατρό που χρειάζεται και όχι αυτόν που θα το επιβληθεί. Δεν χρειάζεται τροχονόμο. Η ίδια κοινωνία θα τον καταργήσει όχι εμείς οι γιατροί».
Ο Θανάσης Κατσίκης, πρόεδρος της Ελληνικής οδοντιατρικής Εταιρίας χαρακτήρισε άπιαστο όνειρο την ένταξη του κλάδου του στον ΕΟΠΥΥ ενώ έκανε λόγο για ασαφές πλαίσιο σε ότι αφορά τον αριθμό και τα κριτήρια για την υπογραφή συλλογικών συμβάσεων. Ο Σπύρος Κανελάκης, πρόεδρος Ένωσης Διαιτολόγων και Διατροφολόγων, χαρακτήρισε «θετική επένδυση» την ένταξη τους στο προσωπικό των Κέντρων Υγείας. Όπως τόνισε, «είναι αδιανόητο όταν μιλάμε για πρόληψη να αφήσουμε απέξω την υγιεινή διατροφή που είναι απαραίτητη καθώς στη λίστα των ασθενειών αποδεικνύεται ότι η κακή διατροφή παίζει σημαντικό ρόλο».
Η Θεοδώρα Πριμίδου, πρόεδρος του Συλλόγου Ειδικών Αγωγών, χαρακτήρισε απαραίτητο στο να ενταχθεί ο επαγγελματικός κλάδος των ειδικών παιδαγωγών στη στελέχωση των κέντρων υγείας πρωτοβάθμιας υγείας, που παραλείπεται σε αυτό το νομοσχέδιο. Η Τριανταφύλλια Αθανασίου, πρόεδρος Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδας, δήλωσε ικανοποιημένη από το νομοσχέδιο, που είναι όπως είπε στη σωστή κατεύθυνση, σημειώνοντας ότι ο ρόλος των κοινωνικών λειτουργών αναγνωρίζεται και πλέον εντάσσονται στη πρωτοβάθμια υγεία.
«Εκφράζουμε την αντίθεση μας απέναντι σε μια εξαντλητική ρύθμιση ενός χώρου που είναι ήδη εξαντλημένος», σημείωσε ο Ευάγγελος Κατσίκης, αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Ιατρικών Διαγνωστικών Κέντρων. Ταυτόχρονα, έκανε λόγο για αστοχίες του νομοσχεδίου που θα δημιουργήσουν πληθώρα προβλημάτων αντί να βοηθήσει στην υγιή σύμπραξη δημόσιων και ιδιωτικών δομών.
Ο Ανάργυρος Μαριόρης, πρόεδρος της Ένωσης Γενικής Ιατρικής μίλησε για παρεμβάσεις προς τη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο διαφώνησε «για την επιβολή και όχι επιλογή του οικογενειακού». Ακόμα. σημείωσε ότι η αμφιλεγόμενη χρηματοδότηση από τα ΕΣΠΑ προσθέτει εμπόδια στη πρόσβαση στη πρωτοβάθμια υγεία ενώ ο «διοικητισμός» θέτει φραγμούς στο πολίτη και δημιουργεί πολλά προβλήματα. Η Μαρία Πλευράκη, μέλος του Δ.Σ του Πανελλήνιου Συλλόγου Επισκεπτών Υγείας, επεσήμανε ότι το νομοσχέδιο αναγνωρίζει αναγνωρίζει τον σημαντικότατο και πολυδιάστατο ρόλο του κλάδου της.
Η Κατερίνα Αβραμωτή – Λυκερίδου, αντιπρόεδρος των ΤΕΙ Αθήνας, υπογράμμισε μεταξύ άλλων ότι είναι σημαντική και χρήσιμη η δημιουργία ακαδημαϊκής εκπαίδευσης, πρόσθεσε πάντως ότι θα πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη για την αποδοχή φοιτητών στις διάφορες δομές. Ο Χαράλαμπος Κατσούλας πρόεδρος του Συλλόγου Εργαζομένων Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων μίλησε για στρεβλώσεις που υπήρχαν στις αποδοχές των νέων με τους παλιούς εργαζόμενους σημειώνοντας ότι με το άρθρο 52 και το κίνητρο απόδοσης αντιμετωπίζεται το πρόβλημα αυτό. Η Βικτωρία Βιβιλάκη, πρόεδρος του Συλλόγου επιστημόνων Μαιών Αθήνας, δήλωσε ικανοποιημένη από την πρωτοβουλία του υπουργείου Υγείας να δοθεί η δυνατότητα άμεσης πρόσβασης στη πρωτοβάθμια υγεία, σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού, παρότι όπως είπε, «είμαστε ο μόνος κλάδος που αποκλειόμαστε στα ΤΟΜΥ». Ζήτησε παράλληλα να τους δοθεί το δικαίωμα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης.
Η Μαρία Μηλάκα, μέλος του Συλλόγου Εργαζομένων 1ης και 2ης ΥΠΕ, υπογράμμισε ότι «το νομοσχέδιο προσπαθεί να μην είναι εθνικοκεντρικό και έχει στόχο να καλυφθούν οι ανάγκες του ατόμου και της οικογένειας», ωστόσο όπως είπε το στοίχημα θα κερδηθεί αν αποφευχθούν οι αλληλοεπικαλύψεις και πετύχει ο συντονισμός και η συνεργασία μεταξύ των δομών της πρωτοβάθμιας φροντίδας στην υγεία. Ο Νικόλαος Δαρβίρας, αντιπρόεδρος της Ένωσης Οπτικών Οπτομετρών, εξέφρασε την διαφωνία του κάνοντας λόγο για «νομοσχέδιο γραμμένο εντελώς στο πόδι», υποστήριξε ότι δεν βάζει προϋποθέσεις για τον κλάδος τους ούτε αναγνωρίζονται τα επαγγελματικά τους δικαιώματα ενώ τόνισε ότι θα υπάρξει μεγάλη συρρίκνωση του οπτικού με τη δημιουργία μεγάλων ομίλων τραστ.
Η Μαρία Γώγου, γενική γραμματέας της Ομοσπονδίας Γιατρών πλήρους Απασχόλησης και Αποκλειστικής, μίλησε για νομοσχέδιο που παρουσιάζει πολλά κενά ενώ ζήτησε την πλήρη εξομοίωση τους με τους νοσοκομειακούς γιατρούς και άμεση αποκατάσταση του εργασιακού καθεστώτος.