Τη διαβεβαίωσή του έδωσε, από την Αθήνα, ο ειδικός απεσταλμένος του γγ του ΟΗΕ Έσπεν Μπάρθ Άιντε, ότι συνεχίζει τις προσπάθειες ώστε να βρεθεί κοινό έδαφος για την διεθνή Διάσκεψη για το Κυπριακό στη Γενεύη. «Είναι μία συνεχιζόμενη διαδικασία, δεν είναι εύκολη, αλλά δεν την εγκαταλείπουμε» τόνισε μετά την δίωρη συνάντηση που είχε με τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά, την οποία χαρακτήρισε εποικοδομητική και πολύ χρήσιμη. Γι αυτό, όπως είπε, αμέσως μετά θα μεταβεί στην Άγκυρα προκειμένου να συνεχίσει τις προσπάθειες και εκεί.
«Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι γιατί είναι ένα διεθνές θέμα, αλλά η τελική απόφαση θα πρέπει ληφθεί στην Κύπρο από τους δύο ηγέτες, για το αν προτίθενται να βρουν μία κοινή πλατφόρμα για μία νέα Διάσκεψη της Γενεύης» τόνισε ο κ. Άιντε επισημαίνοντας ότι αυτή είναι η προτεραιότητά του τώρα: «Επικεντρωνόμαστε όχι τόσο στο θέμα της ουσίας αλλά στο πως θα οργανωθούμε, ποια θα είναι η ατζέντα γιατί υπάρχουν πολιτικές δυσκολιες» πρόσθεσε.
«Εμείς στα Ηνωμένα Έθνη είμαστε έτοιμοι, νοιώθω ότι επί της αρχής και οι εγγυήτριες δυνάμεις είναι έτοιμες, όπως ήταν και τον περασμένο Γενάρη, έχουν υπάρξει περισσότερες σκέψεις για τα θέματα που αφορούν τις εγγυήτριες δυνάμεις, δηλαδή της ασφάλειας και των εγγυήσεων. Αλλά δεν βρισκόμαστε ακόμη εκεί» είπε.
Ο κ. Άιντε αποσαφήνισε επίσης ότι «είναι μία συζήτηση που συνεχίζεται, αλλά φυσικά δεν θα προχωρήσουμε σε μία διεθνή Διάσκεψη για το Κυπριακό χωρίς τη θέληση των δύο πλευρών στην Κύπρο», σημειώνοντας ότι αυτή «είναι μία παράλληλη διαδικασία με τη δουλειά που κάνουμε στη Λευκωσία».
Ερωτηθείς σχετικά, ο ειδικός απεσταλμένος του γγ του ΟΗΕ απάντησε ότι δεν ζητά «από κανέναν να ασκήσει πίεση σε κανέναν», αλλά πως εκφράζει την μεγάλη ανησυχία του καθώς «η διαδικασία αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα», όπως είπε, δηλώνοντας παράλληλα την σθεναρή πεποίθησή του ότι «δεν είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας, ούτε της Τουρκίας ή όποιου άλλου διεθνούς παίκτη η αποτυχία αυτής της διαδικασίας’.
«Γιατί» εξήγησε «παρά το γεγονός ότι είναι μία διαδικασία που αφορά τους Κυπρίους, οι διεθνείς επιπτώσεις της μη λύσης θα μπορούσαν να επηρεάσουν προφανώς τις ελληνο-τουρκικές σχέσεις, τις σχέσεις Τουρκίας-ΕΕ και γενικότερα τη κατάσταση στη Μεσόγειο. Γνωρίζουμε ότι αυτό συμβαίνει την ώρα που η κατάσταση είναι δύσκολη σε αυτή την περιοχή, όπου υπάρχουν ευκαιρίες συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας, ευκαιρίες που θα λειτουργήσουν καλύτερα στο πλαίσιο μιας επίλυσης» σημείωσε.
Απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου για το αν πιστεύει ότι κάποια πλευρά ευθύνεται περισσότερο για την μη εύρεση κοινού εδάφους για νέα Διάσκεψη στη Γενεύη ο κ. Άιντε είπε πως «αυτή τη στιγμή και οι δύο πλευρές στην Κύπρο επιρρίπτουν ευθύνες η μία στην άλλη. Είναι κάτι που με ανησυχεί γιατί πιστεύω ότι κάποια στιγμή όταν θα επανέλθουν στις συνομιλίες μάλλον θα το μετανιώσουν. Επομένως εγώ δεν μπορώ να προσθέσω επιπλέον κατηγορίες, τουλάχιστον όχι αυτή τη στιγμή. Έχω ήδη στείλει μία πλήρη έκθεση στα ΗΕ με την οποία ενημερώνω τον γγ με τον οποίο συνομιλώ πλέον σε καθημερινή βάση, αλλά το να επικρίνουμε κάποιον αυτή τη στιγμή είναι πολύ πρόωρο».
Πρόσθεσε δε ότι «και οι δύο ηγέτες έχουν προχωρήσει τις συνομιλίες περισσότερο από κάθε άλλη παρόμοια προσπάθεια στο παρελθόν. Πιστεύω ότι εγώ και τα ΗΕ έχουμε συμβάλει σε αυτό. Αλλά είναι μία διαδικασία που ανήκει τους δύο ηγέτες και καθοδηγείται από αυτούς και φθάσαμε τόσο κοντά όσο δεν μπορούσε να φανταστεί κανείς».
Σε ερώτηση σχετικά με την επικριτική προς το πρόσωπό του επιστολή Κοτζιά για τον ρόλο του στις διαπραγματεύσεις ο κ. Άιντε είπε: «Πιστεύω ότι η συζήτηση που είχαμε σήμερα ήταν ιδιαίτερα εποικοδομητική και θερμή όπως συνήθως. Δεν είναι ασυνήθιστο οι άνθρωποι να έχουν διαφορετικές απόψεις σε διάφορα θέματα και μπορεί να είχαμε κάποιες για τις οποίες δεν θα ήθελα να υπερβάλω γιατί πιστεύω ότι μοιραζόμαστε έναν κοινό στόχο, να βρούμε την καλύτερη λύση. Δεν υπήρξε καμία αναφορά σε αυτό το θέμα σήμερα από κανέναν μας».
Επισήμανε επίσης ότι ο γγ των ΗΕ έχει απαντήσει στην επιστολή του κ. Κοτζιά και έχει ξεκαθαρίσει τη θέση των ΗΕ. Σημείωσε παράλληλα ότι «δεν σπαταλάμε χρόνο σε αυτό καθώς είναι περισσότερο σημαντικό να επιλύσουμε το Κυπριακό και η Ελλάδα ως εγγυήτρια δύναμη έχει ρόλο να παίξει. Και εκτιμώ ιδιαίτερα ότι είχαμε την ευκαιρία να συναντηθούμε ακριβώς τώρα γιατί η διαδικασία βρίσκεται σε μία κρίσιμη καμπή. Και χρειαζόμαστε όλες τις δυνάμεις να κάνουν το καλύτερο δυνατόν. Και αυτό που λέω εδώ θα το επαναλάβω στην Άγκυρα: Προφανώς η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν διαφορετικές απόψεις σε μία σειρά θεμάτων, αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο, αλλά είναι ισχυρή η πεποίθησή μου μετά από τις τόσες συναντήσεις σε Αθήνα και Άγκυρα ότι και οι δύο θέλουν μία λύση στο Κυπριακό».
Στο πλαίσιο αυτό επειδή, όπως είπε, οι δύο χώρες «έχουν τον ίδιο στόχο, παρά τους διαφορετικούς τρόπους και παραμέτρους» η δική του δουλειά είναι να αναζητήσει σταδιακά σημεία σύγκλισης. «Και στο κεφάλαιο των Εγγυήσεων και της Ασφάλειας η απάντηση απαιτεί αλλαγή» ανέφερε, για να προσθέσει ότι για να επιτευχθεί αυτή η αλλαγή θα πρέπει να συνεχιστούν οι συζητήσεις. «Είναι μία συζήτηση που προσπαθώ να κάνω αυτή τη στιγμή αλλά οι τελικές αποφάσεις σε ό,τι αφορά τα στρατεύματα και τις εγγυήσεις μπορούν να παρθούν μόνο στη Γενεύη και θα πρέπει να προσέλθουμε στη Γενεύη πολύ καλά προετοιμασμένοι και οι Κύπριοι και τα ΗΕ και φυσικά οι εγγυήτριες δυνάμεις, καθώς και η ΕΕ».