«Η κυβέρνηση και σταθερή είναι και προσηλωμένη στο έργο της. Ανησυχούν μόνο όσοι ελπίζουν σε αστάθεια», τονίζει η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη σε συνέντευξή της στην εφημερίδα «Κεφάλαιο».
«Τέτοιο ενδεχόμενο δεν υφίσταται παρά μόνο ως επιθυμία ορισμένων», υπογραμμίζει στο ερώτημα τι θα επιλέξει η κυβέρνηση, οψέποτε κληθεί, στο δίλημμα για οικουμενική-αλλαγή κυβερνητικού σχήματος ή εκλογές. «Έχουμε τη βεβαιότητα», τονίζει η κ. Γεροβασίλη, «ότι το κυβερνητικό σχήμα θα ολοκληρώσει την τετραετία», ότι «διαθέτει την απαιτούμενη συνοχή και κυρίως συναίσθηση ευθύνης» και πως «αυτή τη συναίσθηση ευθύνης ζητάμε και από την αντιπολίτευση. Τίποτε περισσότερο». Επισημαίνει ότι η κυβέρνηση επιζητεί τη συζήτηση με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως και θεσμικά οφείλει, ειδικά για μεγάλα θέματα εθνικής σημασίας, όπως η ασφαλιστική μεταρρύθμιση, «όπου συνολικά ως πολιτικό σύστημα έχουμε την υποχρέωση να προστατέψουμε τη σύνταξη όλων των Ελλήνων». «Συνεπώς είναι ζήτημα στόχου», αναφέρει και καταλογίζει στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ ότι αυτό φαίνεται να μην το αντιλαμβάνονται, «καθώς έχουν σαν αποκλειστική επιδίωξη την επιστροφή με κάθε τρόπο στην εξουσία».
Σχετικά με τον ΣΥΡΙΖΑ και τη συνεδρίαση της ΚΕ, επισημαίνει ότι είναι ένα κόμμα με συλλογικές διαδικασίες, ότι «μπορεί αυτό το επίπεδο εσωτερικής δημοκρατίας να ξενίζει κάποιους, αλλά έτσι οφείλουν να λειτουργούν όλα τα κόμματα στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες» και σημειώνει πως «από εκεί και πέρα, προχωράμε στην πορεία που χαράξαμε από την επομένη των εκλογών, με σταθερότητα, αποφασιστικότητα, συνέπεια και αποτελεσματικότητα».
Για το θέμα των συντάξεων, η κ. Γεροβασίλη τονίζει πως «η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί για την προστασία της κύριας σύνταξης», σημειώνει ότι «ο στόχος είναι εφικτός» και προσθέτει ότι αυτό είναι κάτι που επιβεβαιώνει και ο αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Βάλτις Ντομπρόβσκις, ο οποίος δήλωσε ότι υπάρχουν εναλλακτικές χωρίς την ανάγκη μείωσης των συντάξεων. Σημειώνει πως ο στόχος είναι να μην μειωθούν περαιτέρω οι κύριες συντάξεις μετά από τις διαδοχικές περικοπές που εφάρμοσαν οι προκάτοχοι της κυβέρνησης, οι οποίοι επιπλέον «κατάφεραν να παραδώσουν ένα μη βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα με εξαντλημένα αποθεματικά». «Συνεπώς αποτελεί εθνικό στόχο η προστασία της κύριας σύνταξης και τη βάση για το σχεδιασμό της συνολικής μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος που ολοκληρώνουμε τις προσεχείς εβδομάδες», προσθέτει.
Ερωτηθείσα εάν η κυβέρνηση θα επιδιώξει σύνδεση του προσφυγικού με χαλάρωση του προγράμματος, αναφέρει ότι η αντιμετώπιση των δύο ζητημάτων είναι ξεχωριστή και ότι «η αναγκαία οικονομική και υλικοτεχνική υποστήριξη από πλευράς Ε.Ε. για τη διαχείριση των τεράστιων προσφυγικών ροών δεν έχει καμία σχέση με το πρόγραμμα το οποίο έχουμε συμφωνήσει για την ελληνική οικονομία». Ως προς τη στάση της κυβέρνησης αναφέρει ότι με πολύ μεγάλο οικονομικό τίμημα, αντιμετωπίζει με αξιοπρέπεια και ταχύτητα ένα σοβαρότατο ανθρωπιστικό ζήτημα, για να τονίσει ότι «είναι ζωτικής σημασίας να επιταχύνουν και οι εταίροι μας την τήρηση των δικών τους υποχρεώσεων».
Σε ερώτηση για το εάν έχουμε διαφύγει τον κίνδυνο του Grexit και ότι «οι επιθέσεις σας προς τον Β. Σόιμπλε μάλλον στο αντίθετο συνηγορούν», η κυβερνητική εκπρόσωπος απαντά ότι «η επιδίωξη του κ. Σόιμπλε να δει την Ελλάδα εκτός ευρωζώνης είναι γνωστή και καταφέραμε να την ανατρέψουμε το περασμένο καλοκαίρι με τεράστιο διαπραγματευτικό αγώνα και θυσίες». Υπογραμμίζει ότι «όποιος φαντάζεται ακόμη Grexit, καλό θα είναι να το ξεχάσει, διότι οι υπόλοιποι εταίροι είναι πλέον πεπεισμένοι και αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο έχει οριστικά αποφευχθεί».
Προσθέτει πως όμως «αυτό δεν σημαίνει ότι έχει σταματήσει η προσπάθεια υπονόμευσης των ελληνικών προσπαθειών από διάφορους κύκλους και στο εξωτερικό, αλλά -και αυτό είναι πολύ λυπηρό- και στο εσωτερικό». Η κ. Γεροβασίλη παρατηρεί επιπλέον ότι «βλέποντας μάλιστα την ελληνική κυβέρνηση να πετυχαίνει την έγκαιρη υλοποίηση του προγράμματος και ταυτόχρονα να ανατρέπονται σιγά σιγά οι συσχετισμοί, αντιδρούν ολοένα και πιο σπασμωδικά», για να συμπληρώσει πως «το μόνο που πετυχαίνουν είναι να αποκαλύπτουν σε όλους το πραγματικό, αντιευρωπαϊκό, εν τέλει, πρόσωπό τους».
Για το εάν επιθυμεί ή όχι η κυβέρνηση τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, η κυβερνητική εκπρόσωπος αναφέρει ότι «το ΔΝΤ συμμετέχει σε αυτό το πρόγραμμα με τη μορφή τεχνικού συμβούλου», ότι «η Ελλάδα, έχοντας επιτύχει την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών χωρίς να χρειαστεί περίπου τα 20 από τα 25 δισ. της αρχικής πρόβλεψης της συμφωνίας, έχει πλέον πολύ μικρότερες δανειακές ανάγκες» και ότι «καθώς η προβλεπόμενη συμμετοχή του ΔΝΤ ήταν της τάξης των 23 δισ, υπάρχει ενδεχόμενο να μην κριθεί αναγκαία».
«Θεωρούμε», συνεχίζει η κ. Γεροβασίλη, «ότι η είσοδος του ΔΝΤ στα δημοσιονομικά προγράμματα του πρόσφατου παρελθόντος ήταν ένα ευρωπαϊκό λάθος» και επισημαίνει πως «το ίδιο το ΔΝΤ άλλωστε παραδέχτηκε τα σφάλματά του προ ημερών, τόσο για το γεγονός ότι δεν έγινε από την αρχή αναδιάρθρωση του χρέους, όσο και για το ότι η μείωση μισθών και συντάξεων ήταν αυτοσκοπός».
Συμπληρώνει ότι «η χώρα μας συνεχίζει να έχει κάποιες υποχρεώσεις απέναντι στο Ταμείο, οι οποίες έρχονται από τις άστοχες συμφωνίες των προηγούμενων κυβερνήσεων» και ότι «από εκεί και πέρα, η συμμετοχή του είναι ένα ζήτημα που θα συζητηθεί και θα αποφασίσει τελικά το ίδιο το ΔΝΤ, τον ερχόμενο Μάρτιο».