Τα οικονομικά προβλήματα της ευρωζώνης και η αποσπασματική και μη ενωμένη αντιμετώπισή τους δεν απειλούν μόνο την ύπαρξη της ίδιας της ΕΕ, αλλά και την… ασφάλεια των ΗΠΑ, υποστηρίζουν στο editorial τους οι New York Times.
Σύμφωνα με το άρθρο, «Η επιβίωση του κοινού νομίσματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ελεύθερη διασυνοριακή μετακίνηση και η διατλαντική συλλογική ασφάλεια τίθενται εν αμφιβόλω. Οι ηγέτες της Ευρώπης, είτε βρίσκονται σε άρνηση, ή έχουν παραλύσει.
Πως επιτρέπει ο οποιοσδήποτε ευρωπαίος ηγέτης να κινδυνεύσουν αυτοί οι πυλώνες της ευημερίας της Ευρώπης; Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν ευρωπαίοι ηγέτες, παρά μόνο μια γερμανίδα καγκελάριος, ένας γάλλος πρόεδρος και ένας ιταλός πρωθυπουργός και άλλοι που ισχυρίζονται ότι έχουν ένα ευρωπαϊκό όραμα, όμως δεν κοιτούν ποτέ πέρα από τα τοπικά πολιτικά συμφέροντά τους.
Η αποσύνθεση της Ευρώπης αποτελεί πρόβλημα και για τους αμερικάνους. Μια διάλυση του ευρώ θα μπορούσε να βυθίσει την παγκόσμια οικονομία. Μια διάλυση του ΝΑΤΟ θα σήμαινε πως οι ΗΠΑ θα έπρεπε να επωμιστούν ακόμα μεγαλύτερο βάρος σε ότι αφορά την ασφάλεια.
Πάνω από έναν χρόνο κρίσης χρέους, οι κορυφαίοι ευρωπαίοι ηγέτες εξακολουθούν να είναι ανήμποροι να πάρουν τις απαραίτητες σκληρές αποφάσεις. Ο εποικοδομητικός τρόπος για έξοδο από την κρίση θα ήταν να αναδιαρθρωθούν τα υπερβάλλοντα ελλείμματα, να επανακεφαλαιοποιηθούν οι τράπεζες που έχουν επηρεαστεί και να χαλαρώσουν τα μέτρα λιτότητας τόσο ώστε οι χώρες-οφειλέτες (η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο) να μπορέσουν μέσω της ανάπτυξης να ξαναγίνουν φερέγγυες. Καμία χώρα από μόνη της δεν θα μπορούσε να αντέξει την χρηματοδότηση μιας τέτοιας λύσης, όμως η Ευρώπη, ως σύνολο, θα μπορούσε.
Σε μια ευπρόσδεκτη παραδοχή της πραγματικότητας, ο γάλλος πρόεδρος, Νικολά Σαρκοζί, ανακοίνωσε ότι οι γαλλικές τράπεζες είναι πλέον έτοιμες να παρατείνουν «εθελοντικά» την ωρίμανση μέρους του ελληνικού χρέους. Αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει, μόνο όμως αν ολόκληρη η Ευρώπη ακολουθήσει το παράδειγμα της Γαλλίας –οι γερμανικές τράπεζες δεν έχουν ακόμα συμφωνήσει- και στη συνέχεια αμβλύνουν τις πιέσεις προς την Αθήνα για περισσότερα μέτρα λιτότητας. Βέβαια, για να «περάσει» αυτό στους ευρωπαίους ψηφοφόρους, οι πολιτικοί θα πρέπει να τους πουν την αλήθεια. Η εναλλακτική είναι να αφεθεί η ευρωζώνη να διαλυθεί και να υποφέρει το εμπόριο σε ολόκληρη την ΕΕ.
Το άνοιγμα των περισσοτέρων εσωτερικών συνόρων της Ευρώπης κατά τις τελευταίες δυο δεκαετίες ήταν ένα οικονομικό πλεονέκτημα. Όμως σχεδόν όλες οι χώρες είδαν μια ανησυχητική αύξηση πολιτικών κομμάτων που αντιτίθενται στην μετανάστευση. Η οικονομική κρίση και η άφιξη δεκάδων χιλιάδων Τυνήσιων και Λίβυων προσφύγων έχουν ωθήσει αυτήν την ξενοφοβία σε νέα επίπεδα. Η Γαλλία, η Ιταλία και η Δανία προσπαθούν να βγουν από την ιστορική Συνθήκη του Σένγκεν. Το πρόβλημα των προσφύγων είναι επίσης πολύ μεγάλο για να το χειριστούν μεμονωμένα οι χώρες. Και αυτό απαιτεί την ύπαρξη πραγματικής ευρωπαϊκής ηγεσίας.
Η ταχεία απάντηση της Ευρώπης στις βιαιοπραγίες του Συνταγματάρχη Muammar el-Qaddafi στη Λιβύη ήταν ελπιδοφόρα. Η Γαλλία άσκησε σκληρές πιέσεις για διεθνή ανάληψη δράσης και η ΝΑΤΟϊκή συμμαχία συμφώνησε να αναλάβει την ηγεσία της επιχείρησης μετά τις αμερικανικές αεροπορικές επιχειρήσεις.
Όμως, το κόστος της πολυετούς αμυντικής υποεπένδυσης από τα περισσότερα μέλη της ΕΕ έγινε γρήγορα εμφανές, καθώς οι χώρες αυτές έπρεπε να στραφούν στην Ουάσινγκτον για βόμβες και άλλο βασικό υποστηρικτικό υλικό. Η συλλογική άμυνα πάντοτε υπέθετε ότι οι ΗΠΑ θα έσπευδαν προς βοήθεια της Ευρώπης εναντίον υπερδυνάμεων όπως η Σοβιετική Ένωση. Όμως, η ανικανότητα του ευρωπαϊκού ΝΑΤΟ να κυριαρχήσει σε μια μικρή πρόκληση όπως αυτή της Λιβύης, θα πρέπει να φοβίζει κάθε υπουργείο Άμυνας της Ευρώπης.
Οι αμερικάνοι έχουν εξαντληθεί από τον πόλεμο –και ο φόβος της αποδυνάμωσης του ΝΑΤΟ δεν φαίνεται να αποθαρρύνει πλέον τους πολιτικούς, όπως έδειξε ξεκάθαρα και η διαμάχη σχετικά με την εκστρατεία στη Λιβύη. Δεν γνωρίζουμε για πόσο καιρό ακόμα οι ψηφοφόροι εδώ θα συνεχίσουν να στηρίζουν μια συμμαχία στην οποία οι ΗΠΑ επωμίζονται το 75% των αμυντικών δαπανών και ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό των πολεμικών επιχειρήσεων.
Οι ηγέτες της Ευρώπης πρέπει να βρουν ένα ευρύτερο, δικό τους όραμα, και μάλιστα σύντομα, διαφορετικά οι ευρωπαίοι –και οι αμερικανοί σύμμαχοί τους- θα μπορούσαν να πληρώσουν ένα τεράστιο τίμημα».