Νέα – και τελευταία όπως διευκρινίζει – ανακοίνωση εξέδωσε το γραφείου του Αντιπροέδρου της κυβέρνησης, Θεόδωρου Πάγκαλου, στην οποία διαψεύδει έναν προς έναν τους ισχυρισμούς του εκπροσώπου Τύπου της ΝΔ, Γ. Μιχελάκη, αναφορικά με τη συνέντευξη στη Χουριέτ και, στη συνέχεια, ζητά από τον Αντώνη Σαμαρά να αποπέμψει τον εκπρόσωπό του ως «κοινό συκοφάντη» όπως τον χαρακτηρίζει.
Παράλληλα, μιλά και για επιστροφή του «Ελεύθερου Τύπου» στις εποχές του «βρώμικου ΄89».
Αναλυτικά, η ανακοίνωση τιτλοφορείται «τα πέντε ψέματα της Νέας Δημοκρατίας και οι Αλήθειες» και έχει ως εξής:
«Ο Πάγκαλος έδωσε συνέντευξη στην Hurriyet: Ο δημοσιογράφος της Hurriyet αναφέρει εγγράφως ότι δεν πήρε ποτέ συνέντευξη από τον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης ούτε καν μια δήλωση, όπως από την πρώτη στιγμή αποσαφήνισε το Γραφείο Τύπου του Αντιπροέδρου. Υπάρχει απλώς η προσφώνηση του Αντιπροέδρου σε γεύμα των ομογενειακών σωματείων της Κωνσταντινούπολης, όπως ακριβώς γνωστοποίησε το Γραφείο Τύπου του Αντιπροέδρου.
Ο Πάγκαλος δήλωσε κατά λέξη «όταν οι Τούρκοι εργάζονταν, εμείς τεμπελιάζαμε». Δεν υπάρχει καμία τέτοια δήλωση, λέει η ανακοίνωση.
Ο Πάγκαλος δήλωσε κατά λέξη ότι «οι δικές μας τράπεζες είναι αποτυχημένες και πρέπει να πάρουν παράδειγμα από τις τουρκικές». Δεν υπάρχει καμία τέτοια δήλωση, λέει η ανακοίνωση.
Ο Πάγκαλος δήλωσε κατά λέξη «μετά την εξαγορά της FinansBank, κάποιοι εθνικιστές ενοχλήθηκαν, αλλά σήμερα είναι μια από τις πιο πετυχημένες επενδύσεις» Ο Αντιπρόεδρος επανέλαβε γνωστές θέσεις του για το ζήτημα της εξαγοράς της Finansbank όχι ως προς το τίμημα της εξαγοράς που ήταν το αντικείμενο παλαιότερης κριτικής αλλά ως προς το θετικό γεγονός της προόδου των οικονομικών σχέσεων Ελλάδας – Τουρκίας.
Χθες το απόγευμα η ανεπίσημη θέση της ΝΔ που διακινήθηκε στα γνωστά εκβιαστικά blogs ήταν ότι υπάρχει μαγνητοφωνημένο κείμενο από συνέντευξη του Πάγκαλου σε τούρκο δημοσιογράφο (όχι της Hurriyet) στην οποία έχουν καταγραφεί οι επίμαχες δηλώσεις. Δεν υπάρχει τέτοιο κείμενο, λέει η ανακοίνωση.
Στην ίδια προσφώνηση ο Αντιπρόεδρος έθεσε, επίσης, σειρά ουσιαστικών ζητημάτων που αφορούν τους ομογενείς της Πόλης, μεταξύ των οποίων και το κορυφαίο θέμα της επαναλειτουργίας της Σχολής της Χάλκης. Αυτός είναι και ο λόγος που μέρος της ομιλίας του εκφωνήθηκε στα αγγλικά διότι ο Αντιπρόεδρος, για τα συγκεκριμένα θέματα, ήθελε να απευθυνθεί στους Τούρκους, Αρμενίους και Εβραίους που ήταν παρόντες και όχι να κάνει μια δήλωση για εσωτερική κατανάλωση. Βεβαίως αυτά τα αποσπάσματα, η Νέα Δημοκρατία φρόντισε να τα ξεχάσει.
Εν πάση περιπτώσει, αρκεί να διαβάσει κάποιος όσα δήλωσε ο κ. Μιχελάκης στις 18/4/2011 και όσα δημοσίευσε η εφημερίδα του σήμερα για να αντιληφθεί ότι επάξια κέρδισε τον τίτλο «βαρώνος Μυνχάουζεν». Όμως αυτός δεν ήταν εκπρόσωπος τύπου ενός κόμματος εξουσίας. Είναι δυνατόν να θέλει να κυβερνήσει κάποιος τη χώρα με ακροδεξιά «τσικό» και με τέτοιες μεθόδους;
Η εξέλιξη των γεγονότων δικαιώνει όσους από την πρώτη στιγμή έθεσαν το μέγιστο ζήτημα αρχής για το κατά πόσον είναι συμβατό, εκπρόσωποι Τύπου ενός κόμματος να διορίζονται εκδότες ή διευθυντές εφημερίδων εξακολουθώντας επί της ουσίας να ασκούν έλεγχο στις εφημερίδες τους. Το ζήτημα δεν είναι τι έγραψε και τι γράφει ο «Ελεύθερος Τύπος» αλλά η διαπλοκή κόμματος και εφημερίδας με την ταύτιση στο ίδιο πρόσωπο δύο λειτουργιών εκ γενετής αντίθετων.
Ο κ.Σαμαράς θα έπρεπε ήδη να έχει αποπέμψει τον εκπρόσωπο Τύπου του ως κοινό συκοφάντη.
Σχετικά με το ζήτημα της Hurriyet και της αξιοπιστίας των γραφομένων της, πρέπει να σημειωθεί ότι η εν λόγω εφημερίδα είναι έγκυρη και με μακρά παράδοση. Το πώς θα διευθετήσει το δεοντολογικό ζήτημα που ανέκυψε με τον τρόπο που ο συγκεκριμένος δημοσιογράφος παρουσίασε την ομιλία του Αντιπροέδρου και την πρόσθεση φράσεων σε εισαγωγικά που ποτέ δεν ειπώθηκαν, είναι εσωτερικό της ζήτημα.
Είναι προφανές επίσης ότι ο «Ελεύθερος Τύπος» έχει γυρίσει στις εποχές του «βρώμικου ΄89». Απέναντι σε τέτοιες πρακτικές και λογικές που πλήρωσε ακριβά η χώρα, ο μόνος δρόμος είναι αυτός της δικαιοσύνης. Ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης θα κινηθεί όπως προβλέπουν οι νόμοι στις περιπτώσεις της εξύβρισης και της συκοφαντικής δυσφήμησης».