«Όταν γυρνάγαμε τη σειρά, καταλαβαίναμε πως λέγαμε μια ιστορία που είχε ανάγκη να ειπωθεί», σημείωσε στο Newsbeast η Άννα Λουιζίδη, που υποδύεται τη Φρόσω Πολύζου στη σειρά του ΑΝΤ1, Ψυχοκόρες. Αυτή η ιστορία είναι σίγουρα ένα από τα μυστικά της μεγάλης επιτυχίας που γνωρίζει το σίριαλ. Οι χαρακτήρες, το καστ, η ατμόσφαιρα και η μουσική που συνοδεύουν την ιστορία μάς ταξιδεύουν σε μια εποχή που η σημερινή κοινωνία καυχιέται πως απέχει αρκετά από τη συγκεκριμένη δομή. «Υπάρχουν πάρα πολλά για τα οποία πρέπει να παλέψουμε στην κοινωνία του σήμερα», εξήγησε, όμως, η ηθοποιός.
Συνάντησα την Άννα Λουιζίδη στο Hill Athens, στο Θησείο, και μιλήσαμε για τη σειρά που στην πρεμιέρα της στον ΑΝΤ1, 2,3 εκατομμύρια τηλεθεατές παρακολούθησαν έστω και 1 λεπτό από το πρώτο, διπλό, επεισόδιο. Αν και οι ρόλοι ήταν ξεκάθαροι -ένα υπαρκτό πρόσωπο και ένα πρόσωπο της μυθοπλασίας-, όσο ξετυλιγόταν η συζήτηση, η Άννα συναντούσε τη Φρόσω – και το αντίθετο. Θα μπορούσε στην πραγματική ζωή να πράξει αυτά που γίνονται στο σίριαλ; Αυτό μόνο η ίδια το γνωρίζει. Λέει, όμως, «είναι δύσκολο να στενοχωρείς τους ανθρώπους, αλλά είναι απαραίτητο».
Πώς σκοπεύει ν’ αξιοποιήσει την επιτυχία το επόμενο διάστημα; «Ελπίζω έντιμα. Να μπορέσω να συνεχίσω να λέω τις ιστορίες που έχουν ανάγκη να ειπωθούν. Έχει κάτι όμορφο αυτή η τέχνη. Σε αναγκάζει να αγαπήσεις τους ανθρώπους. Και να τους καταλάβεις, παρά τα λάθη τους, και να τους αφηγηθείς, παρότι μπορεί αν τους γνώριζες στην πραγματικότητα να τους αντιπαθούσες», μου είπε.
Ακολουθεί η συνέντευξη με την Άννα Λουιζίδη.
– Τι συμβολίζει ο ρόλος της Φρόσως;
Η Φρόσω ζει σε μια κοινωνία που τη θεωρεί ανάξια να την ερωτευτούν, αν και η ίδια έχει πολλή αγάπη μέσα της. Νιώθει βάρος στους γονείς της, στην οικογένειά της. Θεωρεί τον εαυτό της κατώτερο από τους υπόλοιπους. Έχει τρομερή δύναμη. Δύναμη επιβίωσης; Δύναμη μαχητικότητας; Οργή, καθότι είναι αδικία να νιώθεις ότι δεν ανήκεις και ότι είσαι βάρος; Όσο προχωράει η ιστορία, έρχεται αντιμέτωπη με πρωτόγνωρες συνθήκες. Προκειμένου να επιβιώσει και να πάψει να είναι θύμα, γίνεται θύτης. Αποκτά την παρανόηση πως σε αυτόν τον κόσμο είσαι ή θύμα ή θύτης.
– Είναι προτιμότερο να είσαι το θύμα ή ο θύτης;
Είναι δύσκολο ν’ αποδεχτείς και τη θέση του θύτη. Το να μπορέσεις να πεις ότι δεν χρειάζεται να είμαι καλός, αλλά πρέπει να υπερασπιστώ τον εαυτό μου κι αυτά που αγαπάω – κι ας γίνω κακός. Κάπου ζηλεύω τους ανθρώπους που πράττουνε χωρίς τον φόβο ότι θα γίνουν δυσάρεστοι. Και πολύ συχνά αυτοί οι άνθρωποι είναι και πιο καλοί – ή πιο ευχάριστοι. Σίγουρα είναι πιο ειλικρινείς από τους ανθρώπους που έχουν μονίμως την ανάγκη να είναι συμπαθείς και συνεχώς λένε «ναι». Είναι δύσκολο να στενοχωρείς τους ανθρώπους, αλλά είναι απαραίτητο.
– Τελικά, τι είναι καλύτερο να είσαι το θύμα ή ο θύτης;
Εξαρτάται το έγκλημα.
– Ποια μορφή κακοποίησης είναι χειρότερη; Αυτή που δέχεται η Φρόσω από τον άξεστο γαιοκτήμονα (Νάτση) ή από τη χειριστική γυναίκα του (Ευανθία);
Σίγουρα η πιο βίαιη είναι του Νάτση. Φεύγει η έννοια του συναισθήματος και μπαίνει η έννοια της σωματικής επιβίωσης. Το σώμα μας δεν έχει μάθει να διαχειρίζεται κάτι τέτοιο. Είναι ενάντια στη φύση των σωμάτων. Αυτό που συμβαίνει στη Φρόσω σκοτώνει μέσα της το «παιδί». Οποιαδήποτε αθωότητα και οποιαδήποτε παιδικότητα πεθαίνει μέσα της. Βέβαια, σε αυτή την πράξη είναι ηθικός αυτουργός και η Ευανθία, καθώς την ενορχηστρώνει. Της επιβάλλει τη μοναξιά, τη φυλακή, τη χειραγώγηση.
– Πώς προετοιμάζεται μια γυναίκα ηθοποιός για μια σκηνή βιασμού;
Έψαξα και βρήκα μαρτυρίες θυμάτων που έχουν κακοποιηθεί, για να καταλάβω τι παθαίνει ένας άνθρωπος όταν του συμβαίνει κάτι τέτοιο. Επισκέφθηκα το «Me Now Me Too», όπου υπάρχουν 277 μαρτυρίες ανθρώπων που έχει υποστεί κακοποίηση και διάβασα όσες περισσότερες μπορούσα. Αρκετές ανέφεραν ότι κατά τη διάρκεια της πράξης και ακριβώς μετά, ένιωθαν ότι το σώμα δεν είναι δικό τους και αυτό που συνέβη έγινε σε άλλο σώμα. Αυτό αποτυπώνεται και στις αντιδράσεις της Φρόσως. Το πρώτο βράδυ που την επισκέπτεται το Νάτσης, παγώνει, δεν αντιδρά και οριακά φέρεται σαν να μην είναι εκεί. Το συνειδητοποιεί στη σκηνή που πλένεται στον καταρράκτη. Ο Χρήστος Μαλάκης (ο ηθοποιός που υποδύεται τον γαιοκτήμονα Νάτση) ήταν υποδειγματικός στο πώς χειρίστηκε αυτή τη σκηνή και εμένα, που ήταν η πρώτη φορά που ερχόμουν αντιμέτωπη με κάτι τέτοιο. Ένιωσα από τον Χρήστο προστασία και φροντίδα.
– Είναι κάποια από τις τέσσερις αδελφές πιο τυχερή; Ποια από τις τέσσερις ζωές θα επέλεγες;
Ειλικρινά, καμία! Είναι τέσσερις ιστορίες που η καθεμία πάσχει σε διαφορετική χρονική στιγμή απ’ ό,τι οι άλλοι. Στην αρχή λέμε «η Βασιλική είναι σε καλά χέρια και οι άλλες τρεις περνάνε πιο δύσκολα». Τα πάντα ανατρέπονται στη σειρά και στις ιστορίες των τεσσάρων κοριτσιών. Ευτυχώς, θεωρώ ότι δεν χρειάζεται να διαλέξω στο 2024. Γιατί έτσι κι αλλιώς μιλάμε για μια συνθήκη ανελευθερίας από τη φύση της. Μην ξεχνάμε ότι τρεις στις τέσσερις είναι αγράμματες. Βρίσκονται σε μια πόλη που δεν ξέρουν πώς να κινηθούν. Δεν ξέρουν πώς να διεκδικήσουν το οποιοδήποτε δικαίωμα έχουν. Θέλω να πιστεύω ότι είμαστε μακριά από τη συνθήκη του εγκλεισμού που δέχονται αυτά τα τέσσερα κορίτσια. Ή μάλλον είμαι μακριά, γιατί σίγουρα υπάρχουν κοινωνικές ομάδες οι οποίες δεν είναι.
– Είναι η κοινωνία μας προοδευτική;
Η πρόοδος δεν είναι ούτε γραμμική ούτε μη αναστρέψιμη. Οπότε η ελληνική κοινωνία, αν προοδεύει, προοδεύει με αργά βήματα χορεύοντας ταγκό. Και μπρος, και πίσω.
– Η πατριαρχική κοινωνία της σειράς έχει κοινά σημεία ή διαφέρει από την κοινωνία του σήμερα;
Χρειάζεται να δούμε τις αποφάσεις των δικαστηρίων για να απαντήσουμε σε αυτή την ερώτηση. Η κοινωνία δείχνει μεγάλη επιείκεια στα λάθη και στα πάθη των αντρών και πολύ μικρή στις γυναίκες. Η νομοθεσία είναι λάθος, η κοινωνία τους διαχειρίζεται διαφορετικά. Υπάρχουν πάρα πολλά για τα οποία πρέπει να παλέψουμε στην κοινωνία του σήμερα. Όταν οι γυναίκες διεκδικούμε την ισότητα, δεν είναι καπρίτσιο – είναι απαραίτητο. Και είναι απαραίτητο γιατί δεν είναι μια φανταστική δυστροπία αυτό που περιγράφει η ιστορίας μας. Είναι ένα δυστυχές παρελθόν. Σήμερα υπάρχουν μέρη όπου οι ψυχοκόρες μπορεί να μην λέγονται έτσι, αλλά είναι εκεί. Και είναι αόρατες. Και αβοήθητες. Συγχρόνως, υπάρχει η εξής επικινδυνότητα: έχουμε κατακτήσει κάποια πράγματα όσον αφορά την ισότητα και αυτό κάνει τους ανθρώπους να λένε ότι πια η διεκδίκηση της ισότητας είναι περιττή. Ότι η ισότητα έχει επέλθει. Ιστορικά όταν κάποια ομάδα διεκδικεί την ισότητα, οι προνομιούχοι νιώθουν πως καταπιέζονται.
– Γνωρίσατε αληθινές ψυχοκόρες πριν ξεκινήσετε τα γυρίσματα;
Δυστυχώς δεν έτυχε να γνωρίσω κάποια ψυχοκόρη, παρ’ όλα αυτά κατά τη διάρκεια ή μετά την ενασχόλησή μου με τη σειρά, γνώρισα πολλούς ανθρώπους που είχαν μια εμπειρία με ψυχοκόρη. Ξαφνικά, ξεπηδούσαν από παντού οι ιστορίες γι’ αυτές. «Η γυναίκα που με μεγάλωσε ήταν ψυχοκόρη», μου είχε πει μια κυρία. Κάποιος μου είχε στείλει μήνυμα «η μητέρα μου ήταν ψυχοκόρη και, αν και δεν έχει βιασθεί, πέρασε πολύ δύσκολα και αυτή. Οφείλω ηθικά να παρακολουθώ τη σειρά σας, παρότι μου είναι πραγματικά πολύ δύσκολο». Κάποιο σπίτι στο οποίο δεν πήγαινα για πρώτη φορά, παρατήρησα μετά πως είχε δωμάτιο ψυχοκόρης – το οποίο, μάλιστα, δεν διέθετε παράθυρο. Ένιωσα ανόητη γιατί το κατάλαβα με αφορμή τη σειρά. Ήταν σαν να σηκώθηκε ένα πέπλο που ήταν ήδη ημιδιαφανές. Σαν να μας είπε κάποιος «για κοιτάξτε αυτό που τόσο καιρό το αγνοείτε, παρότι είναι κομμάτι της ιστορίας και της κοινωνίας».
– Σήμερα, όπως είπες κι εσύ, δεν υπάρχουν ψυχοκόρες. Ποιος ρόλος τούς έχει αντικαταστήσει;
Σήμερα υπάρχουν πλαίσια εργασίας, τα οποία καθιστούν μια ανελευθερία. Στην πραγματικότητα οι ψυχοκόρες ήταν άμισθες οικιακές εργάτριες. Έμεναν δωρεάν μέσα στο σπίτι, με την υπόσχεση της προίκας όταν και αν παντρευτούν. Σήμερα, μια γυναίκα ή ένας άντρας που βγάζει οριακά τα προς το ζην, με ένα βιοτικό επίπεδο που δεν του επιτρέπει να είναι ελεύθερος, δεν απέχει πολύ μακριά από την τότε εποχή. Ίσως τα πράγματα να είναι πιο αόρατα σήμερα.
– Υπάρχουν αόρατοι άνθρωποι;
Εννοείται. Επιλέγουμε να μην βλέπουμε αυτούς τους ανθρώπους, γιατί θα έρθουμε αντιμέτωποι με μια αδικία που εμείς επιλέγουμε, μέσω της απραξίας μας. Και επιστρέφουμε στην ερώτηση για το αν είναι καλύτερο να είσαι θύμα ή θύτης. Το να μπορέσεις ν’ αποδεχθείς ότι είσαι κακός ενέχει και το να μπορέσεις να δεις τα κομμάτια στα οποία είσαι θύτης μέσω της απραξίας σου. Και να καταλάβεις πως σφάλλεις, γιατί επιλέγεις να μην βλέπεις. Η επιλεκτική όραση είναι θέμα συνήθειας. Και είναι δύσκολο να τη σπάσεις. Πρέπει κάτι να σε ταρακουνήσει.
– Περιμένατε τέτοια ανταπόκριση από το τηλεοπτικό κοινό;
Όταν γυρνάγαμε τη σειρά, καταλαβαίναμε πως λέγαμε μια ιστορία που είχε ανάγκη να ειπωθεί. Μια ιστορία που εστιάζει στις λεπτομέρειες και δεν ωραιοποιεί το παρελθόν. Καταλαβαίναμε πως έχουμε ανάγκη να πούμε κάτι. Αν ο κόσμος έχει ανάγκη να το ακούσει ή όχι, έρχεται σε δεύτερο χρόνο. Σημασία δεν έχει μόνο πόσοι βλέπουν τη σειρά, αλλά και πόσοι ακούν αυτή την ιστορία. Υπάρχει ανάγκη να ξέρουμε αυτό το παρελθόν. Να ξέρουμε πως στην Ελλάδα υπήρχε νομοθεσία γι’ αυτό.
– Συμμετείχες σε μια σειρά που γνωρίζει μεγάλη επιτυχία. Πώς σκοπεύεις ν’ αξιοποιήσεις αυτό το κεφάλαιο το επόμενο διάστημα;
Ελπίζω έντιμα. Να μπορέσω να συνεχίσω να λέω τις ιστορίες που έχουν ανάγκη να ειπωθούν, ανεξάρτητα με το αν αυτό σημαίνει ότι θα τις δουν 10 θεατές ή 2,3 εκατομμύρια. Ελπίζω να μην ξεχάσω ποτέ τον λόγο που διάλεξα αυτό το επάγγελμα. Να μπορώ να ζω τις ζωές ανθρώπων που η ιστορία τους έχει ανάγκη να ακουστεί. Να μπορώ να ζω κι η ίδια περισσότερο απ’ ό,τι μπορώ να ζήσω. Να πεθάνω περισσότερο απ’ ό,τι μπορώ να πεθάνω. Έχει κάτι όμορφο αυτή η τέχνη. Σε αναγκάζει να αγαπήσεις τους ανθρώπους. Και να τους καταλάβεις, παρά τα λάθη τους, και να τους αφηγηθείς, παρότι μπορεί αν τους γνώριζες στην πραγματικότητα να τους αντιπαθούσες.
– Σου αρέσει που σε αναγνωρίζουν στον δρόμο;
Χαίρομαι που βλέπω ότι ο κόσμος έχει αγαπήσει τη Φρόσω. Συμπάσχει μαζί της. Θέλει να την αγκαλιάσει. Και είναι κάτι πρωτόγνωρο για μένα το ότι η συμπάθεια του κόσμου για τον ρόλο ακουμπά στο πρόσωπό μου.
– Το καλό κερδίζει πάντα στο τέλος;
Δεν το πιστεύω.
- Η φωτογράφιση της Άννας Λουιζίδη έγινε στο Hill Athens (Αποστόλου Παύλου 27). Ευχαριστούμε για τη ζεστή φιλοξενία.