Η βουτουλινική τοξίνη τύπου Α χρησιμοποιείται πλέον και επισήμως στην Ελλάδα για τη θεραπεία της χρόνιας ημικρανίας και μάλιστα το κόστος της, εδώ και περίπου εννιά μήνες, καλύπτεται από τον ΕΟΠΥΥ ανέφερε ο νευρολόγος- Γενικός Γραμματέας της Ελληνικής Εταιρείας Κεφαλαλγίας, Μιχάλης Βικελής μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στο περιθώριο του 27ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Ελλήνων Νευρολόγων, το οποίο διεξάγεται στην Αλεξανδρούπολη.
«Η χρόνια ημικρανία είναι μια υποκατηγορία της ημικρανίας, στην οποία ο πόνος εμφανίζεται πολύ συχνά, περισσότερες από τις μισές ημέρες του μήνα. Συνήθως είναι αποτέλεσμα της μακροχρόνιας πορείας της ημικρανίας. Είναι πιο συχνή στις γυναίκες και συχνά “αναγκάζει” τους πάσχοντες να κάνουν μεγάλη χρήση αναλγητικών, κάτι που προοδευτικά επιδεινώνει την κατάσταση ακόμη περισσότερο. Η χρόνια ημικρανία έχει τεράστιες επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής όσων την έχουν, καταστρέφοντας ουσιαστικά τη δυνατότητα για μια φυσιολογική κοινωνική, επαγγελματική και οικογενειακή καθημερινότητα. Η βουτουλινική τοξίνη τύπου Α, το γνωστό Botox, χορηγείται με ένεση και είναι η μοναδική εγκεκριμένη θεραπεία για την χρόνια ημικρανία στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ» εξηγεί ο κ Βικελής, ο οποίος μίλησε στο Συνέδριο για τη «Θεραπεία της χρόνιας ημικρανίας με βοτουλινική τοξίνη τύπου Α». Ο κ Βικελής εξήγησε τον τρόπο χρήσης της βουτουλινικής τοξίνης και τα αποτελέσματά της στη χρόνια ημικρανία απαντώντας σε ερωτήματα του ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ποια είναι η ελληνική εμπειρία από τη χορήγηση της βουτουλινικής τοξίνης στη χρόνια ημικρανία και ποια τα νεότερα διεθνή επιστημονικά δεδομένα;
«Παρά το ότι η επίσημη ένδειξη υπάρχει εδώ και περίπου ένα χρόνο, η βουτουλινική τοξίνη τύπου Α χρησιμοποιείται εδώ και σχεδόν 10 χρόνια σε ασθενείς με χρόνια ημικρανία. Πολλοί από αυτούς έχουν δει σημαντικότατη ύφεση, ενώ μια συχνή παρατήρηση είναι ότι οι χορηγήσεις δεν χρειάζεται να γίνονται τόσο συχνά, αλλά αρκούν δύο ή τρεις το χρόνο. Νεότερα διεθνή δεδομένα ενισχύουν τις γνώσεις μας για το φάρμακο, καθώς διευκρινίζουν το ότι τουλάχιστον δύο ή τρεις χορηγήσεις είναι απαραίτητες για να διαπιστωθεί η αποτελεσματικότητα του, ότι και ασθενείς με χρόνια ημικρανία και κατάχρηση αναλγητικών φαρμάκων μπορούν εξίσου να ωφεληθούν, αλλά και ότι το προφίλ αποτελεσματικότητας και ασφάλειας δεν αλλάζει μετά από μακρά θεραπεία».
Με ποιο ακριβώς τρόπο γίνεται η χορήγηση;
«Η χορήγηση γίνεται βάσει ειδικού εγκεκριμένου πρωτόκολλου με ενέσεις που γίνονται είτε στο υποδόριο (κάτω από το δέρμα), είτε εντός των μυών, στο μέτωπο, τους κροτάφους, το πίσω μέρος του κεφαλιού, τον αυχένα και τη ράχη. Τα 31 συγκεκριμένα σημεία που χορηγείται η βουτουλινική τοξίνη στην ημικρανία, είναι διαφορετικά (και πολύ περισσότερα) από αυτά στα οποία χορηγείται για αισθητικούς λόγους. Μάλιστα, στην ημικρανία πολλά από αυτά βρίσκονται στο πλάγιο και πίσω μέρος της κεφαλής, καθώς και στον αυχένα, δηλαδή σε σημεία που δεν γίνεται έγχυση για αισθητικούς λόγους. Οι δόσεις επίσης είναι διαφορετικές. Κατάλληλος για να χορηγήσει το βουτουλινική τοξίνη σε ασθενείς με ημικρανία είναι μόνο ένας ειδικά εκπαιδευμένος νευρολόγος, καθώς είναι ο μόνος που βάση των γνώσεων του και μπορεί να διαγνώσει σωστά τη χρόνια ημικρανία (άρα και τους κατάλληλους ασθενείς), γνωρίζει το ειδικό πρωτόκολλο χορήγησης και μπορεί να χορηγήσει την κατάλληλη λοιπή εξειδικευμένη φαρμακευτική αγωγή που ίσως χρειαστεί».
Μπορεί το κόστος του φαρμάκου να καλυφθεί από τα ασφαλιστικά ταμεία;
«Η χορήγηση της βουτουλινικής τοξίνης στην περίπτωση της χρόνιας ημικρανίας μπορεί να καλυφθεί από τα ασφαλιστικά ταμεία. Η διαδικασία έγκρισης διαρκεί περίπου μία με δύο εβδομάδες. Η κάλυψη του κόστους από τον ΕΟΠΥΥ είναι στοιχείο ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς σε διαφορετική περίπτωση για να γίνει η θεραπεία σύμφωνα με το εγκεκριμένο πρωτόκολλο απαιτούνται δύο συσκευασίες των 100 μονάδων η κάθε μια με σημαντικό κόστος (περίπου 340 ευρώ), το οποίο έτσι μπορεί να αποφύγει ο ασθενής. Για να καλυφθεί το κόστος του φαρμάκου από τα ταμεία απαιτείται γνωμάτευση από ειδικό και με εμπειρία στη χρόνια ημικρανία νευρολόγο».