Οι ανεμβολίαστοι που μολύνονται με τη μετάλλαξη Όμικρον του κορονοϊού ενδέχεται να είναι λιγότερο πιθανό να νοσήσουν σοβαρά, να χρειαστεί να νοσηλευτούν ή να καταλήξουν σε σχέση με αυτό που συνέβαινε με τις προηγούμενες παραλλαγές, όπως προκύπτει από μια νοτιοαφρικανική μελέτη που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Η έρευνα του Εθνικού Ινστιτούτου Μεταδιδόμενων Ασθενειών στην περιοχή του Δυτικού Ακρωτηρίου, η οποία ωστόσο δεν έχει αξιολογηθεί από ομοτίμους, συνέκρινε περίπου 11.600 ασθενείς που είχαν νοσήσει από τα τρία πρώτα κύματα της πανδημίας με περί τους 5.100 που νόσησαν από το κύμα που προκάλεσε η παραλλαγή Όμικρον η οποία εμφανίστηκε τον Νοέμβριο.
Η Όμικρον, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, τείνει να προκαλεί παγκοσμίως λιγότερο σοβαρή νόσηση και κατ’ αναλογία λιγότερες εισαγωγές στα νοσοκομεία και θανάτους σε σχέση με προηγούμενες παραλλαγές.
Οι επιστήμονες προσπαθούν να διακριβώσουν τον βαθμό στον οποίο αυτό οφείλεται επειδή υπάρχουν υψηλότερα ποσοστά ανοσίας λόγω των εμβολιασμών ή της φυσικής νόσησης ή η Όμικρον είναι εγγενώς λιγότερο επιθετική.
Η έρευνα συμπεραίνει ότι περίπου το ένα τέταρτο του μειωμένου κινδύνου για σοβαρή νόσηση από την Όμικρον αποδίδεται σε χαρακτηριστικά του ίδιου του ιού.
«Στο κύμα που προκλήθηκε από την Όμικρον, η βαριά νόσηση αποφεύχθηκε κυρίως εξαιτίας της προστασίας που παρείχε προηγούμενη μόλυνση και/ή ο εμβολιασμός, αλλά η εγγενώς μειωμένη λοιμογόνος ικανότητα πιθανόν να αντιστοιχεί σε περίπου 25% μειωμένου κινδύνου για νοσηλεία ή θάνατο σε σχέση με τη Δέλτα» αναφέρεται.