Αυτά ήταν τα βασικά μηνύματα του webinar με θέμα: «Τι πρέπει να γνωρίζει ο ρευματολογικός ασθενής για τα βιο-ομοειδή, για την διατροφή του αλλά και για ενδεχόμενη συννοσηρότητα», που πραγματοποίησε η Ελληνική Εταιρεία Αντιρευματικού Αγώνα μέσα απο την σελίδα της στο Facebook, με την ευγενική υποστήριξη της εταιρείας Viatris.
Τα βιο-ομοειδή είναι αποτελεσματικά και ασφαλή φάρμακα και έχουν ευρεία εφαρμογή για τη θεραπεία των φλεγμονωδών αρθριτίδων, πχ ρευματοειδή αρθρίτιδα, αγκυλοποιητική σπονδυλαρθρίτιδα, ψωριασική αρθρίτιδα, των φλεγμονωδών νόσων του εντέρου (νόσος Crohn και ελκώδης κολίτιδα), κ.ά. τόνισε η κα Κ. Μποκή, Ρευματολόγος, Συντονίστρια Δ/ντρια Γ.Ν« Σισμανόγλειο».Παρασκευάζονται από ζωντανούς οργανισμούς, όπως και τα βιολογικά, καλλιεργούνται σε ειδικές συνθήκες και με προηγμένες μεθόδους βιοτεχνολογίας, οι οποίες είναι πολύπλοκες και χρονοβόρες, ολοκληρώνεται η παραγωγή τους.Τα οφέλη των βιοομοειδών είναι πολλαπλά με κυριότερο τη μείωση του κόστους και συνεπώς εξοικονόμηση πόρων για τα συστήματα υγείας και δυνατότητα μεγαλύτερου αριθμού ασθενών για πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες. Η αλλαγή (switching) ενός βιολογικού παράγοντα αναφοράς σε βιο-ομοειδές αποτελεί μία κλινική απόφαση και θα πρέπει να έχει την συναίνεση του ασθενούς, μετά από ενημέρωση από τον ιατρό. Βασικό κριτήριο επιλογής φαρμακευτικού προϊόντος παραμένει η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα. Τέλος, απαιτείται συνεχής φαρμακοεπαγρύπνηση και καταγραφή πιθανών ανεπιθύμητων ενεργειών και εκτίμηση ανοσογονικότητας κατέληξε η κα Μποκή.
Η παράμετρος της σωστής διατροφής θα πρέπει να μην αμελείται στα πλαίσιο της ευρύτερης στρατηγικής της θεραπευτικής αντιμετώπισης ενός αυτοανόσου συστηματικού νοσήματος επεσήμανε ο κος Γ. Κατσίκας Ρευματολόγος, Δ/ντής Ρευματολογικής Κλινικής Γ.Ν.Α «Ο Ευαγγελισμός».Πέραν από το τεκμηριωμένο όφελος μιας ισορροπημένης διατροφής στον καρδιαγγειακό κίνδυνο και στη γενικότερη υγεία ενός ατόμου, φαίνεται ότι διαιτητικές παρεμβάσεις μπορούν να συμβάλλουν στην κλινική βελτίωση αυτού καθαυτού του ρευματικού νοσήματος. Η διαθέσιμη (αν και μικρή επί του παρόντος) βιβλιογραφία υποστηρίζει τη μεσογειακή διατροφή ως μια από τις κατάλληλες «αντιφλεγμονώδεις» δίαιτες για τις αυτοάνοσες συστηματικές ρευματικές παθήσεις. Η κάθε περίπτωση εξατομικεύεται και η συνεργασία ιατρού, ασθενούς και ενδεχομένως διαιτολόγου – διατροφολόγου είναι αναγκαία για την επίτευξη του καλύτερου αποτελέσματος
Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει δίαιτα ειδική για τα αυτοάνοσα ρευματικά νοσήματα, αρκετοί ασθενείς αναφέρουν κλινική βελτίωση τροποποιώντας τις διαιτητικές τους συνήθειες. Δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η διαιτητική αυτή τροποποίηση δεν μπορεί με κανένα τρόπο να υποκαταστήσει τη συμμόρφωση με τη συνιστώμενη φαρμακευτική αγωγή.
Οι τροφές που σε γενικές γραμμές συστήνονται είναι τα φρούτα (με έμφαση στα berries – μούρα και τα εσπεριδοειδή), τα λαχανικά (με έμφαση στα πράσινα και ειδικά στα πράσινα πολύφυλλα), τα
ψάρια με υψηλή περιεκτικότητα σε ω3 λιπαρά οξέα, τα όσπρια (και ειδικά τα φασόλια), οι ξηροί καρποί (αμύγδαλα, καρύδια, φιστίκια), τα γαλακτοκομικά με χαμηλά λιπαρά (κυρίως το γιαούρτι), τα
δημητριακά ολικής άλεσης, το καστανό ρύζι, το ελαιόλαδο και το τσάι. Συστήνεται περιορισμός τροφών πλούσιων σε κορεσμένα λίπη (κόκκινο κρέας, βούτυρο, πλήρη γαλακτοκομικά), ζάχαρης,
υδατανθράκων (πατάτες, ζυμαρικά), ραφιναρισμένου (λευκού) αλευριού, λευκού ρυζιού, αναψυκτικών και επεξεργασμένων τροφών (σνακς) και γλυκών.
Οι ρευματολογικές εκδηλώσεις σε ασθενείς με Ιδιοπαθή Φλεγμονώδη Νοσήματα του Εντέρου (ΙΦΝΕ) είναι συχνές και περιλαμβάνουν την περιφερική αρθρίτιδα, την αξονική προσβολή, την περιφερική ενθεσίτιδα.Μελέτες δείχνουν ότι έως 30% των ασθενών με Νόσο του Crohn ή Ελκώδη Κολίτιδα θα έχουν και σημαντική προσβολή των αρθρώσεων ανέφερε ο κος κο Κ. Κατσάνος, Γαστρεντερολόγος Αν. Καθηγητής Γαστρεντερολογίας, Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Γαστρεντερολο- γική Κλινική, Παν. Νοσ. Ιωαννίνων.
Τόσο τα ΙΦΝΕ όσο και οι φλεγμονώδεις αρθρίτιδες είναι προοδευτικά νοσήματα που μπορεί να προκαλέσουν δυσλειτουργία ακόμη και αναπηρία στον ασθενή. Συνεπώς, η ταυτόχρονη εμφάνιση αυτών των δύο καταστάσεων αυξάνει σοβαρά το αντίκτυπο της νόσου και θέτει σε κίνδυνο την ποιότητα ζωής και την πρόγνωση αυτών των ασθενών.
Για τη αντιμετώπιση των συμπτωμάτων κυρίως θα πρέπει να προτιμάται η χρήση στεροειδών, ενώ θα πρέπει να αποφεύγονται τα Μη Στεροειδή Αντιφλεγμονώδη. Φάρμακα δεύτερης γραμμής όπως η σουλφασαλαζίνη, μεθοτρεξάτη, αζαθειοπρίνη, κυκλοσπορίνη και λεφλουνομίδη θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για επιλεγμένες ενδείξεις. Σε περιπτώσεις σοβαρότερης νόσου (σοβαρή σπονδυλίτιδα, σοβαρή και επίμονη ενθεσοπάθεια), οι αντί-TNFa παράγοντες θα πρέπει να θεωρούνται θεραπεία πρώτης γραμμής.
Εξαιρετικά απαραίτητη για την καλύτερη αντιμετώπιση αυτών των καταστάσεων και την βελτίωση των κλινικών αποτελεσμάτων των ασθενών κρίνεται η επικοινωνία και η στενή συνεργασία μεταξύ γαστρεντερολόγων και ρευματολόγων κατέληξε ο κος Κατσάνος.