Ο φόβος της πρόσληψης κιλών αποτρέπει πολλούς ανθρώπους από το να κόψουν το κάπνισμα.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει μια ομάδα επιστημόνων από την Ιαπωνία, ακόμη κι αν κάποιος πάρει μερικά επιπλέον κιλά αφότου σταματήσει αυτή τη βλαβερή για την υγεία του συνήθεια, το έξτρα βάρος δε θα επιβαρύνει τον προσδόκιμο όρο ζωής του.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν, ότι οι άνθρωποι που κόβουν το τσιγάρο δεν αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο θανάτου αν πάρουν κιλά μετά.
Όσοι πήραν πάνω από 2 κιλά, αφότου έκοψαν το τσιγάρο, εξακολουθούσαν να έχουν 26% μειωμένο κίνδυνο θανάτου σε σχέση με τους καπνιστές.
«Όσοι κόβουν το τσιγάρο έχουν σημαντικό μειωμένο κίνδυνο θανάτου, συγκριτικά με όσους εξακολουθούν να καπνίζουν, ανεξάρτητα από τη μεταβολή στο σωματικό τους βάρος αφότου σταματήσουν το κάπνισμα» εξήγησε η επικεφαλής ερευνήτρια, Dr Hisako Tsuji.
Οι επιστήμονες πιστεύουν, ότι η νικοτίνη επιταχύνει το μεταβολισμό, καίγοντας θερμίδες με υψηλότερο ρυθμό. Ακόμη, «ρίχνει» την όρεξη, επηρεάζοντας τα εγκεφαλικά κύτταρα στον υποθάλαμο, το τμήμα του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για το αίσθημα της πείνας, αναφέρει δημοσίευμα της MailOnline.
Κατά μέσο όρο, οι πρώην καπνιστές βάζουν περίπου 13 κιλά ένα χρόνο αφότου κόψουν το τσιγάρο, σύμφωνα με μια αμερικανική μελέτη που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Μάιο.
Όταν κανείς κόβει το τσιγάρο, βελτιώνεται τόσο η όρεξη, όσο και η αίσθηση της γεύσης, με αποτέλεσμα να είναι πιο ισχυρός ο πειρασμός να τρώνε περισσότερο.
Ακόμη, το φαγητό λειτουργεί και σαν υποκατάστατο του τσιγάρου, κρατώντας τα χέρια των πρώην καπνιστών «απασχολημένα», καθώς πολλοί αναφέρουν ότι νιώθουν να τους λείπει η «κίνηση των χεριών, να πιάσουν ή να στρίψουν ένα τσιγάρο και να το κρατούν ανάμεσα στα δάχτυλά τους».
Αρκετοί καπνιστές παραδέχονται, ότι εξακολουθούν να καπνίζουν, προκειμένου να μην πάρουν κιλά.
Σύμφωνα με την έρευνα που δημοσίευσε η βρετανική εφημερίδα, οι πρώην καπνιστές που δεν έβαλαν κιλά είχαν 34% μειωμένο κίνδυνο θανάτου, όσοι έβαλα έως 2 κιλά είχαν 49% μειωμένο κίνδυνο θανάτου, ενώ όσοι πήραν πάνω από 2 κιλά εμφάνιζαν 26% μειωμένο κίνδυνο θανάτου.
Τα συμπεράσματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν στις επιστημονικές συνεδρίες της Αμερικανικής Ένωσης για την Καρδιά (American Heart Association’s Scientific Sessions 2014).