Ένα νέο τεστ αίματος που «ανιχνεύει» την κατάθλιψη ανέπτυξαν ερευνητές από τις ΗΠΑ.
Οι επιστήμονες ελπίζουν ότι το τεστ αυτό θα βοηθήσει στην έγκαιρη διάγνωση της κατάστασης και θα οδηγήσει σε πιο γρήγορες θεραπείες όσων υποφέρουν από αυτή.
Η κλινική κατάθλιψη χρειάζεται αρκετούς μήνες για να διαγνωστεί, καθώς οι γιατροί προσπαθούν να καταλήξουν εάν οι ασθενείς πάσχουν όντως από αυτή, ή απλά βιώνουν φυσιολογικά αισθήματα λύπης και στεναχώριας, εξαιτίας κάποιου γεγονότος ή μιας τραγωδίας, αναφέρει η MailOnline.
Οι ερευνητές από το πανεπιστήμιο Northwestern στο Σικάγο υποστηρίζουν, ωστόσο, ότι έχουν αναγνωρίσει εννιά χημικές ουσίες στο αίμα, οι οποίες αυξάνονται στους ανθρώπους που υποφέρουν από κατάθλιψη.
Όπως σημειώνει το δημοσίευμα, έχουν αναπτύξει μάλιστα ένα τεστ αίματος, το οποίο μετρά τρεις από αυτές τις χημικές ουσίες, προκειμένου να γίνει η «διάγνωση» της κατάθλιψης.
Στο πείραμα συμμετείχαν 32 ασθενείς με κατάθλιψη βαριάς μορφής και 32 ακόμη, που δεν εμφάνιζαν κανένα σύμπτωμα.
«Οι εννέα χημικές αυτές ουσίες διέφεραν σημαντικά μεταξύ των ασθενών με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή και των μη καταθλιπτικών εθελοντών, γεγονός που υποδηλώνει ότι αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει ένα διαγνωστικό εργαλείο» ανέφερε η επικεφαλής ερευνήτρια Eva Redei σε δημοσίευμα του περιοδικού Translational Psychiatry.
Την περασμένη χρονιά, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανακοίνωσε ότι η κατάθλιψη είναι η μεγαλύτερη αιτία αναπηρίας στον κόσμο μετά την οσφυαλγία και συχνά παραβλέπεται από τους γιατρούς, με μόνο ελάχιστους ασθενείς να καταφεύγουν τελικά σε ειδικές θεραπείες.