Οι θεωρίες για τον κορονοϊό δεν σταματούν. Πολλοί αναφέρουν πως «ξέφυγε» ή δημιουργήθηκε από κάποιο εργαστήριο, άλλοι λένε πως «φτιάχτηκε» από Κινέζους ενώ υπάρχουν αυτοί και αυτοί που υποστηρίζουν πως απλά… δεν υπάρχει.
Τις τελευταίες μέρες εμφανίστηκε -και κυκλοφόρησε ευρέως στο διαδίκτυο- μια νέα αστήρικτη μελέτη Κινέζων ερευνητών, που ισχυρίζονται ότι ο νέος κορονοϊός είναι τεχνητός και δημιουργήθηκε ως βιολογικό όπλο. Η μελέτη αναρτήθηκε από τους συγγραφείς της στο διαδίκτυο, χωρίς βέβαια να έχει δημοσιευθεί σε κάποιο σοβαρό επιστημονικό περιοδικό, σύμφωνα με τους Times της Νέας Υόρκης.
Οι συγγραφείς της καταγγέλλουν κυβερνήσεις, επιστημονικά περιοδικά και μεμονωμένους επιστήμονες ότι λογοκρίνουν την εν λόγω υπόθεση περί εργαστηριακής προέλευσης του νέου ιού, κατηγορώντας τους για σκόπιμη αποσιώπηση του θέματος και για συμπαιγνία με το κυβερνών κινεζικό κομμουνιστικό κόμμα.
Μολονότι οι επιστήμονες καταδίκασαν άμεσα τη μελέτη ως ανυπόστατη και επικίνδυνη, καθώς αγνοεί τον πλούτο των στοιχείων περί φυσικής προέλευσης του ιού, ενώ πυροδοτεί και συνωμοσιολογικά σενάρια, αυτή γρήγορα εξαπλώθηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης Facebook, Twitter, Reddit κ.α., φθάνοντας σε εκατομμύρια χρήστες σε όλο τον κόσμο.
«Είναι γελοία και αστήρικτη. Μασκαρεύεται ως επιστημονική, αλλά στην πραγματικότητα είναι για τα σκουπίδια», σχολίασε η ιολόγος Άντζελα Ρασμούσεν του Πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης.
Η νέα επίμαχη δημοσίευση περί τεχνητού κορονοϊού, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων είναι η δεύτερη από την ίδια ομάδα με επικεφαλής την Κινέζα επιστήμονα Λι-Μενγκ Γιαν, η οποία είχε κάνει την πρώτη δημοσίευση στις 14 Σεπτεμβρίου, επίσης χωρίς να δημοσιευθεί σε κάποιο άξιο λόγου επιστημονικό περιοδικό. Η Γιαν εγκατέλειψε φέτος το καλοκαίρι -για αδιευκρίνιστους λόγους- τη θέση της ως μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ και πλέον βρίσκεται στις ΗΠΑ.
Και οι δύο έως τώρα μελέτες της ομάδας της τη φέρουν να συνδέεται με τη μη κερδοσκοπική Εταιρεία Rule of Law Society, μεταξύ των ιδρυτών της οποίας είναι ο Στιβ Μπάνον, πρώην σύμβουλος στρατηγικής του προέδρου Τραμπ. «Αυτό και μόνο το γεγονός πρέπει να βάλει κάποιον σε σκέψεις», δήλωσε η δρ Ρασμούσεν.
Οι επιστήμονες είναι σχεδόν σίγουροι ότι ο νέος κορονοϊός προήλθε από καθαρά φυσικές-εξελικτικές διαδικασίες, αλλά ακόμη δεν έχουν καταφέρει να εντοπίσουν με βεβαιότητα τα συγκεκριμένα ζώα που αποτέλεσαν τον αρχικό κρίκο της αλυσίδας μετάδοσης. «Η υπόθεση περί εργαστηριακής προέλευσης εκμεταλλεύεται τα ανοικτά ερωτήματα σε μια συνεχιζόμενη έρευνα», ανέφερε ο δρ Μπράντον Ογκμπούνου του Πανεπιστημίου Γιέηλ.
Θα χρειαστεί καιρός για να βρεθεί ο «ένοχος» στη φύση, ενώ ίσως και να μη βρεθεί ποτέ τελικά. Όμως δεν έχουν παρουσιαστεί πειστικά επιχειρήματα και δεδομένα, που να στοιχειοθετούν την εργαστηριακή προέλευση του ιού, πολύ περισσότερο με τη σκοπιμότητα δημιουργίας βιολογικού όπλου.
Η Γιαν και οι συνεργάτες της θεωρούν ότι έχουν βρει ανωμαλίες στο γονιδίωμα του SARS-CoV-2, οι οποίες, κατά τη γνώμη τους, υποδηλώνουν σκόπιμη παρέμβαση, με την προσθήκη γενετικού υλικού από άλλους ιούς. Υποστηρίζουν ακόμη ότι τα «ξαδέρφια» του νέου κορονοϊού που έχουν εντοπιστεί σε νυχτερίδες, είναι και αυτά ανθρώπινα κατασκευάσματα. Όπως πιστεύουν, το γονιδίωμα του κορονοϊού έχει συντεθεί κατάλληλα, προκειμένου να μολύνει πιο αποτελεσματικά τους ανθρώπους.
Από όλα αυτά, τίποτε δεν φαίνεται να ευσταθεί, σύμφωνα με τη συντριπτική πλειονότητα των επιστημόνων. Για μια δημοσίευση «γεμάτη αντιφατικούς ισχυρισμούς και ανυπόστατες ερμηνείες», έκανε λόγο η ιολόγος Κισάνα Τέιλορ του Πανεπιστημίου Κάρνεγκι-Μέλον των ΗΠΑ.
Όσον αφορά τα υποτιθέμενα παράξενα χαρακτηριστικά στο γονιδίωμα του κορονοϊού, όπως είπε ο δρ Ογκμπούνου, οι ιοί συχνά, όταν πηδούν από ζώο σε ζώο, εμφανίζουν αλλαγές στο γενετικό υλικό τους, μερικές φορές ανταλλάσσοντας τμήματα του γονιδιώματος με άλλους ιούς, μια απολύτως φυσική και αναμενόμενη διαδικασία. Γι’ αυτό, άλλωστε, παρόμοιες «ανωμαλίες» παρατηρούνται στα γονιδιώματα και άλλων ιών.
«Σκέτες ανοησίες» χαρακτήρισε ο Ογκμπούνου και τα περί σχεδιασμένου ιού ως όπλο, καθώς οι επιστήμονες δεν ξέρουν αρκετά για τους ιούς, για να προβλέψουν ποιες μεταλλάξεις θα αυξήσουν τη φονικότητα ενός ιού.