Η πανδημία του κορονοϊού «χτυπά» μεγαλύτερους σε ηλικία ανθρώπους πολύ περισσότερο από τους νέους, ωστόσο οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμα κατανοήσει πλήρως γιατί συμβαίνει αυτό.
Πολλοί από τους ηλικιωμένους που έχασαν τη ζωή τους από τον ιό είχαν υποκείμενα νοσήματα που δυσκολεύουν τη μάχη κατά του κορονοϊού, αλλά πολλοί δεν είχαν άλλα προβλήματα υγείας ενώ έχουν καταγραφεί και περιπτώσεις που ο ιός προκάλεσε τον θάνατο νεότερων ανθρώπων, που ήταν υγιείς.
Οι ερευνητές σε όλο τον κόσμο προσπαθούν να βρουν τον μηχανισμό συμπεριφοράς του ιού, τους παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο για κάποιους ανθρώπους, αλλά και να εξετάσουν το εάν υπάρχει γενετική «προδιάθεση» που να δείχνει διαφορετική απόκριση στον ιό από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Υπάρχουν πολλές θεωρίες για το γιατί ο ιός είναι τόσο «επιλεκτικός».
Ορισμένοι επιστήμονες επισημαίνουν το θέμα του «ιικού φορτίου», δηλαδή της «ποσότητας» του ιού που μολύνει έναν άνθρωπο, υπογραμμίζοντας πως αυτό μπορεί να κάνει μεγάλη διαφορά στο πώς ανταποκρίνεται ο οργανισμός στη λοίμωξη.
Με απλά λόγια, όπως εξηγεί η εφημερίδα Independent, όσο μεγαλύτερη «δόση» του ιού κολλήσει ένας άνθρωπος, τόσο χειρότερη είναι η μόλυνση και τόσο κακή η πρόβλεψη για το αποτέλεσμα.
Μία παράλληλη σχολή σκέψης εξετάζει το πώς οι γενετικές διαφορές ανάμεσα στους ανθρώπους, οι διαφορές στο DNA μας, μπορεί να επηρεάζουν πόσο ευάλωτος είναι κάποιος στον ιό.
Μια τρίτη εκδοχή για το γιατί πεθαίνουν και νέοι άνθρωποι από τον κορονοϊό είναι πως μπορεί να έχουν ανοσοποιητικό σύστημα που αντιδρά έντονα και εμπλέκεται «υπερβολικά» στη μάχη με τον ιό. Σε αυτό το σενάριο, μια τεράστια λοίμωξη μπορεί να καταβάλει ζωτικά όργανα, όπως τους πνεύμονες.
Σύμφωνα με όσα μέχρι στιγμής λένε οι ειδικοί, όλες αυτές οι θεωρίες, και διαφορετικές πτυχές τους, μπορεί να παίζουν ρόλο σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση ασθενούς.
Το ιικό φορτίο
Ο Δρ Edward Parker από το London School of Hygiene and Tropical Medicine, εξηγεί το πώς το υψηλό ιικό φορτίο μπορεί να επηρεάσει τους ανθρώπους: «Μετά τη μόλυνση με τον ιό, αυτός αναπαράγεται μέσα στα κύτταρά μας. Η συνολική “ποσότητα” που έχει μέσα του ένας ασθενής λέγεται ιικό φορτίο. Για τον Covid-19, οι αναφορές από την Κίνα έδειχναν πως το φορτίο αυτό είναι μεγαλύτερο σε ασθενείς με που νοσούσαν πιο σοβαρά, κάτι που είχε διαπιστωθεί και με τον Sars και τη γρίπη. Για την τελευταία έχει βρεθεί πως η αρχική έκθεση σε μεγαλύτερη ποσότητα ιού μοιάζει να αυξάνει την πιθανότητα μόλυνσης και ασθένειας. Μελέτες σε ποντίκια έχουν επίσης δείξει πως η επαναλαμβανόμενη έκθεση σε μικρή ποσότητα ιού μπορεί να προκαλέσει την ίδια μόλυνση με μία και μοναδική έκθεση σε μεγάλη ποσότητα.
Οπότε είναι κρίσιμο να περιορίσουμε κάθε πιθανή έκθεση στον Covid-19, είτε πρόκειται για άτομα με συμπτώματα που βήχουν και διασπείρουν μεγάλη ποσότητα ιού είτε πρόκειται για ασυμπτωματικούς που διασπείρουν μικρές ποσότητες».
Η καθηγήτρια Wendy Barclay, επικεφαλής του Department of Infectious Disease στο Imperial College London, λέει πως από την υπάρχουσα γνώση για το θέμα προύπτει πως οι εργαζόμενοι στην υγεία μπορεί να αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο μόλυνσης.
«Γενικά στους ιούς που πλήττουν το αναπνευστικό, το αποτέλεσμα τη μόλυνσης, είτε κάποιος νοσήσει ελαφριά είτε βαριά, μπορεί κάποιες φορές να καθοριστεί από το πόσος ιός μπαίνει αρχικά στο σώμα προκαλώντας την αρχική μόλυνση. Είναι σαν αντίπαλοι στρατοί, μεγάλη ποσότητα ιού σημαίνει πως είναι πιο δύσκολο για το ανοσοποιητικό να τον παλέψει».
Οι γενετικές διαφορές
Οι επιστήμονες ετοιμάζονται να αναλύσουν το DNA ασθενών του covid-19 για να βρουν γιατί κάποιοι κινδυνεύουν περισσότερο από άλλους.
Τα ευρήματα μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να προσδιοριστούν οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά κι εκείνοι που μπορεί να προστατεύονται.
Η προσπάθεια να δημιουργηθεί δεξαμενή DNA από ασθενείς του κορονοϊού σε όλο τον κόσμο είναι σε εξέλιξη με βασικό στόχο να δημιουργηθεί βάση δεδομένων από ανθρώπους που δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας, ωστόσο αντέδρασαν διαφορετικά στη λοίμωξη από τον ιό.
Μια εκδοχή επικεντρώνεται σε ένα συγκεκριμένο ένζυμο στη μεμβράνη των κυττάρων, που βρέθηκε πως χρησιμοποιεί ο κορονοϊός για να εισβάλει στα κύτταρα στους πνεύμονες και τις αναπνευστικές οδούς.
Οι διαφορές στην παραγωγή του ενζύμου αυτού μπορεί να εξηγούν γιατί ο ιός μπαίνει και μολύνει ευκολότερα τα κύτταρα κάποιων ανθρώπων.
Ένα άλλο ερώτημα είναι εάν οι διαφορετικές ομάδες αίματος μπορεί να σημαίνουν διαφορετικά επίπεδα του πόσο είναι κανείς ευάλωτος στον ιό.
Κινεζική ερευνητική ομάδα διαπίστωσε διαφορές στον κίνδυνο μόλυνσης από τον ιό ανάλογα με την ομάδα αίματός τους. «Προσπαθούμε να δούμε εάν τα ευρήματα αυτά είναι επιβεβαιωμένα» αναφέρει ο γενετιστής του Stanford University Manuel Rivas στο Science Magazine.