Ήχοι όπερας «πλημμύρισαν» το κέντρο της Θεσσαλονίκης πριν από μερικές ημέρες, με τους λυρικούς τραγουδιστές Κασσάνδρα Δημοπούλου και Φίλιππο Μοδινό να ενώνουν τις φωνές τους, στέλνοντας το δικό τους μήνυμα αλληλεγγύης σε όσους «μένουν σπίτι».
Λίγα χιλιόμετρα μακρύτερα, οι Dj’s της Κατερίνης ξεσήκωσαν πρόσφατα τους γείτονές τους σ’ ένα μεγάλο «balcony party», πατώντας στα «βήματα» των Ιταλών συναδέλφων τους. Στην Ισπανία ένα πιάνο κι ένα σαξόφωνο έγιναν το πιο δυνατό «παυσίπονο» στη θλίψη του απαραίτητου εγκλεισμού λόγω κορονοϊού και στους άλλοτε πολύβουους δρόμους του Καΐρου έμεινε μόνο το τουμπερλέκι να δίνει, από κάποιο μπαλκόνι στην Ηλιούπολη (Άιν Σαμς), τον ρυθμό σε μια αναπάντεχα βουβή πραγματικότητα.
Πώς εξηγείται άραγε αυτή η τάση των ανθρώπων να αναζητούν ισορροπίες στη μουσική, στο σχεδόν Οργουελικό σκηνικό που έχει στήσει στις ζωές όλων ο κορονοϊός;
«Εν μέσω αυτής της κρίσης, οι άνθρωποι άρχισαν να περιστρέφονται όλο και περισσότερο γύρω από την τέχνη και κυρίως τη μουσική, για να “ξεσκάσουν”, να ισορροπήσουν και να “ενωθούν”, έστω και απομακρυσμένα. Έτσι, βλέπουμε καθημερινά, όλο και περισσότερο εκφάνσεις μουσικών “σκηνών”, στημένων στα μπαλκόνια, μουσικές παρουσιάσεις και διασυνδέσεις στα social media, μουσικές στιγμές χαλάρωσης και “απομακρυσμένης” κοινωνικοποίησης σε χώρους νοσοκομείων, δημιουργία και παραγωγή τραγουδιών από έμπειρους και μη καλλιτέχνες, που απευθύνονται σε λίγους ή πολλούς. Και ενώ αυτή η παγκόσμια κρίση προχωράει, τόσο στρεφόμαστε στο εσωτερικό μουσικό μας φορτίο. Ο λόγος της στροφής αυτής; Πολύπλευρος», απαντά, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Δρ. Ευθύμιος Παπατζίκης, αναπληρωτής καθηγητής Εκπαιδευτικής Νευροεπιστήμης στο Canadian University Dubai, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
«Τις τελευταίες εβδομάδες όλοι μας ζούμε μια πρωτόγνωρη πρόκληση σταθεροποίησης της ζωής μας καθώς η προσέγγιση καταπολέμησης του ιού COVID-19 ώθησε πολλές κυβερνήσεις ανά τον κόσμο να λάβουν μέτρα που αφορούν το κοινωνικό μας πλαίσιο και ευ-ζην. Σε αυτά τα μέτρα συγκαταλέγονται κυρίως η κοινωνική μας αποστασιοποίηση και απομόνωση – μέτρα που σε κάθε άλλη περίπτωση θα ήταν άμεσα κατακριτέα και σαφώς επικίνδυνα για την ψυχική μας υγεία. Έχει σημειωθεί ερευνητικά ότι η επίδραση αυτών των μέτρων είναι τόσο επιβλαβής στη βιολογική μας υπόσταση, όσο το κάπνισμα και η κατάχρηση του αλκοόλ», επισημαίνει ο Έλληνας νευροεπιστήμονας και εξηγώντας αυτή την τάση των ανθρώπων να καταφεύγουν στη μουσική σε στιγμές όπως αυτή, σημειώνει: «έχει διαπιστωθεί εδώ και πολλά χρόνια ότι η μουσική μας “αγγίζει” και σμυλεύει σωματικά και ψυχικά, σε ατομικό αλλά και σε συλλογικό επίπεδο».
Πώς, όμως, συμβαίνει αυτό; «Η μουσική καταρχήν μας ωθεί στο να συνδεόμαστε κοινωνικά μέσω της συμβεβλημένης και ταυτόχρονης κίνησης που αυτή “επιβάλλει”. Φανταστείτε ανθρώπους να τραγουδάνε όλοι μαζί το ίδιο τραγούδι. Με κάποιον τρόπο -είτε χορεύοντας, είτε κουνώντας τα χέρια, είτε απλά μετακινώντας ελαφριά τον κορμό πέρα δώθε- θα συγχρoνιστούν και θα αρχίσουν να βιώνουν τον ίδιο ρυθμό», σημειώνει ο κ. Παπατζίκης και παραπέμπει σε έρευνες που αφορούν στο βιολογικό- μηχανικό επίπεδο του χαρακτήρα που ενάγει η μουσική στον άνθρωπο.
Οι έρευνες αυτές, όπως σημειώνει, έχουν παρουσιάσει ότι «πολλά σημεία του σώματός μας, μεταξύ των οποίων οι πνεύμονες, ο λάρυγγας, το κεφάλι και τα μυονευρωνικά πλέγματα του προσώπου μας, καταφέρνουν να συγχρονιστούν απόλυτα, οδηγώντας μας να νιώσουμε έντονο το συναίσθημα της κοινωνικής συμμετοχής καθώς και το συναίσθημα της εξομάλυνσης και αντοχής του πόνου».
Σύμφωνα με τον Έλληνα επιστήμονα, υπάρχουν επίσης πολλές ενδείξεις σε κοινωνικοβιολογικό επίπεδο που εκφράζουν την αυξημένη βιολογική αίσθηση της κοινωνικής διασύνδεσης μέσω της μουσικής σύμπραξης. «Θεωρίες που αναφέρονται σε ανθρωποκεντρικές εξελικτικές παρεμβάσεις, δίνουν μεγάλη έμφαση στον ρόλο της μουσικής ως προάγουσας της κοινωνικής συνοχής και προσαρμοστικότητας. Πιο συγκεκριμένα, έχει βρεθεί ότι η μουσική σύμπραξη – και κυρίως το κοινωνικό τραγούδι – μειώνει τα επίπεδα της κορτιζόλης (ορμονικός δείκτης του στρες), αυξάνει τα επίπεδα της ωκυτοκίνης (ορμονικός δείκτης της ανθρώπινης σύζευξης), καθώς και ότι αυξάνει τα επίπεδα των β-ενδορφινών μας (δείκτης που συνδέεται με την επιβράβευση και τα επίπεδα πόνου)», εξηγεί.
«Επιπλέον», επισημαίνει ο κ. Παπατζίκης, «γνωρίζουμε μέσα από νευροεπιστημονικές έρευνες, ότι κατά τη διάρκεια της μουσικής ακρόασης και δράσης, συγκεκριμένα σημεία του εγκεφάλου μας -όπως αυτά του μεσοστεφανιαίου συστήματος (νήσος του εγκεφάλου, ραβδωτό σώμα), του θαλάμου, των βασικών γαγγλίων και του ακουστικού φλοιού- συγχρονίζονται και αυξάνουν τα επίπεδα ενεργοποίησης αυτών, οδηγώντας τελικά σε αυξητικές τάσεις του συναισθήματος της επιβράβευσης και ευεξίας. Παράλληλα ωθούν την αλλαγή (με θετικό πρόσημο) της αντιληπτικής μας ικανότητας προς το άμεσο ψυχικό και φυσικό μας περιβάλλον. Αυτό έχει φυσικά ως αποτέλεσμα το να βλέπουμε με μια πιο “ψύχραιμη” ματιά τα εκτυλισσόμενα γεγονότα τριγύρω μας, με ό,τι μπορεί αυτό να επιφέρει».
Ηλεκτροεγκεφαλικές μελέτες έχουν δείξει, σύμφωνα με τον κ. Παπατζίκη, «ότι οι γνωστικές και συναισθηματικές μας ισορροπίες μεταβάλλονται θετικά με την συγχρωτισμένη μετοχή στην ακρόαση ευχάριστης για μας μουσικής, ωθώντας τα εγκεφαλικά μας κύματα Άλφα και Θήτα να αυξηθούν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επιτυγχάνουμε ενισχυμένα επίπεδα συγκέντρωσης και προσοχής, στοιχείο που μας βοηθάει τελικά να ξεπερνούμε δύσκολες καταστάσεις που προκύπτουν από ψυχολογικές εντάσεις ασαφών και πρωτόγνωρων περιστάσεων».
Η μουσική ως καταφύγιο χαράς και φόβου
Σήμερα, η μουσική είναι ίσως το πολιτιστικό προϊόν με τη μεγαλύτερη «κατανάλωση» καθώς οι άνθρωποι καταφεύγουν σ’ αυτή για να φτιάξουν (ή να …χαλάσουν) το κέφι τους, να έρθουν πιο κοντά με άλλους ανθρώπους, να εκφράσουν σκέψεις και συναισθήματα ή ως μια άλλη έκφραση ατομικής ή συλλογικής ταυτότητας.
Στην εποχή του κορονοϊού που βιώνει η παγκόσμια κοινότητα, η μουσική δίνει την αίσθηση σε όσους την εξασκούν σε μπαλκόνια, ταράτσες ή μέσω διαδικτύου ότι συμμετέχουν και συνεχίζουν να αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης κοινότητας, παρά τον εγκλεισμό. Άλλωστε, η απαραίτητη, λόγω συνθηκών, κοινωνική και γεωγραφική αποστασιοποίηση, δεν σημαίνει απαραίτητα και κοινωνική απομόνωση, λένε οι ειδικοί.
Στη μουσική καταφεύγουν οι περισσότεροι στις δύσκολες στιγμές. Ποιος δεν θυμάται άραγε την εικόνα των κατοίκων του Παρισιού να ψέλνουν απέναντι από τη φλεγόμενη «Παναγία των Παρισίων», περίπου τέτοια εποχή πέρυσι (σ.σ. η φωτιά ξέσπασε στις 15 Απριλίου) σαν να θέλουν να ξορκίσουν το κακό;