Πιο συχνά απ’ ό,τι πιστεύουμε είναι τα γυναικολογικά προβλήματα σε παιδιά και έφηβες, όπως προκύπτει από στοιχεία που θα παρουσιαστούν σε σχετικό σεμινάριο.
Το σεμινάριο με θέμα «Πρόσφατες εξελίξεις στην παιδική και εφηβική γυναικολογία» συνδιοργανώνουν η Α΄ Μαιευτική και Γυναικολογική Κλινική του ΑΠΘ και η Ελληνική Εταιρεία Παιδικής και Νεανικής Γυναικολογίας στις 22 και 23 Νοεμβρίου στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
Όπως φαίνεται από τα σχετικά στοιχεία, το 40% των κοριτσιών που προσέρχονται στο γυναικολόγο ή τον παιδίατρο εμφανίζουν αιδοιοκολπίτιδα, με τη μορφή ερεθισμού, υγρών ή κνησμού στα έξω γεννητικά όργανα.
Παράλληλα, διαταραχές της έμμηνης ρύσης αποτελούν την πιο συχνή (40%) γυναικολογική αιτία προσέλευσης στο γιατρό κατά την εφηβική ηλικία. Έχει υπολογιστεί ότι το 54% των εφήβων κοριτσιών 13,5 – 19 ετών είναι θετικές σε κάποιον τύπο του ιού HPV, ενώ το 4% των νέων κοριτσιών υποβάλλονται σε παρατεταμένες και επώδυνες θεραπείες για κονδυλώματα και ένα μικρότερο ποσοστό εμφανίζει βλάβες στον τράχηλο της μήτρας.
Όπως επισήμανε η πρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής του σεμιναρίου, μαιευτήρας-γυναικολόγος Αναστασία Βατοπούλου πολλές φορές, οι μητέρες ανησυχούν για ερεθισμούς ή άλλα ενοχλήματα από τη γεννητική περιοχή των μικρών κοριτσιών ενώ οι έφηβες κοπέλες, συχνά, δεν καταφεύγουν στους γονείς τους ή στους ειδικούς και έχουν ελλιπή πληροφόρηση για θέματα σχετικά με τις αλλαγές που φέρνει στο σώμα τους η ωρίμανση, την αντισύλληψη, τα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα και τον προληπτικό εμβολιασμό εναντίον του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV). Εξάλλου οι μαιευτήρες – γυναικολόγοι και οι παιδίατροι δεν είναι πάντα καλά ενημερωμένοι για τη διάγνωση και αντιμετώπιση πολλών προβλημάτων αυτής της ηλικιακής ομάδας, καθώς δεν τα συναντούν αρκετά συχνά στην καθημερινή κλινική πράξη.
Οι διαταραχές της έμμηνης ρύσης που αποτελούν την πιο συχνή γυναικολογική αιτία προσέλευσης στο γιατρό κατά την εφηβική ηλικία εκδηλώνονται είτε ως ελάττωση ή αύξηση της διάρκειας του κύκλου, είτε ως παρατεταμένη αιμορραγία, που συμβαίνει τα πρώτα έτη μετά την έναρξη της περιόδου και μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή αναιμία. Τις περισσότερες φορές οφείλονται σε ανωριμότητα της κυκλικής έκκρισης των ορμονών και σπανιότερα σε διαταραχές στην πήξη του αίματος.
Μερικές φορές, η εμφάνιση της έμμηνης ρύσης (εμμηναρχή) μπορεί να καθυστερήσει. Η κατάσταση αυτή μπορεί να είναι φυσιολογική ή να οφείλεται σε ανωμαλίες των χρωματοσωμάτων, απλασία της μήτρας, άλλες συγγενείς ανωμαλίες του γεννητικού συστήματος, ορμονικές διαταραχές, υποσιτισμό, διαταραχές της διατροφής και έντονη αθλητική δραστηριότητα. Πολύ συχνή αιτία καθυστερημένης εμφάνισης της έμμηνης ρύσης ή διαταραχών της αποτελεί το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, νόσημα που έχει γενετική βάση και επιβαρύνεται με την εμφάνιση παχυσαρκίας κατά την εφηβεία.
Η εμφάνιση της έμμηνης ρύσης πριν την ηλικία των 10 ετών ή η αύξηση των μαστών πριν τα 8 έτη αποτελεί, συνήθως, φυσιολογικό φαινόμενο. Ωστόσο, σε μερικές περιπτώσεις, μπορεί να οφείλονται σε όγκους της υπόφυσης ή των ωοθηκών, υποθυρειδισμό ή κύστεις της ωοθήκης. Η εμφάνιση αρρενοποίησης μπορεί να οφείλεται σε σύνδρομα, όπως η συγγενής υπερπλασία των επινεφριδίων.
Άλλο συχνό πρόβλημα (5%) αποτελεί ο πόνος στην κοιλιά, που μπορεί να οφείλεται στην έμμηνο ρύση (δυσμηνόρροια), σε φλεγμονές των γεννητικών οργάνων από σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα, όπως τα χλαμύδια και ο γονόκοκκος ή σε κύστεις ή όγκους των ωοθηκών.
Το γεγονός ότι το 40% των κοριτσιών που προσέρχονται στο γυναικολόγο ή τον παιδίατρο εμφανίζουν αιδοιοκολπίτιδα, οφείλεται στο ότι τα παιδιά εκτίθενται σε μικρόβια, όταν λερώνονται με χώματα στο παιχνίδι, δεν πλένουν τα χέρια τους και ακουμπούν την περιοχή. Συχνά, η περιοχή των έξω γεννητικών οργάνων μολύνεται από παθογόνους οργανισμούς του αναπνευστικού συστήματος, κατά τη διάρκεια κρυολογήματος. Η φυσική άμυνα της περιοχής είναι ελαττωμένη στα παιδιά, καθώς δεν έχουν αναπτυχθεί πλήρως τα μεγάλα χείλη του αιδοίου, η τρίχωση και το όξινο περιβάλλον του κόλπου. Εκτός από μικροβιακές, αιτίες ερεθισμού στην περιοχή αποτελούν δερματολογικές παθήσεις, αλλεργία ή τραυματισμοί.
Σημαντικό θέμα της Παιδικής και Εφηβικής Γυναικολογίας αποτελεί η σεξουαλική υγεία των νέων, με την αποφυγή των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων και των ανεπιθύμητων εγκυμοσυνών, καθώς και την ορθή επιλογή αντισύλληψης, μεταδίδει το ΑΜΠΕ.
«Στην Ελλάδα, το 47% των εφήβων ηλικίας 15 – 19 ετών έχουν ξεκινήσει τις σεξουαλικές σχέσεις. Η σωστή ενημέρωση για τις μεθόδους αντισύλληψης είναι πολύ καλύτερη από την άγνοια ή τις αόριστες συμβουλές για αποχή. Το αντισυλληπτικό δισκίο αποτελεί ασφαλή και αποτελεσματική μέθοδο. Ο αντισυλληπτικός κολπικός δακτύλιος και τα ενέσιμα σκευάσματα μακράς διαρκείας είναι πρακτικά, καθώς δεν απαιτούν καθημερινή λήψη. Η ορμονική αντισύλληψη πρέπει συνδυάζεται με τη χρήση προφυλακτικού, σε όλες τις περιπτώσεις» επισημαίνει η κ. Βατοπούλου.
Από την άλλη, ο ιός των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV) εμφανίζεται συχνά κατά την εφηβεία και σύμφωνα με τους υπολογισμούς των ειδικών το 54% των εφήβων κοριτσιών 13,5 – 19 ετών είναι θετικές σε κάποιον τύπο του ιού HPV. Το 4% των νέων κοριτσιών υποβάλλονται σε παρατεταμένες και επώδυνες θεραπείες για κονδυλώματα και ένα μικρότερο ποσοστό εμφανίζει βλάβες στον τράχηλο της μήτρας, οι οποίες στις περισσότερες περιπτώσεις, υποχωρούν.
Ωστόσο, σε μερικές περιπτώσεις, μπορούν να οδηγήσουν, αργότερα, σε καρκίνο του τραχήλου της μήτρας. Ο εμβολιασμός κατά την ηλικία των 12-15 ετών φαίνεται να είναι απόλυτα ασφαλής και προστατεύει ολοκληρωτικά από την εμφάνιση και τις επιπτώσεις της λοίμωξης από HPV. Στις χώρες όπου τα κορίτσια εμβολιάζονται συστηματικά κατά τη σχολική ηλικία, τα νοσήματα που σχετίζονται με τον ιό έχουν ελαττωθεί σημαντικά. Διεθνείς μελέτες έδειξαν ότι αποτελεί σφάλμα να θεωρείται από τους γονείς ότι το εμβόλιο αποτελεί διαβατήριο για πρώιμη έναρξη σεξουαλικής δραστηριότητας.