Περιορισμένα και αβέβαια είναι τα οφέλη των στατινών στους ανθρώπους που δεν πάσχουν από καρδιαγγειακές ασθένειες, ενώ σύμφωνα με νέα έρευνα η χρήση τους πιθανώς να είναι και δυνητικά βλαβερή.
Η μελέτη αυτή, που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «The BMJ», έδειξε ότι τα φάρμακα αυτά μπορούν να κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό στα άτομα που ανήκουν σε ομάδες χαμηλού κινδύνου, όπως εξηγεί το ΑΜΠΕ.
Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα συστάσεις του Βρετανικού Εθνικού Συστήματος Υγείας, εκατομμύρια άνθρωποι που δεν έχουν υποστεί εγκεφαλικό ή καρδιακή προσβολή θα έπρεπε να παίρνουν στατίνες προληπτικά.
Οι στατίνες λειτουργούν μειώνοντας τα επίπεδα της «κακής» χοληστερόλης στο αίμα (LDL) η οποία μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία πλακών -στα τοιχώματα των αρτηριών- οι οποίες εμποδίζουν την κυκλοφορία του αίματος και μπορεί να οδηγήσουν σε καρδιακή προσβολή και εγκεφαλικό.
Το Βρετανικό Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και Κλινικής Αριστείας (NICE) συνέστησε το 2014 να προσφέρονται στατίνες σε άτομα των οποίων ο κίνδυνος να αναπτύξουν σε δέκα χρόνια καρδιαγγειακές παθήσεις, συμπεριλαμβανομένης της καρδιακής προσβολής και του εγκεφαλικού επεισοδίου, είναι μεγαλύτερος από 10%.
Αυτός ο δείκτης εκτίμησης ατομικού κινδύνου δημιουργήθηκε λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες όπως η ηλικία, η εθνικότητα, το κοινωνικό υπόβαθρο και το εάν το άτομο καπνίζει ή έχει διαβήτη.
Το 1987 περίπου 40 άτομα που ανήκαν σε ομάδες χαμηλού κινδύνου θα έπαιρναν στατίνες για να προλάβουν ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο – το 2016 ο αριθμός αυτός ανέρχεται στα 400 περίπου άτομα.
Οι Πάουλα Μπερν και Τζον Κάλιναν, από το Εθνικό Πανεπιστήμιο της Ιρλανδίας Γκάλγουεϊ, και η Σούζαν Σμιθ, από το Βασιλικό Κολλέγιο Χειρουργών στην Ιρλανδία, υποστηρίζουν ότι τα οφέλη των στατινών είναι ασαφή για πολλούς ανθρώπους. «Αν και οι στατίνες συνήθως συνταγογραφούνται, εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρά ερωτήματα σχετικά με το όφελος και την αποδοχή τους στο πλαίσιο της πρωτογενούς πρόληψης, ιδιαίτερα σε ασθενείς με χαμηλό κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου» τόνισαν οι ερευνητές.
Η ερευνητική ομάδα δήλωσε ότι η χρήση στατινών σε ομάδες χαμηλού κινδύνου μπορεί να συνιστά άσκοπη σπατάλη των οικονομικών πόρων του συστήματος υγείας.
Διαπιστώθηκε ότι η χρήση στατινών μπορεί να σχετίζεται με έναν σπάνιο αλλά σημαντικό κίνδυνο παρουσίασης μυϊκών προβλημάτων, διαβήτη και αιμορραγικού εγκεφαλικού επεισοδίου.
Έχουν υποδείξει μια μελέτη που έδειξε ότι ένα άτομο ηλικίας 65 ετών που λαμβάνει στατίνες, καπνίζει, έχει υψηλή χοληστερόλη και αρτηριακή πίεση αλλά δεν πάσχει από καρδιακή νόσο, θα μπορούσε να μειώσει τον απόλυτο κίνδυνο καρδιακής νόσου ή εγκεφαλικού επεισοδίου την επόμενη δεκαετία από 38% σε 29%.
Ωστόσο, μια γυναίκα ηλικίας 45 ετών χαμηλού κινδύνου που δεν καπνίζει, αλλά έχει υψηλή χοληστερόλη και ελαφρώς αυξημένη αρτηριακή πίεση, θα δει την πτώση του κινδύνου από το ήδη μικρό 1,4% έως 0,8%
Η μείωση του κινδύνου είναι τόσο μικρή που ενδέχεται να μην δικαιολογεί την ημερήσια λήψη στατινών. Οι ερευνητές εξέτασαν επίσης την εισαγωγή των ευρωπαϊκών κατευθυντήριων γραμμών για το 2016, οι οποίες συνιστούσαν να χορηγούνται σε περισσότερα άτομα στατίνες.
Οι στατίνες είναι τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα φάρμακα και οι παγκόσμιες πωλήσεις τους εκτιμάται ότι θα προσεγγίσουν το 1 τρισεκατομμύριο ευρώ έως το 2020.
Υπάρχει ανάγκη μεγαλύτερης επαγρύπνησης σχετικά με τα οφέλη των στατινών και οι ερευνητές φιλοδοξούν πως οι μελλοντικές έρευνες θα καλύψουν τα κενά στη μέχρι τώρα γνώση για τα φάρμακα αυτά, γεγονός που θα βοηθήσει κατ’ επέκταση γιατρούς και ασθενείς να παίρνουν πιο συνειδητές αποφάσεις για τη χορήγηση ή τη λήψη τους.