Γίνεται ολοένα και πιο δημοφιλής, τα οφέλη του για την ψυχική υγεία και ισορροπία αναγνωρίζονται και γίνονται αποδεκτά και αρκετοί τον θεωρούν πολύ χρήσιμη και αποτελεσματική λύση για να αντιμετωπίσουν τον καταιγιστικό ρυθμό της καθημερινότητας.
Ωστόσο νέα ευρωπαϊκή επιστημονική έρευνα για τον διαλογισμό έχει μάλλον απρόσμενα αποτελέσματα, καθώς, σύμφωνα με τα ευρήματα, τουλάχιστον ο ένας στους τέσσερις ανθρώπους που κάνουν συχνά διαλογισμό βιώνουν επίσης ιδιαίτερα «άσχημα» συναισθήματα την ώρα του διαλογισμού, όπως άγχος, φόβο και αλλοιωμένη αίσθηση του εαυτού.
Τα ερευνητικά δεδομένα, που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό PLOS ONE, δείχνουν πως περισσότερο από το ένα τέταρτο των ατόμων που κάνουν διαλογισμό έρχεται συχνά αντιμέτωπο με τέτοια αισθήματα.
Ο επικεφαλής της έρευνας Μάρκο Σλόσερ του Τμήματος Ψυχιατρικής του Πανεπιστημιακού Κολλεγίου του Λονδίνου (UCL) είπε ότι ο διαλογισμός, που μετατρέπει τα οικεία συναισθήματα και τις απόψεις σε φευγαλέα και ασταθή αισθήματα, μπορεί να οδηγήσει το άτομο να αισθανθεί ανασφάλεια και σε κίνδυνο, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για άτομα χωρίς μεγάλη εμπειρία στον διαλογισμό.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν 1.232 άτομα που έκαναν διαλογισμό τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα για τουλάχιστον δύο μήνες. Οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν αν είχαν αισθανθεί ποτέ ιδιαίτερα δυσάρεστες συναισθηματικές καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένου του άγχους, του φόβου ή άλλων ενοχλητικών συναισθημάτων, που απέδωσαν στην πρακτική του διαλογισμού.
Σε ποσοστό 25,6% οι συμμετέχοντες ανέφεραν ότι είχαν ιδιαίτερα δυσάρεστες εμπειρίες σχετικές με το διαλογισμό, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ. Οι άνδρες ήταν πιο πιθανό (28,5%) να υποφέρουν από αυτές τις εμπειρίες από ό,τι οι γυναίκες (23%), όπως και οι άνθρωποι χωρίς θρησκευτική πίστη (30,6%) σε σύγκριση με τους θρησκευόμενους (22%).
Το 29,2% που ασχολούνταν μόνο με αποδομητικούς τύπους διαλογισμού, που μελετούν σε βάθος τη φύση της συνειδητής εμπειρίας, ανέφεραν κάποια δυσάρεστη εμπειρία, σε σύγκριση με το 20,3% που ασχολήθηκαν με άλλες μορφές διαλογισμού. Επίσης τα άτομα που τείνουν να έχουν περισσότερες αρνητικές σκέψεις ανέφεραν και πιο δυσάρεστες εμπειρίες σχετικά με το διαλογισμό. Τέλος, όσοι αποσύρονται για ένα διάστημα σε κοινότητες (retreats) που κάνουν εντατικά προγράμματα διαλογισμού είναι πιθανότερο να έχουν αρνητικές εμπειρίες, σε σχέση με όσους κάνουν διαλογισμό στο σπίτι τους.
Η έρευνα διαπίστωσε ότι όσοι ασχολήθηκαν μόνο με τύπους διαλογισμού, που αναλύουν τη συνειδητή εμπειρία και τα συναισθήματα, αποδομώντας την ενότητα και την πραγματικότητα του εαυτού, όπως είναι η Βιπασάνα, η Μαχαμούντρα, το Ντζογκτσέν και ο διαλογισμός Κοάν στο βουδισμό Ζεν, είναι πιο πιθανό να αναφέρουν αρνητικές ψυχικές καταστάσεις, σε σχέση με όσους ασχολούνται μόνο με άλλα είδη διαλογισμού, όπως η ενσυνειδητότητα (mindfulness), η εστίαση στην αναπνοή, το σαμάντι ή ο διαλογισμός της αγάπης και της συμπόνιας.
Αν και η έρευνα δεν μελέτησε τους παράγοντες που προκαλούν αυτές τις δυσάρεστες εμπειρίες (τις οποίες επιβεβαιώνουν και ορισμένα παραδοσιακά βουδιστικά κείμενα), ο Σλόσερ υποστήριξε πως μια πιθανή εξήγηση μπορεί να είναι ότι οι πρακτικές αποδόμησης και ανάλυσης του διαλογισμού ενθαρρύνουν αυτούς που κάνουν διαλογισμό, να προβληματιστούν για τη μονιμότητα και τη σταθερότητα των σκέψεων και των συναισθημάτων τους.