Εντάξει, το ξέρουμε: είναι αδύνατον να σταματήσουμε τον χρόνο. Μπορούμε όμως να τον επιβραδύνουμε – με «όπλα» έναν υγιεινό τρόπο ζωής, δίχως τσιγάρο, καθιστική ζωή και junk food, και την αποφυγή κατά το δυνατόν του στρες.
Τι συμβαίνει, όμως, στο σώμα μας, καθώς γερνάμε; Ειδικοί από την Αμερικανική Ακαδημία Δερματολογίας (AAD), την Αμερικανική Ακαδημία Ορθοπεδικών Χειρουργών (AAOS), τα Εθνικά Ιδρύματα Οφθαλμών (NEI), Καρδιάς Πνευμόνων και Αίματος (NHLBI), Γηράνσεως (NIA) και Υγείας (ΝΙΗ) των ΗΠΑ, καθώς και από την Κλινική Μάγιο, στο Ρότσεστερ της Μινεσότα, και το Νοσοκομείο Σαιντ Λιουκ, στην Άιοβα, έχουν τις απαντήσεις.
ΔΕΡΜΑ
Αναλόγως την ηλικία και τις ορμονικές διακυμάνσεις που επιφέρει, επηρεάζεται και η υγεία του δέρματος (η ακμή λ.χ. είναι συχνότερη στην εφηβεία, ενώ η ξηροδερμία είναι συχνότερη μετά την εμμηνόπαυση). Επιπλέον, καθώς μεγαλώνουμε, ο συνδετικός ιστός του δέρματος χάνει προοδευτικά τη δύναμη και την ελαστικότητά του, ενώ δύο συστατικά του δέρματος, το κολλαγόνο και η ελαστίνη, εκφυλίζονται, με αποτέλεσμα να αναπτύσσουμε ρυτίδες, «σακούλες» και πτυχώσεις.
Το δέρμα που γερνάει είναι πιο ευαίσθητο και αναπτύσσει πιο εύκολα μελανιές. Επιπλέον, επειδή μειώνεται η παραγωγή σμήγματος (είναι το λίπος του δέρματος) το δέρμα γίνεται πιο ξηρό. Με το πέρασμα του χρόνου, λεπταίνουν επίσης τα μαλλιά και προοδευτικά γκριζάρουν, ενώ τα νύχια μεγαλώνουν με ολοένα πιο αργό ρυθμό.
ΜΥΕΣ
Η δύναμη και η μυϊκή μάζα μας φτάνουν στο μέγιστο επίπεδό τους στις ηλικίες 20 έως 30 ετών. Στη συνέχεια, αρχίζει η προοδευτική φθορά τους που εκδηλώνεται με συρρίκνωση και ελάττωση του αριθμού και του μεγέθους των μυϊκών ινών, που έχει ως συνέπεια να χάνουμε μυϊκή δύναμη και ευλυγισία.
Στην ηλικία των 40 ετών, η περίμετρος της μέσης αρχίζει να αυξάνεται, καθώς οι μύες μετατρέπονται σε λίπος το οποίο συγκεντρώνεται στον κορμό. Στην ίδια ηλικία αρχίζει η ελάττωση της μυϊκής μάζας σε χέρια και σε πόδια. Λόγω αλλαγών στους τένοντες και στους συνδέσμους, τέλος, περιορίζονται οι κινήσεις των αρθρώσεων και η ευλυγισία ελαττώνεται.
ΟΣΤΑ
Η οστική μάζα ελαττώνεται με το πέρασμα του χρόνου, καθιστώντας τα οστά λιγότερο πυκνά και περισσότερο εύθραυστα, και μειώνοντας το ύψος. Την μέγιστη οστική πυκνότητά μας την αποκτάμε μέχρι τα 25 μας χρόνια. Μετά από αυτή την ηλικία, αρχίζει η προοδευτική απώλεια οστικής μάζας. Όσο πιο δραστήριος είναι κανείς στην παιδική ηλικία και όσο περισσότερα γαλακτοκομικά προϊόντα καταναλώνει, τόσο πιο μεγάλη θα είναι η μέγιστη οστική μάζα του.
Εάν η απώλεια οστικής μάζας είναι πολύ μεγάλη, αναπτύσσεται οστεοπόρωση – μία ασθένεια που μπορεί να εκδηλωθεί και στους άντρες, παρ’ ότι είναι πολύ πιο συχνή στις γυναίκες. Η εμφάνισή της αυξάνει τον κίνδυνο καταγμάτων, τον οποίο επιτείνει το αυξημένο ενδεχόμενο πτώσης, εξαιτίας της φθοράς σε μυϊκή δύναμη και ευλυγισία.
ΥΨΟΣ
Το ύψος μας αυξομειώνεται καθημερινά, καθώς στη διάρκεια της μέρας χάνουν οι μεσοσπονδύλιοι δίσκοι νερό και το αναπληρώνουν το βράδυ.
Μετά την ηλικία των 40 ετών, όμως, παρατηρείται μόνιμη μέση απώλεια ύψους κατά περίπου 1 εκατοστό κάθε 10 χρόνια. Αυτό οφείλεται στο ότι οι μεσοσπονδύλιοι δίσκοι χάνουν σταδιακά την ικανότητα αναπλήρωσης του νερού που χάνουν μέσα στην ημέρα. Συνολικά, η διαδικασία του γήρατος μπορεί να επιφέρει απώλεια ύψους κατά 5 εκατοστά κατά μέσον όρο.
ΜΑΤΙΑ
Η οπτική οξύτητα αρχίζει να ελαττώνεται στα 40 μας, καθώς τα μάτια χάνουν βαθμιαία την ικανότητα να προσαρμόζουν το σχήμα του οφθαλμικού φακού, ώστε να εστιάζει καλά στα κοντινά αντικείμενα. Αυτό οφείλεται στην σταδιακή απώλεια της ελαστικότητας του φακού, η οποία μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη πρεσβυωπίας.
Άλλες αλλαγές που συμβαίνουν στα μάτια είναι μείωση της παραγωγής δακρύων, λέπτυνση του αμφιβληστροειδούς χιτώνα του ματιού (βρίσκεται στο πίσω μέρος των ματιών και περιέχει τα κύτταρα της όρασης), απώλεια της διαύγειας του οφθαλμικού φακού (αυτός εστιάζει το φως στον αμφιβληστροειδή), δυσκαμψία της ίριδας (εξαιτίας της οι κόρες των ματιών δεν ανταποκρίνονται καλά στα οπτικά ερεθίσματα) και ευαισθησία των ματιών στην λάμψη (αυτή κάνει επικίνδυνη την οδήγηση το βράδυ στα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών).
ΑΚΟΗ, ΟΣΦΡΗΣΗ ΚΑΙ ΓΕΥΣΗ
Γύρω στα 40 αρχίζει να μειώνεται στις γυναίκες ο αριθμός των γευστικών καλύκων στη γλώσσα (οι γευστικοί κάλυκες είναι υπεύθυνοι για τη γεύση και η μείωση του αριθμού τους οδηγεί σε αλλαγές στην γεύση μας). Στους άντρες, η μείωση αυτή αρχίζει συνήθως στα 50.
Η ακοή αρχίζει να επηρεάζεται νωρίς – από τα 30 μας χρόνια, εάν δεν συνυπάρχει κάποιος εξωτερικός παράγοντας που να την πλήξει νωρίτερα (όπως η συστηματική έκθεση σε πολύ δυνατούς ήχους). Καθώς περνούν τα χρόνια, επηρεάζεται η ικανότητα να ξεχωρίζουμε τους διάφορους ήχους, με την μειωμένη ακουστική οξύτητα να γίνεται πιο εμφανής από την ηλικία των 50 ετών. Η μερική απώλεια της ακοής είναι πολύ συνηθισμένη στις ηλικίες άνω των 60 ετών (προσβάλλει έναν άνθρωπο στους τρεις).
Η αίσθηση της όσφρησης ελαττώνεται συνήθως μετά την ηλικία των 70 ετών.
ΚΑΡΔΙΑ ΚΑΙ ΑΓΓΕΙΑ
Το καρδιαγγειακό σύστημα γίνεται λιγότερο αποδοτικό με το πέρασμα του χρόνου, επειδή ο καρδιακός μυς χάνει προοδευτικά την δύναμη να ωθεί γρήγορα, μεγάλες ποσότητες αίματος σε όλο το σώμα. Γι’ αυτό κουραζόμαστε πιο εύκολα και χρειαζόμαστε περισσότερο να συνέλθουμε. Επιπλέον, τα αιμοφόρα αγγεία χάνουν την ελαστικότητά τους, ενώ την ίδια στιγμή συσσωρεύεται λίπος στα εσωτερικά τοιχώματα των αρτηριών (μια διαδικασία γνωστή ως αρτηριοσκλήρυνση), προκαλώντας στένωση στον χώρο (λέγεται αυλός) απ’ όπου διέρχεται το αίμα.
Το επακόλουθο όλων αυτών είναι να πρέπει να λειτουργεί πιο σκληρά η καρδιά για να τροφοδοτήσει με αίμα τον οργανισμό, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει στην υπέρταση και σε άλλα δεινά. Η μείωση στην αποδοτικότητα της καρδιάς αρχίζει γύρω στα 30 χρόνια και μέχρι τα 60 έχει μειωθεί περίπου στο μισό. Η εκφύλισή της είναι ταχύτερη σε όσους διάγουν καθιστική ζωή.
ΔΟΝΤΙΑ
Η κατάσταση των δοντιών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα γονίδια και την φροντίδα τους, αλλά ακόμα και αυτά επηρεάζονται από την ηλικία.
Το πέρασμα του χρόνου μπορεί να μειώσει την παραγωγή σιέλου, το οποίο εξουδετερώνει τα στοματικά βακτήρια, ενώ τα δόντια μπορεί να γίνουν εύθραυστα. Η μειωμένη παραγωγή σιέλου, εξάλλου, μπορεί να οδηγήσει σε ξηροστομία, η οποία με τη σειρά της μπορεί να επηρεάσει την ομιλία, την κατάποση και την γεύση.
ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ
Το μέγεθος (ο όγκος) του εγκεφάλου ελαττώνεται με την ηλικία, το ίδιο και ο αριθμός των νευρικών κυττάρων σε αυτόν. Αυτό σημαίνει ότι η μνήμη, ιδίως η βραχυχρόνια, γίνεται λιγότερο αποδοτική (είναι αυτή η απλή αφηρημάδα, που όλοι αποδίδουμε στην ηλικία, αλλά μερικές φορές υποδηλώνει κάτι πιο σοβαρό, όπως η άνοια).
Επιπλέον, τα αντανακλαστικά μας μειώνονται και ο συντονισμός των κινήσεων γίνεται πιο αργός.
ΠΕΠΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
Το πεπτικό σύστημα επίσης γίνεται λιγότερο αποδοτικό καθώς γερνάμε. Τόσο η κατάποση όσο και η περίσταλση (η ρυθμική κίνηση της τροφής καθώς διέρχεται από την πεπτική οδό) επιβραδύνονται με το πέρασμα του χρόνου.
Το εσωτερικό τοίχωμα των εντέρων μπορεί να μην απορροφά καλά τα θρεπτικά συστατικά, ενώ τείνουν να μειώνονται οι ουσίες που παράγουν το στομάχι, το λεπτό έντερο, το ήπαρ και το πάγκρεας για να γίνει η πέψη των τροφίμων (το στομάχι λ.χ. παράγει λιγότερα οξέα έπειτα από την ηλικία των 50 ετών, γι’ αυτό και είναι πιο δύσκολο να απορροφηθεί η βιταμίνη Β12).
Έτσι, προβλήματα όπως η δυσπεψία, οι ανεπάρκειες θρεπτικών συστατικών και η δυσκοιλιότητα γίνονται πιο συχνά στις μεγάλες ηλικίες.
ΑΛΛΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ
– Με το πέρασμα του χρόνου, οι νεφροί γίνονται λιγότερο αποδοτικοί στην απομάκρυνση των άχρηστων υποπροϊόντων του μεταβολισμού από το αίμα. Την μείωση αυτή επιδεινώνουν προβλήματα, όπως ο διαβήτης και η υπέρταση, καθώς και ορισμένα φάρμακα.
– Η ικανότητα του οργανισμού να διατηρεί στα φυσιολογικά επίπεδα την θερμοκρασία του επίσης μειώνεται με την ηλικία. Γι’ αυτό και διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο από το ψύχος ή την πολλή ζέστη οι ηλικιωμένοι.
– Μειώνεται η ικανότητα του οργανισμού να χρησιμοποιεί την γλυκόζη (το σάκχαρο), με συνέπεια να αυξάνεται ο κίνδυνος διαβήτη.
– Οι ανάγκες σε ύπνο συχνά μειώνονται, αν και αυτό αρκετά συχνά σχετίζεται με την μείωση της φυσικής δραστηριότητας. Μπορεί επίσης να χρειάζεται κανείς περισσότερη ώρα για να αποκοιμηθεί. Στις ηλικίες άνω των 75 ετών είναι πολύ συνηθισμένο να ξυπνάει κανείς αρκετές φορές το βράδυ.
-Η αύξηση του σωματικού βάρους είναι συχνότερη καθώς περνούν τα χρόνια. Ο μεταβολικός ρυθμός μειώνεται με την ηλικία, με συνέπεια να αυξάνεται και το σωματικό βάρος, εφ’ όσον κανείς καταναλώνει τις ίδιες θερμίδες δίχως να αυξάνει την κατανάλωσή τους.
– Τα σεξουαλικά προβλήματα αυξάνονται. Ο κόλπος της γυναίκες συρρικνώνεται και στενεύει, χάνει ελαστικότητα και αναπτύσσει ξηρότητα, ιδίως μετά την εμμηνόπαυση, ενώ σε πολλούς άντρες παρατηρείται στυτική δυσλειτουργία από την ηλικία κιόλας των 40 ετών. Η στυτική δυσλειτουργία είναι πολύ πιο συνηθισμένη μετά τα 65, όπου τουλάχιστον ο ένας στους τέσσερις άντρες δυσκολεύεται να αποκτήσει ή να διατηρήσει καλή στύση.
Πηγή: ygeianews.gr