Επιστήμονες από την Αμερική έφτιαξαν το πρώτο μη επεμβατικό τεστ ούρων για την ευκολότερη, ακριβέστερη και ταχύτερη διάγνωση της φυματίωσης, σε σχέση με τις έως τώρα υπάρχουσες μεθόδους διάγνωσης.
Το τεστ ανιχνεύει γρήγορα σε δείγματα ούρων τις ενεργές λοιμώξεις φυματίωσης ακόμη και στους ανθρώπους χωρίς HIV.
Η φυματίωση είναι μια από τις συχνότερες βακτηριακές λοιμώξεις, με πάνω από δέκα εκατομμύρια νέα περιστατικά και 1,7 εκατ. θανάτους κάθε χρόνο παγκοσμίως. Στο 40% των περιπτώσεων η λοίμωξη δεν διαγιγνώσκεται, παρά μόνο όταν τα συμπτώματά της είναι πια προφανή.
Η διάγνωση έως σήμερα γίνεται είτε με τεστ δέρματος είτε με καλλιέργεια βακτηρίων από το σάλιο του ασθενούς. Και οι δύο μέθοδοι χρειάζονται μέρες για να καταλήξουν σε αποτελέσματα και πρέπει να γίνουν από έμπειρους μικροβιολόγους.
Το νέο τεστ, που παρέχει αποτελέσματα σε μόνο 12 ώρες και αναμένεται να είναι έτοιμο για κλινική χρήση σε τρία χρόνια περίπου, θα καταστήσει ευκολότερη της διάγνωση και θεραπεία της νόσου, προτού γίνει θανατηφόρα για τους ασθενείς όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Οι προηγούμενες προσπάθειες για ένα διαγνωστικό τεστ ούρων είχαν καταφέρει να ανιχνεύσουν τις λοιμώξεις μόνο σε ασθενείς θετικούς για τον ιό HIV, πιθανώς επειδή η καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματός τους οδηγεί σε σημαντικά αυξημένα επίπεδα των βακτηρίων της φυματίωσης στον οργανισμό τους.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την δρα Αλεσάντρα Λουτσίνι του Πανεπιστημίου Τζορτζ Μέισον των ΗΠΑ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό «Science Translational Medicine», βρήκαν ένα τρόπο να ανιχνεύουν στα ούρα το σάκχαρο LAM, από το οποίο αποτελείται εν μέρει το εξωτερικό περίβλημα του βακτηρίου της φυματίωσης.
Οι επιστήμονες ανέπτυξαν μικροσκοπικούς μοριακούς «κλωβούς» με ειδική χρωστική ουσία, που μπορούν να παγιδεύσουν τα μόρια του εν λόγω σακχάρου, ακόμη κι όταν αυτό βρίσκεται σε χαμηλή συγκέντρωση στα ούρα του ασθενούς. Αυτό καθιστά το τεστ έως 1.000 φορές ακριβέστερο από τα υπάρχοντα.
Οι δοκιμές του τεστ έδειξαν ότι έχει ακρίβεια πάνω από 95% στη διάγνωση της φυματίωσης. Επιπλέον, ανάλογα με τα ευρήματα του τεστ, είναι δυνατό να εξαχθούν συμπεράσματα για το πόσο σοβαρή είναι η λοίμωξη.
Θα ακολουθήσουν δοκιμές του τεστ σε χιλιάδες ανθρώπους και αν όλα πάνε καλά, σε μια τριετία περίπου θα είναι διαθέσιμο.