Σε πέντε χρόνια θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ευρέως στο Εθνικό Σύστημα Υγείας της Βρετανίας, και σε άλλες χώρες, το νέο τεστ αίματος που θα προλαμβάνει το έμφραγμα και θα αντικαταστήσει το τωρινό τεστ τροπονίνης.
Οι ερευνητές του King’s College του Λονδίνου, που έκαναν τη δημοσίευση στο αμερικανικό καρδιολογικό περιοδικό «Circulation», σύμφωνα με το BBC, δοκίμασαν το νέο τεστ cMyC (Cardiac myosin-binding protein C) σε σχεδόν 2.000 ασθενείς που εισήχθησαν επειγόντως σε νοσοκομεία με υποψία εμφράγματος, επιβεβαιώνοντας την ανωτερότητά του συγκριτικά με το υπάρχον τεστ τροπονίνης.
Το νέο τεστ θα εξοικονομήσει μεγάλα ποσά για περιττές ιατρικές δαπάνες, απελευθερώνοντας κρεβάτια στα νοσοκομεία και στέλνοντας πολλούς ανθρώπους στα σπίτια τους, αντί να μένουν στο νοσοκομείο.
Περίπου τα δύο τρίτα των ανθρώπων που προσέρχονται σε τμήμα επειγόντων περιστατικών νοσοκομείου λόγω πόνου στο στήθος και φόβου εμφράγματος, δεν έχουν τέτοιο πρόβλημα. Σήμερα οι περισσότεροι από αυτούς πρέπει προηγουμένως να κάνουν τεστ τροπονίνης μόλις φθάνουν στο νοσοκομείο, που πρέπει να επαναληφθεί μετά από τουλάχιστον τρεις ώρες.
Τα επίπεδα της πρωτεΐνης που ανιχνεύει το νέο τεστ, αυξάνονται πολύ πιο γρήγορα και σε μεγαλύτερο βαθμό σε περίπτωση εμφράγματος, από ό,τι η πρωτεΐνη τροπονίνη αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων. Έτσι, οι γιατροί μπορούν χάρη στο cMyC να αποκλείσουν πιο γρήγορα και με μεγαλύτερη σιγουριά την πιθανότητα εμφράγματος και να στείλουν τον άνθρωπο ξανά στο σπίτι του.
Το τεστ, που προς το παρόν χρησιμοποιείται μόνο για ερευνητικούς σκοπούς, μπορεί να προσφέρει αξιόπιστα αποτελέσματα στους γιατρούς μέσα σε 15 έως 30 λεπτά, ανάλογα με τον ασθενή, ενώ δεν χρειάζεται επανάληψη, όπως η τροπονίνη. Όμως θα χρειασθεί να δοκιμασθεί περισσότερο, προτού αντικαταστήσει το υπάρχον τεστ.