Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, με κύρια χαρακτηριστικά τη δυτικού τύπου διατροφή και την καθιστική ζωή, σε συνδυασμό με την αδιαμφισβήτητη επίδραση της γενετικής προδιάθεσης, έχουν οδηγήσει στην εμφάνιση νοσημάτων και παθολογικών καταστάσεων, ακόμη και στην παιδική ηλικία. Καταστάσεων που άλλοτε μπορούσε κανείς να παρατηρήσει μόνο σε ενήλικες.
Παράδειγμα μιας τέτοιας παθολογικής κατάστασης, που εμφανίζεται ολοένα και πιο συχνά σε παιδιά, είναι η αντίσταση στην ινσουλίνη.
Η αντίσταση στην ινσουλίνη η οποία εμφανίζεται ως επίδραση γενετικών, αλλά και περιβαλλοντολογικών παραγόντων, συνδέεται ισχυρά με την παχυσαρκία. Θεωρείται από πολλούς το πρωταρχικό βήμα για την ανάπτυξη Σακχαρώδη διαβήτη Τύπου ΙΙ, καρδιαγγειακών προβλημάτων και συναφών καταστάσεων.
Η αντίσταση στην ινσουλίνη στους περιφερικούς ιστούς στόχους, οφείλεται στον μειωμένο ρυθμό μεταφοράς της γλυκόζης. Στα μυϊκά κύτταρα, η κατάσταση αυτή φαίνεται να προκύπτει από την αποτυχία της μετατόπισης στην κυτταροπλασματική μεμβράνη, των προσδεμένων σε κυστίδια μεταφορέων, σε απόκριση στην ινσουλίνη.
Στα λιποκύτταρα, η μετατόπιση αυτή φαίνεται να είναι περιορισμένης έκτασης, αλλά ο κύριος μηχανισμός ινσουλινοαντίστασης φαίνεται πως είναι η προ-μεταφραστική εξάντληση του m-RNA για τους GLUT-4 (μεταφορέας γλυκόζης, ευαίσθητος στην ινσουλίνη).
Πολλές μελέτες έχουν συσχετίσει την εμφάνιση ινσουλινοαντίστασης με την παχυσαρκία. Επιπλέον, αρκετές έχουν δείξει πως η απώλεια σωματικού βάρους, φαίνεται να έχει θετική επίδραση στην αντίσταση στην ινσουλίνη. Ο μηχανισμός με τον οποίο η παχυσαρκία αυξάνει την ινσουλινοαντίσταση, έχει να κάνει με την αυξημένη κυκλοφορία των ελεύθερων λιπαρών οξέων (Free Fatty Acids, FFAs), τα αλλαγμένα επίπεδα κυτοκινών του λιπώδους ιστού, την αλλαγή στην κατανομή λίπους ή και στον συνδυασμό των παραπάνω καταστάσεων.
Τα επίπεδα FFA στον ορό των παχύσαρκων ατόμων είναι συνήθως υψηλότερα από ό,τι είναι στα άτομα με φυσιολογικό σωματικό βάρος. Αναφορές αποδεικνύουν πως αυξημένα επίπεδα FFAς ενδεχομένως να αποτελούν και την κύρια αιτία της περιφερικής αντίστασης στην ινσουλίνη σε ασθενείς με ΣΔ ΙΙ.
Χρόνια αυξημένα επίπεδα FFA ορού ενεργοποιούν την γλυκονεογένεση, προκαλούν αντίσταση στην ινσουλίνη στο ήπαρ και τους μύες και επομένως βλάπτουν την έκκριση ινσουλίνης σε άτομα με γενετική προδιάθεση.
Εκτός από το ολικό λίπος, ένας παράγοντας που φαίνεται να επηρεάζει σημαντικά την ινσουλινοευαισθησία, είναι η κατανομή του σωματικού λίπους. Άτομα με συσσώρευση λίπους στον άνω κορμό ή υψηλότερο ποσοστό σπλαχνικού λίπους, παρουσιάζουν μεγαλύτερη αντίσταση στην ινσουλίνη από ό,τι τα άτομα με μεγαλύτερη συσσώρευση λίπους στον κάτω κορμό και περισσότερο υποδόριο λίπος.
Η αντίσταση στην ινσουλίνη φαίνεται πως είναι υπεύθυνη για την ανάπτυξη όλων των παράπλευρων παθολογικών καταστάσεων, που ορίζουν το μεταβολικό σύνδρομο και συνδέεται στενά με την παχυσαρκία. Αναγνωρίζοντας πλέον πως η παχυσαρκία έχει λάβει διαστάσεις παγκόσμιας επιδημίας και πως το μεταβολικό σύνδρομο και οι κλινικές του επιπτώσεις (καρδιαγγειακά, δυσλιπιδαιμία κά.) συνδέονται στενά με την παχυσαρκία, είναι καλό να εισάγουμε στην καθημερινότητά μας έναν τακτικό προληπτικό έλεγχο, όσον αφορά στις καταστάσεις αυτές.
Το κλειδί στην αντιμετώπιση της αντίστασης στην ινσουλίνη και των παράπλευρων παθολογικών καταστάσεων που συνοδεύουν το μεταβολικό σύνδρομο, αποτελεί η έγκαιρη διάγνωσή της, που επιτρέπει την παρέμβαση και την αλλαγή, τόσο στον τρόπο ζωής του ατόμου, όσο στον τρόπο διατροφής αυτού, με την βοήθεια πάντα ενός ειδικού.
Πηγή: mednutrition.gr