Η ισχυρή εγχώρια αμυντική βιομηχανία και η καινοτομία αποτελούν αναγκαία στοιχεία για την προστασία της εθνικής μας άμυνας και ασφάλειας, αλλά και εξαιρετικά χρήσιμοι παράγοντες για την ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας, τόνισε ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Χαρδαλιάς μιλώντας μέσω βιντεοσκοπημένου μηνύματος, στην ημερίδα με θέμα «Συνδέοντας την Έρευνα με την Αμυντική Βιομηχανία» που διοργανώθηκε από το δίκτυο Πράξη, στη Λέσχη Αξιωματικών Ενόπλων Δυνάμεων, στην Αθήνα.
Όπως είπε, «ζούμε σε μια πραγματικά συναρπαστική εποχή τεχνολογικής κοσμογονίας. Δεν είναι τυχαίο ότι χρησιμοποιείται πλέον ευρέως ο όρος «Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση». Βλέπουμε τις νέες τεχνολογίες, με προεξάρχουσα την τεχνητή νοημοσύνη, να μεταβάλουν τις ζωές μας, κάνοντας μας να αδημονούμε, αλλά και ταυτοχρόνως να ανησυχούμε, για το τι μέλλει γενέσθαι τόσο στην καθημερινότητά μας, όσο και στις διακρατικές σχέσεις.
Η εθνική άμυνα και ασφάλεια είναι ο τομέας που επηρεάζεται ίσως περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο από αυτή την εκρηκτική πρόοδο της τεχνολογίας. Είναι γνωστό τοις πάσι ότι η επιστημονική πρόοδος συνδέεται αναπόσπαστα με τις στρατιωτικές εφαρμογές. Ως εκ τούτου, είναι προφανές ότι έρευνα και ανάπτυξη, εθνική άμυνα και ασφάλεια, καθώς και αμυντική βιομηχανία, αποτελούν αλληλεξαρτώμενες σταθερές».
Και πρόσθεσε: «Από την αρχαιότητα ακόμα και την εποχή που ο Αρχιμήδης σχεδίαζε τους πρωτοποριακούς καταπέλτες, καθρέφτες και αρπάγες του, η Ελλάδα ήταν μια χώρα που διακρινόταν για την υιοθέτηση καινοτομιών στον χώρο της άμυνας. Αυτή η κατάσταση πραγμάτων είναι σύμφυτη με το διαχρονικά ανήσυχο, επιχειρηματικό και κυρίως καινοτόμο πνεύμα του Έλληνα, αλλά και με την ανάγκη επιβίωσης σε ένα εξαιρετικά σύνθετο και απαιτητικό γεωστρατηγικό περιβάλλον. Παρόλα αυτά, είναι αληθές – ας μη στρουθοκαμηλίζουμε – ότι κατά τις τελευταίες δεκαετίες, είχε παρατηρηθεί μια στασιμότητα στον χώρο τόσο της έρευνας και ανάπτυξης, όσο και της αμυντικής βιομηχανίας της χώρας μας. Η απογοητευτική αυτή κατάσταση σχετιζόταν τόσο με τη γενικότερη οικονομική καχεξία της περιόδου των μνημονίων, όσο και με πιο διαχρονικές παθογένειες, οι οποίες είναι γνωστές στους «παροικούντες την Ιερουσαλήμ». Για να διορθωθεί τούτη η ιστορική παραφωνία, όπως θα τη χαρακτήριζα, η κυβέρνησή μας έλαβε αποφασιστικά μέτρα κατά την τετραετία που προηγήθηκε.
Πρώτον, επικεντρωθήκαμε στην καινοτομία σε επίπεδο εθνικό, ευρωπαϊκό και ΝΑΤΟϊκό. Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: Για την περίοδο 2019-2022, ελληνικές εταιρίες συμμετείχαν σε 72 προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης με εθνική και ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, έναντι κανενός, το τονίζω κανενός, κατά την περίοδο 2015-2019. Ελληνικές οντότητες συμμετέχουν και σε αρκετές περιπτώσεις μάλιστα ηγούνται σε πολλά προγράμματα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας, αποφέροντας, πέραν βεβαίως της πολύτιμης τεχνογνωσίας, οικονομικό κέρδος δεκάδων εκατομμυρίων για την πατρίδα μας. Και φυσικά, εξίσου δυναμική είναι η παρουσία μας στο πεδίο της αμυντικής καινοτομίας σε επίπεδο ΝΑΤΟ, με τη συμμετοχή μας σε «εργαλεία» όπως το DIANA και το κυρίως Innovation Fund.
Δεύτερον, σημειώθηκε πρόοδος στην εκμετάλλευση των καθαρά εθνικών μας δυνατοτήτων. Ας πάρουμε το παράδειγμα της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας, η οποία, σας θυμίζω, πριν από μόλις τέσσερα χρόνια πραγματικά παρέπαιε. Σήμερα, μετά από σειρά κυβερνητικών πρωτοβουλιών, όχι μόνο έχει ανακτήσει τον ρόλο της ως πολύτιμο, ως απαραίτητο στοιχείο της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, αλλά κυρίως συμμετέχει ενεργά σε εξαιρετικά απαιτητικά προγράμματα, όπως, σας θυμίζω, η αναβάθμιση των αεροσκαφών F-16 μας στην κορυφαία έκδοση ‘’Viper’’ ή στην ανάπτυξη τελευταίας τεχνολογίας Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών μέσω των προγραμμάτων «ΑΡΧΥΤΑΣ» και «ΓΡΥΠΑΣ».
Και τρίτον, αναδείξαμε τη δυναμική και κυρίως την εξωστρέφεια των ελληνικών αμυντικών εταιριών σε ολόκληρο τον κόσμο, μέσω της συμμετοχής μας σε ορισμένες από τις κορυφαίες διεθνείς εκθέσεις άμυνας και ασφάλειας, όπως την AUSA στις ΗΠΑ και τη Euronaval στη Γαλλία. Δράττομαι μάλιστα της ευκαιρίας για να σας προσκαλέσω όλους στη διοργάνωση για δεύτερη χρονιά της δικής μας εξαιρετικής έκθεσης DEFEA στην Αθήνα, που ξεκινάει αύριο, όπως πολύ καλά γνωρίζετε, με τη συμμετοχή 346 εκθετών και 91 χωρών».