Είκοσι χρόνια μετά τον ερχομό του στην Ελλάδα, ισάριθμα με αυτά που οι Ταλιμπάν απείχαν από την εξουσία στο Αφγανιστάν, ο Ρεζάι Μοχτάρ κοιτάει πια από τη χώρα μας τη δική του να βυθίζεται ξανά στο σκοτάδι. Βέβαια, για τον πρόεδρο της Αφγανικής κοινότητας στην Ελλάδα το ποια χώρα είναι τελικά «η δική σου», είναι κάτι σχετικό. Όπως μας είπε ο ίδιος: «Πια, έχω φτιάξει εδώ τη ζωή μου. Γράφω, μιλάω, ακούω, τραγουδάω, χορεύω- όλα στα ελληνικά. Άρα είμαι Έλληνας. Πατρίδα είναι ο τόπος που σε αγκαλιάζει και δε σε κλωτσάει να φύγεις».
Τον συναντήσαμε στο σπίτι του στην Αθήνα ένα απόγευμα που περίμενε να δει, όπως και όλοι οι υπόλοιποι συμπατριώτες του στην Ελλάδα, ποιος θα είναι ο τελικός σχηματισμός της κυβέρνησης των Ταλιμπάν, χωρίς όμως να τρέφει καμία αυταπάτη για τη νέα σκοτεινή εποχή στην οποία έχει περάσει πια το Αφγανιστάν.
Η είσοδος στο ζεστό διαμέρισμα της οικογένειας σε μια κλασική αθηναϊκή πολυκατοικία (ο Ριζάι παντρεύτηκε μια συμπατριώτισσά του πριν από έξι χρόνια και έχουν τρεις κόρες) μας επιφυλάσσει μια έκπληξη με το που ανοίγει η πόρτα- ένα στρωμένο τραπέζι γεμάτο αφγανικές νοστιμιές.
Όλα είναι φτιαγμένα από τα χέρια της συμπατριώτισσας συζύγου του Ριζάι, η οποία όπως μας λέει έχει δουλέψει ως σεφ σε εστιατόρια με τοπική Αφγανική κουζίνα στην Αθήνας. Όταν περνάμε στο σαλόνι, o Ριζάι επιλέγει η κουβέντα μας να γίνει με «μουσικό χαλί» μια συναυλία του Λουδοβίκου των Ανωγείων στο Μέγαρο Μουσικής τον Απρίλιο του 2021, με τον εύγλωττο τίτλο « Μοιρολόγια της Μεσογείου για το θρήνο και τη λύτρωση». Τον λόγο που ο Ριζάι επιλέγει συχνά να παρακολουθεί τη συγκεκριμένη συναυλία θα μας τον πει ο ίδιος στην πορεία της κουβέντας μας.
Η πρώτη φυγή από το Αφγανιστάν
« Γεννήθηκα κατά τη διάρκεια του Σοβιετικού πολέμου στο Αφγανιστάν, το 1986. Έφυγα πολύ μικρός από τη χώρα με την οικογένεια μου, σε ηλικία μόλις 2 1/2 χρονών. Ο πατέρας μου ήταν πολιτικοποιημένος και είχαμε προβλήματα με επιθέσεις εναντίον μας. Αυτό το τραύμα που βλέπετε στο κεφάλι μου είναι από τον πόλεμο, από χειροβομβίδα που έριξαν στο σπίτι μας όταν ήμουν μόλις 2 ετών. (σ.σ σε αυτό το σημείο, ο Ρεζάι μας δείχνει μια ουλή στους κροτάφους τους). Καταστράφηκε το σπίτι μας και ο, τι είχαμε. Δεν ξαναγύρισα ποτέ.
Πρώτα πήγαμε στο Πακιστάν, εκεί όπου σταθερά ζουν 3.000.0000 με 4.000.000 Αφγανοί. Ούτε στο Πακιστάν όμως μπορούσαμε να σταθούμε και έτσι φύγαμε για το Ιράν. Εκεί έμεινα μέχρι τα 14 μου. Στο Ιράν εισπράξαμε μεγάλο ρατσισμό. Δεν μπορούσαμε να πηγαινοερχόμαστε ελεύθερα στο σπίτι μας, δεν μπορούσαμε να φοράμε ένα ρούχο πιο ακριβό από έναν Ιρανό, ήμασταν σε όλα περιορισμένοι. Το bullying ήταν πολύ έντονο. Δεν είχαμε δικαιώματα βάση του νόμου τους, έπρεπε να πληρώνουμε για να πάμε σχολείο.
Ο δύσκολος ερχομός στην Ελλάδα
» Ήμουν από τους πρώτους ασυνόδευτους ανήλικους που ήρθαν στην Ελλάδα. Ήρθα στο τέλος του 2001. Ήμουν 15 χρονών. Κανείς δεν θέλει να φεύγει από την πατρίδα του. Ούτε φταίει η πατρίδα, αν αυτοί που κυβερνούν δεν την αγαπάνε.
Από μόνη της, όλη αυτή η διαδρομή ως τη Ελλάδα, ήταν ένα είδος θανάτου για ένα παιδί στην ηλικία μου. Στα σύνορα με το Ιράν έφτασα με αυτοκίνητο. Από εκεί Ιράν- Κωνσταντινούπολη, 1965 χιλιόμετρα τα έκανα ποδαράτος.
Ακούσαμε πυροβολισμούς, κρυβόμασταν, αρρώστησα στη διαδρομή, πολλά συνέβησαν. Στην πρώτη απόπειρα μπήκαμε στην Κω. Στην κεντρική παραλία του νησιού οι Έλληνες στρατιωτικοί μας ξυλοφόρτωσαν και στη συνέχεια μας έβαλαν φυλακή- χειροπέδες, ελάχιστο φαγητό και νερό. Ήμασταν τέσσερα άτομα παρέα, δύο δεκαπεντάχρονοι και δύο μεγαλύτεροι μας άντρες. Μετά από 12 ημέρες φυλάκισης και ξύλου μας έστειλαν Κωνσταντινούπολη.
Στη δεύτερη απόπειρα μπήκαμε από την Λέσβο. Ήμασταν από τους πρώτους που περάσαν μέσα από αυτή τη «θανατερή» διαδρομή όπως αυτή άρχισε να γίνεται από το 2015 και μετά. Στη Λέσβο μείναμε 54 μέρες φυλακή. Τότε, μόνο φυλακές είχε το ελληνικό σύστημα υποδοχής προσφύγων και μεταναστών. Μόλις βγήκαμε και από εκείνη τη φυλακή, με ο, τι είχαμε και δεν είχαμε αγοράσαμε ένα εισιτήριο για Αθήνα. Για δύο μήνες κοιμόμουν στο Πεδίον του Άρεως.
Η φωτεινή κάθοδος στην Κρήτη
» Τελικά με τα χίλια ζόρια και μέσω του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες βρέθηκα τον Φεβρουάριο του 2002 στο ‘Κέντρο Φιλοξενίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων Παιδιών’ στα Ανώγεια της Κρήτης. Ήταν ένα ανοιχτό, ωραίο κέντρο εκείνο, μια εξαίρεση. Εκεί έγινα φίλος με τον Λουδοβίκο των Ανωγείων αλλά και τον πρώην δήμαρχο της περιοχής, τον μαθηματικό Μανώλη Καλλέργη. Και οι δύο επισκέπτονταν το κέντρο για να δουν τα παιδιά και να μας βοηθήσουν. Ο Καλλέργης με προετοίμασε και για τις πανελλήνιες εξετάσεις που έδωσα το 2010.
Τα οχτώ χρόνια που έζησα στο κέντρο είδα τη φιλόξενη πλευρά της Ελλάδας μέσα από αυτούς τους αξιόλογους ανθρώπους που μας στάθηκαν και μας αγκάλιασαν. Προσωπικά, με βοήθησαν να προχωρήσω στα όνειρα μου.
Κάποια στιγμή μάλιστα σε έναν μαθητικό διαγωνισμό έκθεσης, πήρα το πρώτο βραβείο στο Ρέθυμνο και το δεύτερο βραβείο σε όλη την Κρήτη. Γι’ αυτή μου την επιτυχία με βράβευσε τότε και το υπουργείο Πολιτισμού. Τελειώνοντας το σχολείο πέρασα με την πρώτη στη σχολή ‘Επιχειρηματικού σχεδιασμού και πληροφοριακών συστημάτων’ στο ΤΕΙ Κρήτης.
Η ζωή στην Αθήνα
«Το 2014 ήρθα στην Αθήνα. Η οικονομική κρίση έκανε δύσκολο το να βρω δουλειά στην Κρήτη. Για πέντε μήνες δούλεψα ως βοηθός σε ένα λογιστικό γραφείο. Μετά βρήκα δουλειά ως διερμηνέας στην υπηρεσία ασύλου. Αυτό μου άρεσε πολύ, γιατί ήξερα από πρώτο χέρι πόσο πολύτιμη υπηρεσία είναι αυτή για τους πρόσφυγες. Όταν ήρθα εγώ στην Ελλάδα δεν υπήρχε ούτε ένας διερμηνέας, συνεννοούμασταν σα να είμαστε κωφάλαλοι.
Σύντομα, ξεκίνησα να εργάζομαι στο ελληνικό παράρτημα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες. Τότε άρχισα να δουλεύω και ‘στο πεδίο’ όπως λέμε. Μια εβδομάδα Μυτιλήνη, μια Αλεξανδρούπολη, Λέσβο ή Χίο. Θυμάμαι πόσο έντονα ένιωσα ότι πια έχω προνομιακή θέση όταν πήγα πρώτη φορά στην Ειδομένη και οι συμπατριώτες μου και άλλοι πρόσφυγες και μετανάστες άρχισαν να κοιτάζουν εμένα σαν Σωτήρα.
Η δική μου ζωή πάντως στη χώρα συνεχιζόταν. Για λίγο καιρό έζησα και στη Σάμο. Το Πάσχα του 2015 είχα έρθει για κάποιες μέρες Αθήνα. Ανήμερα της ημέρας του Πάσχα λοιπόν, πήγαμε πολλοί Αφγανοί σε μια συγκέντρωση για φαγητό στη Βαρυμπόμπη. Εκεί γνώρισα τη σύζυγό μου η οποία ήρθε κι αυτή στην Ελλάδα πριν από 14 χρόνια. Πολύ λυπάμαι που αυτό το ιστορικό για εμένα μέρος, κάηκε σε τέτοιο βαθμό.
Σήμερα, συνεχίζω να εργάζομαι ως διερμηνέας και γράφω και δύο βιβλία με τις εμπειρίες μου στην Ελλάδα. Θέλω το πρώτο, με τίτλο ‘Περιπλανωμένοι’ να πρωτοπαρουσιαστεί και να εκδοθεί στα Ανώγεια.
Τα δύσκολα χρόνια της Χρυσής Αυγής
» Επίθεση προσωπική από τους Χρυσαυγίτες δεν δέχτηκα. Παρ’ όλα αυτά, εκείνα τα σκοτεινά χρόνια που η εγκληματική οργάνωση βρίσκονταν στο προσκήνιο ζούσα τον ρατσισμό με έναν άλλο, πιο υπόγειο τρόπο. Πήγαινα για παράδειγμα σε δημόσιες υπηρεσίες του κράτους για να φτιάξω έγγραφα και μου έκαναν τη ζωή πατίνι. Θυμάμαι όταν παντρεύτηκα με την γυναίκα μου πόσο με ταλαιπώρησαν. Δεν μας έλεγαν άσχημα πρόσωπα κατά πρόσωπο αλλά μας έλεγαν για παράδειγμα «όχι αυτό το χαρτί, άλλο». Και πάλι από την αρχή. Φασαρία και φωνές γιατί δεν είχαμε δήθεν το κατάλληλο έγγραφο.
Εκείνα τα χρόνια, πριν παντρευτώ, έμενα στο Παγκράτι. Κυκλοφορούσα βέβαια πολύ στο κέντρο αφού εκεί ήταν και τα γραφεία της Αφγανικής κοινότητας. Δεν φοβόμουν παρ’ όλα αυτά τη Χρυσή Αυγή. Είχα ήδη ζήσει πολύ bullying στο Ιράν. Παρ΄ όλα αυτά πρόσεχα όσο μπορούσα, γιατί έβλεπα τις επιθέσεις που έκαναν σε Αφγανούς, Πακιστανούς, Μπαγκλαντεσιανούς, Αφρικανούς. Δεν γύριζα για παράδειγμα αργά το βράδυ στο σπίτι ούτε και κυκλοφορούσα πολύ μόνος μου.
Μια φορά προς τα τέλη τα δράσης τους, το 2018, έβαλαν φωτιά στα γραφεία μας στη Χαλκοκονδύλη. Η επίθεση έγινε από ένα παρακλάδι των Χρυσαυγιτών. Μισή ώρα μόλις πριν από την επίθεση ήμασταν κόσμος εκεί και μαζί μας ήταν και γυναικόπαιδα. Τα γραφεία καταστράφηκαν και έτσι μετακομίσαμε στα Εξάρχεια.
Πέρυσι, χαρήκαμε και εμείς πολύ με την καταδίκη τους. Είχαν δείξει πια τα αληθινά τους πρόσωπα όπως θα κάνουν τώρα κι οι Ταλιμπάν στη χώρα μου».
Η σκληρή στάση της Ελλάδας απέναντι στα δικαιώματα των προσφύγων και ο τρόπος που πήρε το άσυλο
Αυτό που βλέπω το τελευταίο διάστημα με τη στάση της Ελλάδας απέναντι στο προσφυγικό-μεταναστευτικό, με στεναχωρεί. Δυστυχώς, σκληραίνει διαρκώς η στάση της Ελλάδας στο ζήτημα. Παραδεχόμαστε πια ανοιχτά τις επαναπροωθήσεις, δημιουργούμε ξανά κλειστά κέντρα-φυλακές. Λυπάμαι για όλα αυτά και λυπάμαι και αν δε δεχθεί τώρα η Ελλάδα καθόλου Αφγανούς πρόσφυγες. Όλα αυτά καταστρέφουν το δημοκρατικό παρελθόν που έχτισε τα προηγούμενα χρόνια η χώρα σε αυτό το ζήτημα. Η Ελλάδα δεν αναγνωρίζει σήμερα τα δικαιώματα μεταναστών και προσφύγων ενώ ήταν από τις πρώτες χώρες που άρχισε να υπογράφει διακηρύξεις δικαιωμάτων, όπως τη σύμβαση της Γενεύης.
Είμαστε περίπου 40.000 Αφγανοί στην Ελλάδα, 15.000 αυτοί που έχουμε άσυλο και οι υπόλοιποι 25.000 είναι αιτούντες. Γνωρίζω συμπατριώτες μου που περιμένουν το άσυλο 12 και 13 χρόνια. Δεν είμαστε πολλοί για το μέγεθος της Ελλάδας. 50 χρόνια πόλεμος στο Αφγανιστάν, τόσα χρόνια πρόσφυγες και δεν αναγνωρίστηκαν ακόμα τα δικαιώματά μας, όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και στις διπλανές Ασιατικές χώρες.
Όσο για εμένα, πήρα το άσυλο πριν από 12 χρόνια. Είχα προσπαθήσει πρώτη φορά το 2006. Η επιτροπή τότε απαρτίζονταν από έντεκα άτομα. Οι δέκα συνηγόρησαν στο να πάρω το άσυλο αλλά ο ενδέκατος, ο οποίος ήταν ο κος Δένδιας, ως υπουργός Εξωτερικών τότε, αποφάσισε να μην μου το δώσει. Η υπόθεση μου έφτασε μέχρι το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Δεν κάμφθηκα. Ένα στόχο είχα τότε: να μάθω καλά την ελληνική γλώσσα. Είπα: ‘εδώ θα βγάλω το άσυλο’ ( δείχνει με τα χέρια εμφαντικά το στόμα του). ‘Θα το κερδίσω με την γλώσσα‘. Και έτσι έγινε ».