Τρία είναι τα τμήματα ΑΕΙ, τα οποία με βάση τα περσινά δεδομένα και με την εφαρμογή της νέας Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής, δεν θα δέχονταν κανέναν πρωτοετή φοιτητή ή φοιτήτρια και 18 τμήματα θα έπαιρναν λιγότερους των δέκα εισακτέων.
Την ανάλυση έκανε για τα Νέα ο ειδικός γραμματέας της ΟΛΜΕ και αναλυτής δεδομένων σχετικών με τις πανελλαδικές εξετάσεις, Ανδρέας Παπαδαντωνάκης. Τα τμήματα είναι: Δασολογίας και διαχείρισης φυσικού περιβάλλοντος (Καρπενήσι), Δασολογίας και διαχείρισης φυσικού περιβάλλοντος και φυσικών πόρων (Ορεστιάδα) και Περιβάλλοντος (Ζάκυνθος).
Είναι αυτά τα τμήματα υποψήφια για «κλείσιμο»; Αυτό δεν θα μπορούσε να το υποστηρίξει κάποιος σε καμία περίπτωση εάν δεν γίνει πρώτα μια συνολική μελέτη βιωσιμότητας και σκοπιμότητας στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης, καθώς κάποια από αυτά τα τμήματα μπορεί να είναι σε επιστημονικό ή εκπαιδευτικό επίπεδο άρτια. Μια αντίστοιχη μελέτη, δε, βρίσκεται σε εξέλιξη από τη νέα Εθνική Αρχή για την Ανώτατη Εκπαίδευση (ΕΘΑΑΕ).
Ωστόσο, τα δεδομένα παραμένουν τα ίδια: Οι υποψήφιοι για την ανώτατη εκπαίδευση δεν προτιμούν κάποια τμήματα και τελικά αποτελούν σπουδές χαμηλού ενδιαφέροντος στις οποίες κατευθύνονται νέοι και νέες με πολύ χαμηλές βαθμολογίες.
Ποια πεδία θα πληγούν περισσότερο
Τα στοιχεία δείχνουν ότι το 2ο, το 4ο και λιγότερο το 1ο Επιστημονικό Πεδίο αναμένεται να πληγούν περισσότερο από την εφαρμογή των μέτρων που θα περιορίζουν την είσοδο στα ΑΕΙ εάν δεν πληρούνται συγκεκριμένα βαθμολογικά κριτήρια. Να υπενθυμίσουμε, βέβαια, ότι και πέρσι και παρά τα συμπεράσματα που είχαν καταγραφεί, έμεινε έξω από τα ΑΕΙ τελικά ένα 12% των τελειόφοιτων γενικών λυκείων.
«Θα πρέπει να γίνει σαφές ότι η χαμηλή ζήτηση σε συγκεκριμένα τμήματα και η χαμηλή, αντίστοιχα, βάση εισαγωγής δεν τα καθιστά εξ ορισμού μη αναγκαία» λέει σχετικά ο κ. Παπαδαντωνάκης. «Η απόφαση για συνέχιση ή διακοπή της λειτουργίας ενός πανεπιστημιακού τμήματος πρέπει να σχετίζεται και με άλλα κριτήρια, όπως οι προσδιορισμένες ανάγκες της χώρας σε επιστημονικό προσωπικό, η ύπαρξη αντίστοιχων τμημάτων, η προσφορά ανάλογων κατευθύνσεων σε δομές μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ακόμη και οι ερευνητικές επιδόσεις των τμημάτων» εξηγεί.