Το προφίλ ενός κατηγορούμενου που σε βάρος του προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής για βιασμό κατά συρροή ανηλίκων, σύμφωνα με πληροφορίες, σκιαγραφείται στο ένταλμα που εκδόθηκε σε βάρος του Δημήτρη Λιγνάδη.
Ο γνωστός σκηνοθέτης και ηθοποιός, ο οποίος αρνείται κατηγορηματικά τις πράξεις που του αποδίδονται, εμφανίζεται να δρούσε επι σειρά ετών σε βάρος ανηλίκων, κυρίως αλλοδαπών.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι στο ένταλμα σύλληψης καταγράφεται η εγκληματική δράση του κατηγορούμενου ο οποίος φέρεται να προσέγγιζε τα ανήλικα θύματα του με μεθοδικότητα εκμεταλλευόμενος την επαγγελματική ιδιότητας του. Μάλιστα, εμφανίζεται να είχε “εμμονή” αλλά και “εγκληματική ροπή για πολλά έτη”.
Ο Δημήτρης Λιγνάδης, σύμφωνα με τις αρμόδιες αρχές, ακολουθούσε μια συγκεκριμένη μεθοδολογία επιχειρώντας τη συστηματική προσέγγιση των ανηλίκων και την καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης.
Το γεγονός ότι ήταν γνωστός θεατράνθρωπος και ισχυρός στο χώρο του φέρεται να τον διευκόλυνε με τη δικαιοσύνη να εκτιμά ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις πως έχει σχεδιάσει και άλλες πράξεις σε βάρος ανηλίκων, εκτός από αυτές που μπήκαν στο “στόχαστρο” του εισαγγελέα.
Οι αποκαλυπτικές μαρτυρίες που ξετύλιξαν το κουβάρι της υπόθεσης φαίνεται να έχουν κοινές αναφορές καθώς ο κατηγορούμενος, σύμφωνα με το ένταλμα σύλληψης, καταγγέλλεται για άσκηση βίας αλλά και για το γεγονός ότι οδηγούσε τα θύματα του σε κατάσταση αναισθησίας ή ανικανότητας προκειμένου να πετύχει το σκοπό του.
Στο ένταλμα, σύμφωνα με πληροφορίες, σημειώνονται οι σοβαρές ενδείξεις ενοχής του κατηγορούμενου για το αδίκημα του βιασμού κατά συρροή αλλά και η ιδιαίτερα ευαίσθητη ηλικία των θυμάτων.
Ο Δημήτρης Λιγνάδης θα περάσει το κατώφλι της ανακρίτριας την ερχόμενη Τετάρτη προκειμένου να απολογηθεί για την κακουργηματική κατηγορία που αντιμετωπίζει.
Οι δυο καταγγελίες για βιασμό αλλά και οι τουλάχιστον τρεις μαρτυρικές καταθέσεις, με κομβικής σημασίας αυτή της γυναίκας που ανήκε στο πολύ στενό περιβάλλον του σκηνοθέτη- ηθοποιού, δρομολόγησαν τις εξελίξεις και τον έφεραν στη θέση του κατηγορούμενου.
Μετά την απολογία του κατηγορούμενου ανακρίτρια και εισαγγελέας θα αποφασίσουν για την τύχη του κρίνοντας με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά πράξεων και δράσης αν θα οδηγηθεί ή όχι στην φυλακή ως ύποπτος φυγής ή ως ύποπτος διάπραξης νέων αδικημάτων.