Η Ένωση Διοικητικών Δικαστών σε έντονη ανακοίνωσή της εκφράζει την αντίθεσή της στην απόφαση της Διοικητικής Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας για το αυτοδιοίκητο των Διοικητικών Δικαστηρίων, το οποίο, σύμφωνα με την Ένωση, ουσιαστικά καταργείται.
Ειδικότερα, η Ένωση Διοικητικών Δικαστών επισημαίνει ότι «σε επίπεδο εσωτερικής οργάνωσης και λειτουργίας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, ο θεσμός του αυτοδιοίκητου δοκιμάζεται, και μάλιστα στον πυρήνα του, με την αποξένωση των δικαστών από τη διαμόρφωση των κανονισμών εσωτερικής υπηρεσίας των ίδιων των δικαστηρίων τους, ενόψει της μεταβίβασης της αρμοδιότητας αυτής στα ανώτατα δικαστήρια».
Η νομοθετική αυτή επιλογή, υπογραμμίζει η Ένωση, «που ακύρωσε, χωρίς αποχρώντα επί της ουσίας λόγο» τριακονταετή ομαλή λειτουργία του θεσμού του αυτοδιοίκητου, επικυρώθηκε προσφάτως από τη Διοικητική Ολομέλεια του ΣτΕ, με την οποία ανατράπηκε διαφορετική επί του ζητήματος θέση του ίδιου δικαστηρίου του έτους 2012.
Ειδικότερα, επισημαίνεται στην ανακοίνωση, η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι «μόνη αρμόδια να αποφασίζει τελικά για το περιεχόμενο των κανονισμών των τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, ως εκ της συνταγματικής θέσης της στην κορυφή της Διοικητικής Δικαιοσύνης, είναι η Διοικητική Ολομέλεια του ΣτΕ».
Όμως, υπογραμμίζουν οι διοικητικοί δικαστές «αποτέλεσε θεσμική έκπληξη η διατυπωθείσα στην ίδια απόφαση πλειοψηφική θέση -εν είδει οιονεί δεσμεύσεως του μελλοντικού νομοθέτη- ότι η κατάργηση της παραπάνω αρμοδιότητάς της Ολομέλειας του Ανώτατου Δικαστηρίου θα προσέκρουε στο Σύνταγμα».
Δηλαδή, ρωτάει η Ένωση, «ήταν, λοιπόν, αντισυνταγματική η επί τριάντα χρόνια εφαρμογή του αυτοδιοίκητου στα διοικητικά δικαστήρια;». Ή μήπως, προσθέτει, «η ραγδαία συσσώρευση υποθέσεων, και η εντεύθεν καθυστέρηση στην απονομή της διοικητικής δικαιοσύνης, συμπεριλαμβανομένων των επιδόσεων του Συμβουλίου Επικρατείας, οφείλεται σε λανθασμένες ρυθμίσεις των κανονισμών εσωτερικής υπηρεσίας, που αν “διορθωθούν”, το πρόβλημα θα επιλυθεί αυτομάτως; Δυστυχώς, όχι, όπως όλοι γνωρίζουμε».
Και προσθέτει η Ένωση, ότι μετά από αυτή την απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ, τροποποιήθηκε ο κανονισμός του μεγαλύτερου Διοικητικού Εφετείου της χώρας, «κατά παράκαμψη της αντίθετης, εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της Ολομέλειας των δικαστών του, που συγκλήθηκε τρεις φορές για το ίδιο θέμα και αποφάνθηκε αρνητικά ως προς την αναγκαιότητα και τη σκοπιμότητα της τροποποίησης του κανονισμού του».
Στη συνέχεια, προσθέτει η Ένωση, ακολούθησε η τροποποίηση του κανονισμού του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά «χωρίς καν να έχουν εκφράσει τη θέση τους επί των τροποποιήσεων οι ίδιοι οι δικαστές του».
Οι ερμηνευτικές αυτές προσεγγίσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ, σημειώνει η Ένωση, «υποδηλώνουν, δυστυχώς, έλλειψη αξιοπιστίας και σεβασμού προς το σώμα των διοικητικών δικαστών, υπονομεύουν νομότυπα την ανεξαρτησία τους και υποβαθμίζουν την υψηλής συμβολικής αξίας εικόνα μιας ανεξάρτητης Δικαιοσύνης που έχει τη δυνατότητα άσκησης των λειτουργικών της δικαιωμάτων».
Ενόψει αυτών, και ειδικά της δυσμενούς εξέλιξης στο ζήτημα των κανονισμών εσωτερικής υπηρεσίας των δικαστηρίων, που «σηματοδοτεί την αποκρυστάλλωση συνθηκών δημοσιοϋπαλληλικής υπηρεσιακής ιεραρχίας στο δικαστικό Σώμα, η Ένωση Διοικητικών Δικαστών εκφράζει τη βαθύτατη ανησυχία της για τις άμεσες και βαθύτερες επενέργειες της τάσης αυτής για τη δικαστική ανεξαρτησία».