Συγκλονισμένος από την πρόσφατη συνάντησή του με τον έλληνα ομόλογό του και επιζώντες του ολοκαυτώματος δηλώνει στο Πρώτο Πρόγραμμα της δημόσιας γερμανικής τηλεόρασης, ARD, ο πρόεδρος της Γερμανίας.
Σύμφωνα με την Deutsche Welle, έχουν περάσει ήδη δύο εβδομάδες από τότε που ο πρόεδρος της Γερμανικής Δημοκρατίας Γιόαχιμ Γκάουκ επέστρεψε από την επίσκεψή του στην Αθήνα και στο μαρτυρικό χωριό Λιγκιάδες των Ιωαννίνων, όπου τα SS εκτέλεσαν πάνω από 80 ανθρώπους από τον άμαχο πληθυσμό και η συγκίνηση για όσα είδε και έζησε δεν τον εγκαταλείπει. Είχε μάλιστα την ευκαιρία να μιλήσει για την εμπειρία της συνάντησης με τον πρόεδρο Παπούλια, αλλά και επιζώντες του ολοκαυτώματος σε συνέντευξη στο πρώτο πρόγραμμα της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης (ARD) και στην εκπομπή «Beckmann».
Ο δημοσιογράφος τον ρωτά πως αντέδρασε ο κόσμος στις Λιγκιάδες, στο ότι ήταν ο πρώτος γερμανός πρόεδρος που ζήτησε συγγνώμη για τις ναζιστικές θηριωδίες. «Το πιο συγκινητικό δεν πέρασε στα ΜΜΕ», απαντά ο Γιόαχιμ Γκάουκ. «Ήμουν δίπλα σε έναν άνδρα, το πρόεδρο Παπούλια και τη γυναίκα του. Ως νέος έκανε αντίσταση. Αλλά στέκονταν στο πλάι μου, γεμάτος εμπιστοσύνη, γιατί ένοιωθε ότι δεν έκανα κάποιο σόου. Ήμουν 5 χρονών όταν τελείωσε ο πόλεμος, δεν έχω ενοχή για αυτόν τον πόλεμο, αλλά ένοιωθα την ενοχή της προηγούμενης γενιάς και το έδειχνα, έπρεπε να το δείξω, όταν βρέθηκα σε έναν τέτοιο τόπο. Ό,τι μου είπε, και τα αισθήματα που μου έδειξε, ιδιαίτερα εκείνος, ήταν τόσο μεγαλειώδη, τόσο θαυμάσια που σε τέτοιες περιστάσεις νοιώθει κανείς, ότι είναι εφικτή η συγγνώμη. Και μετά η συνάντηση στα Ιωάννινα, όπου υπάρχει μικρή εβραϊκή κοινότητα, με επιζώντες… αγκαλιαστήκαμε… ήμουν τόσο ευτυχισμένος που ήμουν εκεί ως εκπρόσωπος μια νέας αλληλέγγυας Γερμανίας».
Ο γερμανός πρόεδρος σημειώνει ότι πέρα από τη διαφορετική κατανόηση που μπορεί να υπάρχει στο πώς δείχνει κανείς την αλληλεγγύη του, για τον ίδιο πρωτεύουσα σημασία είχε η αποδοχή για πρώτη φορά από ένα κεντρικό θεσμικό όργανο της αδικίας που έγινε και η συγχώρεση εξ ονόματος ενός ολόκληρου λαού. «Δεν ήταν εύκολη πορεία, αλλά αν δεν την κάναμε, θα ήμασταν σαν ένα κράτος που δεν θέλει να μιλήσει για την ενοχή του. Μάθαμε ότι με κάποιον τρόπο μπορούμε να απελευθερωθούμε, όταν δεν καταπιέζουμε την ενοχή μας, αλλά να μιλάμε γι αυτήν και να προσπαθούμε να επανορθώσουμε, όπου γίνεται».
«Πριν επισκεφθώ την Ελλάδα ασχολήθηκα με τη σχετική βιβλιογραφία που υπήρχε και διαπίστωσα ότι κανείς δεν ήξερε, ούτε και εγώ, σε ποιο βαθμό οι πρόγονοί μας έκαναν θηριωδίες. Επί οκτώ χρόνια ήμουν επικεφαλής συλλόγου ενάντια στη λήθη και για τη δημοκρατία, όπου εργάζονται πολλοί άνθρωποι. Γνωρίζω επίσης για το Δίστομο, όπου η Βέρμαχτ ή τα SS, έκαναν εγκλήματα. Ξέρω ότι υπάρχουν ακτιβιστές που πηγαίνουν εκεί με έργο τη συμφιλίωση. Αλλά δεν μου ήταν ποτέ γνωστές οι πραγματικές διαστάσεις των εγκλημάτων, αν και είμαι ειδήμων σε ότι αφορά το παρελθόν», δήλωσε.